ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ & ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ & ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑΣ ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2016 1 Πίνακας περιεχομένων 1. Εισαγωγή 3 2. Το πλαίσιο αναφοράς της Στρατηγικής 2.1 Στόχοι και κατευθυντήριες αρχές 6 2.2 Τα θέματα καιρού και κλίματος 9 2.3 Οικονομική συγκυρία και προσαρμογή 11 2.4 Νομοθετικό και θεσμικό πλαίσιο 12 2.5 Εφαρμογή της στρατηγικής 13 3. Ανάλυση επικινδυνότητας και τρωτότητας 3.1 Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και το εγχώριο έλλειμμα προσαρμογής 14 3.2 Κλιματική επικινδυνότητα και τρωτότητα σε περιφερειακό επίπεδο 16 3.3 Ακραία καιρικά φαινόμενα 19 3.4 Πρώτα συμπεράσματα και προτεραιότητες επέμβασης 21 4. Τομεακές Πολιτικές προσαρμογής 4.1 Γεωργία και κτηνοτροφία 22 4.2 Δασοπονία 27 4.3 Βιοποικιλότητα και οικοσυστήματα 30 4.4 Αλιεία 36 4.5 Υδατοκαλλιέργειες 40 4.6 Υδάτινοι πόροι 40 4.7 Παράκτιες ζώνες 48 4.8 Τουρισμός 50 4.9 Ενέργεια 53 4.10 Υποδομές και Μεταφορές 56 4.11 Υγεία 60 4.12 Δομημένο περιβάλλον 63 4.13 Εξορυκτική βιομηχανία 65 4.14 Πολιτιστική κληρονομιά 69 4.15 Ασφαλιστικός τομέας 71 5. Η προσαρμογή στην πράξη 5.1 Ιεράρχηση και αξιολόγηση μέτρων προσαρμογής 74 5.2 Ιδιαιτερότητες και κατηγορίες προσαρμοστικών επενδύσεων 75 5.3 Μέθοδοι αξιολόγησης και ιεράρχησης των επενδύσεων 78 5.4 Ενσωμάτωση προσαρμοστικών πολιτικών σε ευρύτερες πολιτικές 80 5.5 Η διεθνής (διασυνοριακή) διάσταση της προσαρμογής 82 5.6 Ενδυνάμωση της προσαρμοστικής ικανότητας: Έρευνα, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση 84 5.7 Διαβούλευση κοινωνικών εταίρων για την προσαρμογή 87 5.8 Πρόληψη και διαχείριση κινδύνων 87 5.9 Οι ευρωπαϊκές προσπάθειες για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή 89 5.10 Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και διεθνής ασφάλεια 90 6. Σύνοψη και συμπεράσματα 93 Βιβλιογραφία 94 Παραρτήματα 1. Μέλη επιστημονικής συγγραφικής ομάδας 101 2. Το κόστος της κλιματικής αλλαγής και της προσαρμογής, σε πίνακες και διαγράμματα 103 3. Κλιματικά δεδομένα 108 2 1. Εισαγωγή Υπό το πρίσμα ενός σεναρίου εξέλιξης της παγκόσμιας οικονομίας με έντονη την παρουσία του άνθρακα και ενώ ταυτόχρονα πολλαπλασιάζονται οι ενδείξεις για τις αρνητικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, η Ευρωπαϊκή Ένωση εγκαινιάζει τον Ιούνιο του 2007, με την Πράσινη Βίβλο [COM(2007)354], την επίσημη συμβολή της στην παγκόσμια συζήτηση για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Η Πράσινη Βίβλος προέκυψε από την ανάγκη αντιμετώπισης των ασυνήθιστων, ακραίων καιρι- κών φαινομένων τα οποία έπληξαν τις Ευρωπαϊκές χώρες κατά το πρόσφατο πα- ρελθόν (πλημμύρες και δασικές πυρκαγιές, IPCC 2013) και αποτελεί την απαρχή μι- ας δημόσιας διαβούλευσης σχετικά με τα μέτρα πολιτικής που είναι απαραίτητα για τη μείωση των συνεπειών και του κόστους της παγκόσμιας υπερθέρμανσης. Εξετά- ζονται εκεί οι περιφερειακές και τομεακές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και σκιαγραφούνται δυνητικά μέτρα προσαρμογής με μια ευρωπαϊκή διάσταση. Τονίζε- ται ότι – σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της έκθεσης Stern1– μια μέση αύξηση της πα- γκόσμιας θερμοκρασίας κατά 3-4°C συνεπάγεται πρόσθετο κόστος προσαρμογής (σε υποδομές και κτιριακό εξοπλισμό) ύψους 1-10% του συνολικού κόστους επεν- δύσεων στις χώρες του ΟΟΣΑ ή $15-150 δισ. ετησίως (0,05-0,5% του ΑΕΠ). Σε περί- πτωση αύξησης της μέσης θερμοκρασίας κατά 5-6°C, το κόστος προσαρμογής θα αυξηθεί εκθετικά με ταυτόχρονη μείωση της αποτελεσματικότητας των επενδύσεων προσαρμογής (COM 2007). Η Λευκή Βίβλος [COM(2009)39] ενσωματώνει τα αποτε- λέσματα της διαβούλευσης και υιοθετεί μια προσέγγιση κατά φάσεις: η 1η φάση (2009-2012) κατά την οποία ολοκληρώνεται η επεξεργασία μιας συνολικής στρατη- γικής προσαρμογής της ΕΕ, και η 2η φάση (2013 και μετά) κατά την οποία η στρατη- γική αυτή θα εφαρμοστεί. Καθώς τα αποτελέσματα της κλιματικής αλλαγής γίνονται όλο και πιο αισθητά, οι Ευρωπαϊκές χώρες αρχίζουν ήδη να σχεδιάζουν εθνικές στρατηγικές και να υλοποι- ούν τα αντίστοιχα εθνικά σχέδια προσαρμογής, με προτεραιότητα τους τομείς της υγείας, της γεωργίας, των υδάτινων πόρων και της στάθμης της θάλασσας (δες http://climate-adapt.eea.europa.eu/ - βασική διαδικτυακή πύλη πληροφόρησης της ΕΕ για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή)2. Παράλληλα, όσο σωρεύεται η ε- μπειρία μας για τις δυνατότητες προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή τόσο ανα- γνωρίζονται οι δυσκολίες της προαπαιτούμενης θεσμικής προσαρμογής. Ο λόγος είναι ότι η δομή του προβλήματος της προσαρμογής είναι τελείως διαφορετική από αυτήν του μετριασμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ενώ οι πολιτικές μετριασμού των εκπομπών έχουν πολύ μακροχρόνιες επιπτώσεις στο κλίμα – ένα 1 Έκθεση Sir Nickolas Stern: http://webarchive.nationalarchives.gov.uk/20130129110402/http://www.hm- treasury.gov.uk/d/Executive_Summary.pdf 2 Μέχρι το 2014, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (EEA 2014), 21 Ευρωπαϊκές χώρες είχαν θεσμοθετήσει εθνική στρατηγική προσαρμογής ενώ 12 από αυτές έχουν ήδη αναπτύξει και εθνικό σχέδιο προσαρμογής. 3 τυπικά δημόσιο αγαθό – η πλειοψηφία των πολιτικών προσαρμογής θα έχει σχετικά βραχυχρόνιες επιπτώσεις στην ευημερία των πολιτών – ένα τυπικά ιδιωτικό και το- πικό αγαθό. Είναι συνεπώς λογικό να αναμένει κανείς την κρατική παρέμβαση και πολιτική για την προστασία δημόσιων αγαθών, όπως το κλίμα, αλλά λιγότερο αυτο- νόητο να αναμένεται μια κρατική πρωτοβουλία για ανάληψη πολιτικών προσαρμο- γής. Εάν αυτό βεβαίως ίσχυε, τότε η ‘αυτόνομη’ προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, δηλαδή η αυτόνομη προσαρμογή των ιδιωτών (παραγωγών και καταναλωτών) μέσω αλλαγών στις παραγωγικές και καταναλωτικές συνήθειες, θα ήταν η απάντηση στην κλιματική αλλαγή. Μια σειρά παραγόντων όμως – αβεβαιό- τητα των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, αλλά και της αποτελεσματικότητας των μέτρων προσαρμογής – καθιστούν το ρόλο του κράτους ουσιαστικό για το σχε- διασμό και την υλοποίηση προσαρμοστικών δράσεων. Η Επιτροπή Μελέτης των Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής της Τράπεζας της Ελ- λάδος (ΕΜΕΚΑ) έχει εκτιμήσει τις αναμενόμενες – περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές – επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Αντλώντας στοιχεία κόστους από τη διεθνή βιβλιογραφία, η πρώτη αυτή προσέγγιση εκτίμησε το μακροοικονομικό κόστος προσαρμογής, υπό τις ακραίες κλιματικές συνθήκες του σεναρίου εκπομπών Α2 (IPCC Special Report on Emission Scenarios, 2000 and AR4, 2007). Η ανάλυση έ- δειξε ότι τα μέτρα προσαρμογής κατά την περίοδο 2025-2050 αντιστοιχούν στο 1,5% του ΑΕΠ, την περίοδο 2051-2070, σε 0,9% του ΑΕΠ και μετά το 2070 σε 0,1% του ΑΕΠ. Σωρευτικά, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή μπορεί να στοιχίσει στην ελληνική οικονομία (μέχρι το 2100) €123 δισ. (σε τιμές 2008) (ΕΜΕΚΑ, 2011 και κεφ. 3.1, 3.2 του παρόντος κειμένου). Με βάση τα παραπάνω, είναι επιτακτική η ανάγκη σχεδιασμού και λήψης κατάλλη- λων μέτρων προσαρμογής για την αντιμετώπιση των αρνητικών αναπόφευκτων ε- πιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Τον Δεκέμβριο του 2014, το Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλ- λαγής (νυν Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας / ΥΠΕΝ), το Ίδρυμα Ιατροβιολο- γικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), υπέγραψαν μνημόνιο συνεργασίας με στόχο:  Την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής σε επίπεδο χώ- ρας με συγκεκριμένες δράσεις προσαρμογής σε όλους τους τομείς.  Την αξιοποίηση της εμπειρίας της Τράπεζας της Ελλάδος και της διεπιστημο- νικής Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (εφεξής ΕΜΕΚΑ), την οποία αυτή στηρίζει, σε θέματα των οικονομικών και λοιπών επιπτώσε- ων της κλιματικής αλλαγής. Η συνεργασία αυτή αφορούσε εκτός των άλλων και στην σύνθεση του κειμένου της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στη Κλιματική Αλλαγή (εφεξής ΕΣΠΚΑ). Έτσι η ΕΜΕΚΑ, με την στήριξη της ΤτΕ και την κατ΄αρχήν συνεισφορά της Δ/νσης Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του ΥΠΕΝ, συνέταξε σχέδιο ΕΣΠΚΑ, που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, τα αποτελέσματα της οποίας αξιολο- γήθηκαν από άτυπη ομάδα στην οποία μετείχαν μέλη της ΕΜΕΚΑ, της ΤτΕ καθώς και στελέχη της Δ/νσης Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του ΥΠΕΝ. 4 Περαιτέρω, η αρμόδια Δ/νση Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του ΥΠΕΝ, εμπλούτισε και επεξεργάστηκε την τελική μορφή του κειμένου. Τα ονόματα των μελών της επιστημονικής ομάδας (ΕΜΕΚΑ, ΤτΕ), καθώς και των υ- παλλήλων της Δ/νσης Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του Υ- ΠΕΝ που συντέλεσαν ουσιαστικά στην διαμόρφωση της ΕΣΠΚΑ αναφέρονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Η παρούσα Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στη Κλιματική Αλλαγή, θέτει τους γενικούς στόχους, τις κατευθυντήριες αρχές και τα μέσα υλοποίησης μιας σύγχρονής αποτελεσματικής και αναπτυξιακής στρατηγικής προσαρμογής στο πλαίσιο που ορίζεται από την σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και τη διεθνή εμπειρία. Η ΕΣΠΚΑ είναι το πρώτο βήμα για μια συνεχή και ευέλικτη διαδικασία σχεδια- σμού και υλοποίησης των απαραίτητων μέτρων προσαρμογής σε εθνικό, περιφε- ρειακό και τοπικό επίπεδο και φιλοδοξεί να αποτελέσει το μοχλό κινητοποίησης των δυνατοτήτων της ελληνικής πολιτείας, οικονομίας και ευρύτερα της κοινωνί- ας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στα χρόνια που έρχονται. 5 2. Το πλαίσιο αναφοράς της Στρατηγικής Στην ενότητα 2 παρουσιάζεται το γενικό πλαίσιο αναφοράς της ΕΣΠΚΑ. Αναλύονται οι στόχοι, εκτίθενται οι κατευθυντήριες αρχές για τη συγγραφή της, συνδέεται η ΕΣΠΚΑ με την τρέχουσα μακρο-οικονομική συγκυρία και σκιαγραφείται το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο λήψης αποφάσεων για την προσαρμογή. 2.1 Στόχοι και κατευθυντήριες αρχές Ο πρωταρχικός σκοπός της παρούσας ΕΣΠΚΑ είναι να συμβάλλει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας της χώρας στις επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε οι (δημόσιες και ιδιωτικές) αποφάσεις για τη διαμόρφωση του παραγωγικού και καταναλωτικού ιστού της Ελ- ληνικής κοινωνίας να λαμβάνονται με επαρκή πληροφόρηση και μακροπρόθεσμη στόχευση, αντιμετωπίζοντας τους κινδύνους και αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που πηγάζουν από την κλιματική αλλαγή. Η ΕΣΠΚΑ αποτελεί κείμενο στρατηγικού προ- σανατολισμού με στόχο τη χάραξη κατευθυντήριων γραμμών. Ως τέτοιο, δεν ανα- λύει σε βάθος τις αναγκαίες τομεακές πολιτικές, ούτε αποφαίνεται για τη σκοπιμό- τητα επιμέρους μέτρων και δράσεων προσαρμογής σε τοπικό/περιφερειακό επίπε- δο και δεν επιχειρεί την ιεράρχηση των ενδεικτικά προτεινόμενων μέτρων και δρά- σεων. Τα θέματα αυτά αποτελούν την ουσία των Περιφερειακών Σχεδίων Προσαρ- μογής στην Κλιματική Αλλαγή (ΠεΣΠΚΑ) τα οποία και θα εξειδικεύσουν τις κατευ- θύνσεις της ΕΣΠΚΑ καθορίζοντας τις άμεσες προτεραιότητες προσαρμογής σε τοπι- κό επίπεδο. Η ΕΣΠΚΑ προβλέπει έναν αρχικό ορίζοντα πενταετίας για την ανάπτυξη ικανότητας προσαρμογής και για την ιεράρχηση και υλοποίηση ενός πρώτου συνόλου δράσε- ων. Η σημαντική αβεβαιότητα που συνδέεται με την κλιματική αλλαγή και τις επι- πτώσεις της, ο καταιγισμός με νέες πληροφορίες και εξελίξεις και οι συνεχώς ανα- θεωρούμενες απόψεις για τον κατάλληλο τρόπο προώθησης της προσαρμογής επι- βάλλουν συνεχή αξιολόγηση, εκμάθηση και εξειδικευμένη ανάλυση. Η ΕΣΠΚΑ είναι ευκαιρία να διαμορφωθεί στη χώρα μας μια στρατηγική προσέγγιση για την προ- σαρμογή στην κλιματική αλλαγή, θέτοντας σε κίνηση μια συνεχή διαδικασία δια- βούλευσης, επανεξέτασης, επικαιροποίησης και επανευθυγράμμισης της στρατηγι- κής. Βασικοί στόχοι της ΕΣΠΚΑ είναι: 1. Η συστηματοποίηση και βελτίωση της διαδικασίας λήψης (βραχυχρόνιων και μακροχρόνιων) αποφάσεων σχετικών με την προσαρμογή 2. Η σύνδεση της προσαρμογής με την προώθηση ενός βιώσιμου αναπτυξιακού προτύπου μέσα από περιφερειακά/τοπικά σχέδια δράσης 3. Η προώθηση δράσεων και πολιτικών προσαρμογής σε όλους τους τομείς της ελληνικής οικονομίας με έμφαση στους πλέον ευάλωτους 4. Η δημιουργία μηχανισμού παρακολούθησης, αξιολόγησης και επικαιροποίησης των δράσεων και πολιτικών προσαρμογής 6 5. Η ενδυνάμωση της προσαρμοστικής ικανότητας της ελληνικής κοινωνίας μέσα από δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης Κάθε χώρα οφείλει να συμπεριλάβει στις εθνικές προτεραιότητές της την ανθρωπο- γενή παρέμβαση στην ήδη υπάρχουσα και επερχόμενη κλιματική αλλαγή και να συμβάλει στη διεθνή προσπάθεια για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκη- πίου. Παράλληλα, οφείλει να θωρακιστεί αναλόγως και έγκαιρα απέναντι στις «υ- πολειμματικές» επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και μεταβλητότητας ώστε να μετριαστούν οι ζημιές που δεν καθίστανται δυνατόν να αποφευχθούν. Οι πολιτικές που αποσκοπούν στο μετριασμό των ζημιών από τις «υπολειμματικές» επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής περιγράφονται με τη γενική ονομασία «κλιματική προσαρ- μογή» («adaptation strategy» ή «adaptation policy»). Η διεθνής κοινότητα έχει θέσει ως ανεκτό κατώφλι αύξησης της μέσης θερμοκρασί- ας της ατμόσφαιρας του πλανήτη τους 2οC. Όπως εξελίσσονται όμως οι μεταβολές της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας, η αύξηση αυτή αναμένεται ότι θα είναι μεγα- λύτερη, ιδίως αν η παγκόσμια δράση για μείωση των εκπομπών καθυστερήσει χρο- νικά ή αν έχει μερική μόνο επιτυχία. Δυστυχώς, πρόσφατα ευρήματα της Διακυβερ- νητικής Διάσκεψης για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC, 2014) δείχνουν ότι το κατώφλι των 2οC τείνει να ξεπεραστεί3. Επομένως, είναι ζήτημα μεγάλης σημασίας για κάθε χώρα να θωρακιστεί έναντι της αβεβαιότητας αυτής, αναπτύσσοντας πολιτικές προσαρμογής στην αναμενόμενη κλιματική αλλαγή. Η ΕΣΠΚΑ δεν αποθαρρύνει τις προσπάθειες για μετριασμό της κλιματικής αλλαγής μέσω πολιτικών μείωσης των εκπομπών, κάτι το οποίο είναι, και πρέπει να παρα- μείνει, στόχος πρωταρχικής σημασίας για την Ελλάδα στο πλαίσιο των διεθνών της υποχρεώσεων. Αντιθέτως, η προσαρμογή στη κλιματική αλλαγή έχει πολλαπλές θε- τικές συνέργειες με επιμέρους ζητήματα μετριασμού των κλιματικών πιέσεων – ι- διαίτερα στους τομείς ενέργειας και υδάτινων πόρων όπου ο σαφής διαχωρισμός μέτρων μετριασμού και μέτρων προσαρμογής καθίσταται συχνά δύσκολος. Η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή απαιτεί μια ολοκληρωμένη, διεπιστημονικού χαρακτήρα προσέγγιση με διατομεακά μέτρα, τα οποία θα βασίζονται σε συγκεκρι- μένους θεσμούς εθνικής και περιφερειακής εμβέλειας, από τους οποίους και θα υλοποιούνται. Αναλυτικότερα οι κατευθυντήριες αρχές της ΕΣΠΚΑ είναι: - Συμβατότητα: οι διάφορες πολιτικές και μέτρα δεν θα πρέπει να έρχονται σε σύγκρουση με άλλες στρατηγικές και προτεραιότητες της γενικότερης περιβαλ- λοντικής πολιτικής της χώρας και των τομεακών πολιτικών. - Επιστημονική ορθότητα και πληρότητα: οι πολιτικές και τα μέτρα θα πρέπει να τεκμηριώνονται επιστημονικά με βάση τα σύγχρονα δεδομένα, όπως αυτά προ- 3 Ενώ οι εκτιμήσεις αυτές αναφέρονται σε παγκόσμιο επίπεδο, σε μικρότερης έκτασης κλί- μακες και ιδιαίτερα για την περιοχή της Μεσογείου και την Ελληνική επικράτεια, η αύξηση της θερ- μοκρασίας εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τους 2 βαθμούς Κελσίου, σε συνδυασμό με την αύξηση της συχνότητας, έντασης και διάρκειας των εξαιρετικών καιρικών φαινομένων τα οποία συμπορεύονται με την παγκόσμια αλλαγή. 7 κύπτουν από δόκιμες επιστημονικές διεργασίες στην Ελλάδα και διεθνώς. Νέα δεδομένα θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε διαδικασίες αξιολόγησης της απόδοσης των όποιων πολιτικών και μέτρων. - Συμμετοχή και διαβούλευση: σημαντική παράμετρος για την επιτυχή ολοκλή- ρωση της στρατηγικής προσαρμογής είναι η συμμετοχή και διαβούλευση όλων των εμπλεκομένων μερών, της διοίκησης, της επιστημονικής κοινότητας, των παραγωγικών φορέων και της κοινωνίας των πολιτών. - Κοινωνική αποδοχή: η όσο το δυνατόν υιοθέτηση μέτρων και πολιτικών με μι- κρό οικονομικό/ κοινωνικό κόστος, άμβλυνση των περιφερειακών ανισοτήτων και δίκαιη κατανομή του κόστους μεταξύ των κοινωνικών ομάδων. - Ανάπτυξη: σχεδιασμός που να τεκμηριώνει, έστω μακροπρόθεσμα, αναπτυξια- κές προοπτικές. Οι πολιτικές προσαρμογής οφείλουν να στοχεύουν στους το- μείς δραστηριότητας που είναι περισσότερο ευάλωτοι στην κλιματική αλλαγή. Εφόσον έχουν προληπτικό χαρακτήρα, οι πολιτικές προσαρμογής οφείλουν να αναπτυχθούν σε περίοδο χρονικά προγενέστερη από την εκδήλωση των συνε- πειών της κλιματικής αλλαγής. Για το λόγο αυτό οι πολιτικές προσαρμογής ε- ντάσσονται εντός των πλαισίων άλλων πολιτικών όπως η χωροταξία, οι δημόσι- ες επενδύσεις, η προστασία από τις πλημμύρες κλπ. Η υιοθέτηση πολιτικών προσαρμογής εντός του γενικότερου πλαισίου άλλων τρεχουσών πολιτικών έχει σημαντικά καθυστερήσει στην Ελλάδα. (Βλ. ενότητα 5.4). Προκειμένου να μειωθεί το κόστος τους και να διασφαλισθούν οι αναγκαίοι χρημα- τοδοτικοί πόροι, πρέπει οι πολιτικές προσαρμογής να αναπτυχθούν σταδιακά και όχι σε μικρό χρονικό διάστημα. Επειδή οι πολιτικές αυτές υλοποιούνται με κρατική πρωτοβουλία (δημόσιες επενδύσεις) ή με κρατική παρέμβαση (επιβάλλοντας προ- διαγραφές ή όρους σε ιδιωτικές επενδύσεις), η αποτελεσματικότητά τους μεγιστο- ποιείται όταν ο σχεδιασμός βασίζεται σε αναλυτικές μελέτες μακροχρόνιου ορίζο- ντα και όταν οι σχετικές επιλογές αποφασίζονται μετά από στενή συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς. Η συνολική ένταση των πολιτικών προσαρμογής εξαρτάται από την αναμενόμενη ένταση της κλιματικής αλλαγής. Όσο εντατικοποιούνται τα μέτρα μετριασμού των εκπομπών και επιτυγχάνουν σε παγκόσμιο επίπεδο, τόσο μικρότερο θα είναι και το κόστος που θα προκύψει από τις πολιτικές προσαρμογής ενώ αντίστοιχα οι πολιτι- κές προσαρμογής ίσως να μη χρειασθούν στην έκταση που είχαν προγραμματισθεί. Επομένως, είναι δύσκολο να αποφασιστεί εκ των προτέρων η βέλτιστη στρατηγική σχετικά με την πολιτική προσαρμογής σε μια χώρα. Σε κάθε περίπτωση όμως, η Ε- ΣΠΚΑ οφείλει να ικανοποιεί τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: - να διαπερνά κάθε τρέχουσα πολιτική (ολοκλήρωση), - να βασίζεται σε μακροχρόνιο σχεδιασμό και αντίστοιχα σταδιακή εφαρμογή (ορίζοντας σχεδιασμού) με ταυτόχρονη δυνατότητα ευέλικτης προσαρμογής σε νέα δεδομένα (‘προσαρμοστική’ στρατηγικής προσαρμογής), - να έχει την κατά το δυνατόν βέλτιστη έκταση και μέγεθος με βάση τους αναμε- νόμενους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή (βελτιστοποίηση), - να ανταποκρίνεται στο δημόσιο αίσθημα για δικαιοσύνη και ευθυδικία, προ- κρίνοντας στα μέτρα της τις πλέον ευάλωτες περιοχές και κοινωνικές ομάδες, 8 - να συμβάλει στην ενδυνάμωση όλων των πτυχών της αναπτυξιακής διαδικασί- ας (εκσυγχρονισμό υποδομών και δικτύων, εξωστρέφεια, έξυπνη εξειδίκευση περιφερειών και καινοτόμα τραπεζικά και ασφαλιστικά προϊόντα). Σε γενικές γραμμές, τα μέσα υλοποίησης της ΕΣΠΚΑ είναι: - Η επιστημονική έρευνα και τεκμηρίωση. Έμφαση στην επιστημονική έρευνα με σκοπό την εξαγωγή των πρωτογενών δεδομένων που απαιτούνται έτσι ώστε να οδηγηθούμε στην πληρέστερη κατανόηση του προβλήματος της κλιματικής αλ- λαγής και των τομεακών επιπτώσεων, ανά είδος, τομέα και δραστηριότητα. - Η παρακολούθηση της εφαρμογής της στρατηγικής. Η παρακολούθηση της εφαρμογής της στρατηγικής για την προσαρμογή στην ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή με τη δημιουργία ειδικού μηχανισμού παρακολούθησης και τη χρήση κατάλληλων δεικτών και εργαλείων. - Η ενημέρωση όλων των εμπλεκομένων. Η ενημέρωση των πολιτών και των εν- διαφερόμενων μερών για την κλιματική αλλαγή, τις επιπτώσεις στο φυσικό πε- ριβάλλον και την καθημερινότητα των πολιτών, αλλά και του οφέλους από μια συντονισμένη προσπάθεια αντιμετώπισης των επιπτώσεων αυτών, αποτελεί το πρώτο βήμα για την επίτευξη της άμβλυνσης των «υπολειμματικών» επιπτώ- σεων αλλά και μετριασμού του φαινομένου γενικότερα. - Η διαβούλευση και ο διάλογος. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα επη- ρεάσουν το σύνολο των παραγωγικών δραστηριοτήτων σε τοπικό και εθνικό ε- πίπεδο. Η κυβέρνηση θα πρέπει να καθιερώσει ένα διαρκές πλαίσιο διαβού- λευσης και διαλόγου με τους παραγωγικούς και κοινωνικούς φορείς και τις το- πικές κοινωνίες. Επομένως, η προσαρμογή είναι μια μακρόχρονη και συνεχής διαδικασία η οποία θα αναπτύσσεται σε όλα τα επίπεδα της οικονομίας και της κοινωνίας και απαιτεί στε- νή συνεργασία και συντονισμό μεταξύ των διαφόρων εμπλεκόμενων φορέων. Η αποδοτική λήψη μέτρων προσαρμογής προϋποθέτει έγκαιρο προγραμματισμό και στρατηγική προσέγγιση. 2.2 Τα θέματα καιρού και κλίματος 2.2.1 Διεθνής και Ευρωπαϊκή κατάσταση Η παγκόσμια και η ευρωπαϊκή "λειτουργία" σε θέματα Καιρού, Κλίματος και Νερού χρηματοδοτείται μέσω διεθνών διακρατικών μετεωρολογικών οργανισμών με βάση την ποσόστωση του ΑΕΠ κάθε κράτους στο συνολικό ετήσιο προϋπολογισμό των οργανισμών. Το μοναδικό αυτό παράδειγμα παγκόσμιας επιστημονικής και επιχει- ρησιακής συνεργασίας παρέχει το βέλτιστο επιστημονικό και επιχειρησιακό αποτέ- λεσμα με το μικρότερο δυνατό κοινό κόστος. Ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός (ΠΜΟ) από το 1949 αποτελεί τον επί- σημο οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών που συμπυκνώνει την κοινή παγκόσμια ε- ρευνητική και επιχειρησιακή προσπάθεια για τον Καιρό, το Κλίμα και το Νερό. Έτσι, μαζί με τον ΠΜΟ και το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Environmental Program-UNEP) υποστηρίζεται από κοινού και το Intergov- ernmental Panel on Climate Change (IPCC) από την ίδρυση του (1988). 9 Όλες οι παγκόσμιες προειδοποιήσεις και τεκμηριωμένες πληροφορίες Καιρού και Κλίματος για φυσικές καταστροφές έναντι καιρικού ή κλιματολογικού κινδύνου, για την ασφάλεια όλων των μεταφορών και τη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων και διαστημικών εκτοξεύσεων καθώς και όλες οι επιστημονικές δημοσιεύσεις πα- γκοσμίως βασίζονται αποκλειστικά στο Παγκόσμιο Σύστημα Κλιματολογικής Παρα- τήρησης (Global Climate Observing System-GCOS), το οποίο έχει αναπτυχθεί με βά- ση τις αρχές που έχουν καθορισθεί από τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό- ΠΜΟ. Το Σύστημα αυτό απαρτίζεται από τα επί μέρους Δορυφορικά συστήματα της EU- METSAT (European Meteorological Satellites) και της ESA (European Space Agency) και τα Εθνικά Συστήματα Παρατήρησης των Κρατών Μελών του ΠΜΟ τα οποία έ- χουν δημιουργηθεί και αναπτυχθεί με βάση κοινά αποδεκτές παγκοσμίως τεχνολο- γικές διαδικασίες καθορισμένες από τον ΠΜΟ και μετά από συνεργασία των Κρα- τών. Το ετήσιο κόστος λειτουργίας και περαιτέρω ανάπτυξης του GCOS στην Ευρώ- πη υπερβαίνει τα 2.5 δισ. ευρώ. Το Παγκόσμιο Σύστημα Παρατήρησης και Πρόγνωσης Καιρού και Κλίματος δεν είναι στατικό, αφού οι τεχνολογίες παρατήρησης της Γης και της αριθμητικής πρόγνωσης καιρού και κλίματος εξελίσσονται ραγδαίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (τεχνο- λογίες υπερυπολογιστών, Radar καιρού, μετεωρολογικοί δορυφόροι, δορυφόροι παρατήρησης γης κ.ά.). Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι σύγχρονες, εξελισσό- μενες και κοινές ευρωπαϊκές ανάγκες στη δορυφορική παρατήρηση και στην αριθ- μητική πρόγνωση καιρού και κλίματος, η Ευρώπη ίδρυσε δύο διακρατικούς-διεθνείς μετεωρολογικούς οργανισμούς για την κοινή ευρωπαϊκή μοντελοποίηση για τον κα- ρό το 1972 (European Center for Medium Weather Forecast-ECMWF, Ν. 1770/1988) και την κοινή ευρωπαϊκή δορυφορική παρατήρηση το 1986 (European Meteorologi- cal Satellites-EUMETSAT, Ν. 2205/1994). Οι ευρωπαϊκές συμβάσεις των μετεωρολογικών οργανισμών και η έρευνα για τις υπηρεσίες που αφορούν στο Κλίμα έχουν ενταχθεί από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 στην ευρωπαϊκή σχεδίαση με το πρόγραμμα παρακολούθησης της Γης για το περιβάλλον και την ασφάλεια (GLOBAL MONITORING FOR ENVIRONMENT AND SE- CURITY-GMES) που πλέον ονομάζεται Copernicus. Στο Copernicus αναδεικνύονται οι Ευρωπαϊκοί Μετεωρολογικοί Οργανισμοί ΕCMWF και EUMETSAT, και η Ευρωπαϊκή Οργάνωση Διαστήματος, Νόμος 3308/2005, ενώ το GCOS χρησιμοποιείται ως εργα- λείο εφαρμογής και σε δύο ακόμη συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Framework Convention of Climate Change - UNFCCC Νόμος 2205/1994 και United Nations Convention to Combat Desertification-UNCCD Νόμος 2468/1997) καθώς και για υποστήριξη του IPCC (Intergovernmental Panel of Climate Change). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο του Global Framework for Climate Services του ΠΜΟ, μετά από ειδική προγραμματική συμφωνία, ανέθεσε την σχεδίαση και την υλοποίηση των ερευνητικών διαδικασιών για την παροχή κεντρικών υπηρεσιών στο πεδίο του κλίματος και της Κλιματικής Αλλαγής, στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Μετε- ωρολογίας που έχει την ευθύνη για την έρευνα και την επιχειρησιακή λειτουργία των μοντέλων αριθμητικής πρόγνωσης (European Center for Medium Weather 10 Forecast-ECMWF). Οι κεντρικές υπηρεσίες Κλίματος περιλαμβάνουν προϊόντα για τους ακόλουθους τομείς: Διαχείριση υδάτων, Ενέργεια, Γεωργία, Δασοπονία, Υγεία, Τουρισμός, Υποδομές, Ασφαλιστικός τομέας, εκτίμηση επικινδυνότητας κλιματολο- γικών φυσικών καταστροφών, ασφάλεια μεταφορών και Διαχείριση παράκτιων ζωνών. http://www.ecmwf.int/en/about/what-we-do/copernicus/copernicus- climate-change-service. 2.2.2 Ελληνική κατάσταση Στην Ελλάδα υπάρχει ένα δίκτυο από ειδικούς μετεωρολογικούς σταθμούς από ό- που συγκεντρώνονται παρατηρήσεις. Με βάση αυτές τις παρατηρήσεις καταρτίζο- νται από την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία (ΕΜΥ) μετεωρολογικοί χάρτες και εκδίδονται ιδιαίτερα χρήσιμα (τόσο τακτικά όσο και έκτακτα) μετεωρολογικά δελτί- α. Αν και ο πρωταρχικός σκοπός της ΕΜΥ είναι η πρόγνωση του καιρού, παράλληλα δίνει και πολύτιμες πληροφορίες για τον καιρό και το κλίμα, στις κρατικές υπηρεσί- ες καθώς και σε σημαντικούς τομείς όπως στις μεταφορές, στη γεωργία κλπ. Η ΕΜΥ ιδρύθηκε το 1931 και έγινε επίσημο μέλος του ΠΜΟ το 1935, με στόχο τότε τη συνένωση αντίστοιχων δραστηριοτήτων και υποδομών και με ευθύνη τη λει- τουργία ενός ενιαίου δικτύου μετεωρολογικής παρατήρησης. Στις αρχές του 21ου αιώνα, η ΕΜΥ για την αποτελεσματική μετεωρολογική υποστήριξη των διαρκώς αυ- ξανόμενων αναγκών της Εθνικής Άμυνας, Εθνικής Οικονομίας και Κοινωνικού Συνό- λου σχεδίασε ένα πρόγραμμα εκσυγχρονισμού σχεδόν του συνόλου των δραστηριο- τήτων της, η υλοποίηση του οποίου είναι σε εξέλιξη. Η απόκτηση μιας εθνικής βάσης κλιματολογικών δεδομένων κατά GCOS που να α- νανεώνεται συνεχώς και να είναι ανοικτή και ηλεκτρονικά προσβάσιμη από τους δημόσιους φορείς, τα ΑΕΙ, τα ερευνητικά κέντρα και τον πολίτη, θεωρείται απαραί- τητη. Στο πλαίσιο αυτό, κατά την ΕΜΥ, η χώρα πρέπει να επικεντρώσει στο ενιαίο εθνικό δίκτυο παρατήρησης κατά GCOS και στην ενιαία εθνική βάση δεδομένων για το κλίμα, τη συνεχή βελτίωση και την παροχή αξιόπιστων προγνώσεων και άλλων υπηρεσιών κλίματος όπως εποχικές προγνώσεις και κλιματικές προβλέψεις, στηρι- ζόμενοι ιδιαίτερα σε συμμετοχές και συνεργασίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ECMWF, COSMO consortium). 2.3 Οικονομική συγκυρία και προσαρμογή Η Ελλάδα έχει ήδη αργήσει να αναπτύξει μια εθνική στρατηγική προσαρμογής. Και δυστυχώς αυτή την περίοδο βιώνει μια πρωτοφανή στα χρονικά οικονομική ύφεση. Μια τόσο βαθιά κρίση όσο η σημερινή ασφαλώς συνεπάγεται σοβαρούς οικονομι- κούς και άλλους περιορισμούς ως προς την υλοποίηση επιλογών προσαρμογής. Ω- στόσο, ο σχεδιασμός και η ανάληψη δράσεων στον τομέα της προσαρμογής δεν μπορούν να περιμένουν. Μπορούν να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα προσαρμογής στοχευμένα σε ευάλωτες ομάδες και στους κινδύνους που αυτές αντιμετωπίζουν. Άμεσα οφέλη μπορούν να επιτευχθούν με μέτρα χαμηλού κόστους που περιορίζουν την τρωτότητα και την έκθεση στη σημερινή μεταβλητότητα του κλίματος, και κατά συνέπεια προστατεύουν την ανθρώπινη υγεία και τους πόρους διαβίωσης και αυ- ξάνουν την κοινωνική και οικονομική ευημερία. Τα μέτρα αυτά θέτουν επίσης τα θεμέλια για την αντιμετώπιση των μελλοντικών τάσεων όσον αφορά την έκθεση και 11 την τρωτότητα στην κλιματική αλλαγή, αλλά και όσον αφορά τις ακραίες κλιματικές συνθήκες. Ταυτόχρονα, τα μέτρα προσαρμογής μπορούν να συμβάλουν στην προ- σπάθεια οικονομικής ανάκαμψης. Δεδομένου ότι οι δράσεις προσαρμογής συνεπάγονται σε μεγάλο βαθμό την ανά- ληψη επενδυτικών προγραμμάτων, η χρηματοδότηση των οποίων στο γενικότερο Ευρωπαϊκό πλαίσιο είναι πολύ πιθανό να μην παρουσιάζει ανυπέρβλητες δυσκολί- ες, ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα προσαρμογής μπορεί να αποτελέσει μοχλό α- νάπτυξης της Εθνικής οικονομίας σε περιφερειακό αλλά και εθνικό επίπεδο. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να επιτύχει διπλό όφελος (ή διπλό μέρισμα - double dividend), προστασία από την κλιματική αλλαγή, το οικονο- μικό/περιβαλλοντικό όφελος, και ενδυνάμωση της οικονομικής ανάπτυξης στη χώ- ρα μας, το αναπτυξιακό όφελος. H ΕΣΠΚΑ θα πρέπει να προσδιορίσει τις δράσεις προσαρμογής που μπορούν και πρέπει να ξεκινήσουν άμεσα. Σ’ αυτές συμπεριλαμβάνονται δράσεις που αποδίδουν άμεσο και σημαντικό όφελος ανεξαρτήτως εύρους επιπτώσεων της κλιματικής αλ- λαγής - όπως π.χ. η εξοικονόμηση νερού και η βελτίωση της περιβαλλοντικής δια- χείρισης –. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στις πολιτικές προσαρμογής που έχουν σημαντικές επιδράσεις στην απασχόληση και την ανάπτυξη, (π.χ., η χρήση πράσι- νων υποδομών, πράσινες στέγες) και μπορεί να συμβάλουν στην προσαρμογή με τη μορφή μείωσης του κινδύνου πλημμυρών και μετριασμού του φαινομένου θερμι- κής νησίδας. 2.4 Νομοθετικό και θεσμικό πλαίσιο Οι άξονες και τα εργαλεία της ΕΣΠΚΑ είναι αναγκαίο να ενσωματωθούν σε όλες τις πτυχές της δημόσιας διοίκησης και του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Συνεπώς, το συνολικότερο θεσμικό πλαίσιο θα πρέπει να εγγυάται την υλοποίησή της. Επιση- μαίνεται ότι οι ευρωπαϊκές Οδηγίες για το σύνολο των σχετικών ζητημάτων (ενδει- κτικά: αναμόρφωση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, διαχείριση υδάτινων πόρων, αξιολόγηση και διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας, προστατευόμενες περιοχές NATURA 2000, Ευρωκώδικες για την ασφάλεια των κατασκευών/υποδομών, δημό- σια υγεία, πρόσβαση του κοινού στην πληροφόρηση κ.ά.) συνδιαμορφώνουν το πλαίσιο υλοποίησης της ΕΣΠΚΑ στη χώρα μας. Παρόλα αυτά είναι απαραίτητη η θεσμική κατοχύρωση της ΕΣΠΚΑ, προκειμένου οι προτεραιότητες και οι άξονες που θέτει να ενταχθούν οριζόντια και να ενσωματω- θούν σ΄όλους τους επιμέρους τομείς άσκησης πολιτικής στην χώρα. Επίσης, απαραίτητη είναι η θεσμική κατοχύρωση των διαδικασιών εκπόνησης και θεσμοθέτησης των Περιφερειακών Σχεδίων για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΠεΣΠΚΑ). Ειδικότερα, απαιτείται να θεσμοθετηθούν: το περιεχόμενο /προδιαγραφές των ΠεΣΠΚΑ η διαδικασία έγκρισης, υλοποίησης και παρακολούθη- σης της εφαρμογής αυτών. Η θεσμική κατοχύρωση της κλιματικής προσαρμογής στην Ελλάδα προϋποθέτει την κατάλληλη οργάνωση και διασύνδεση των υπαρχόντων θεσμών και ομάδων εργα- σίας, έτσι ώστε να επιτευχθεί η ενσωμάτωση της ΕΣΠΚΑ στις επιμέρους πολιτικές με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. 12 Για τον σκοπό αυτό προτείνεται η θεσμοθέτηση Εθνικού Συμβουλίου για την Κλι- ματική Αλλαγή υπό τον συντονισμό / προεδρία του ΥΠΕΝ, με συμμετέχοντες από τα Υπουργεία Εσωτερικών, Υγείας, Οικονομικών, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρι- σμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Εθνικής Άμυνας (το οποίο προΐσταται της Ε.Μ.Υ.), την Τοπική Αυτοδιοίκηση Α΄& Β΄Βαθμού (ΚΕΔΕ, ΕΝΠΕ), τον επιχειρηματικό κόσμο, τις επαγγελματικές ενώσεις, τις περιβαλλοντικές ΜΚΟ, την επιστημονική κοινότητα, κλπ. Ο ακριβής τρόπος, οι διαδικασίες λειτουργίας του Συμβουλίου, οι αρμοδιότη- τες του, ο τρόπος παρακολούθησης της εφαρμογής των πολιτικών προσαρμογής, η επικαιροποίησή τους με βάση τις διαρκώς μεταβαλλόμενες οικονομικές, κοινωνι- κές, τεχνολογικές, κλιματολογικές, κλπ συνθήκες θα πρέπει επίσης να καθοριστούν, μέσω κατάλληλων θεσμικών ρυθμίσεων. Εκτός αυτού, τόσο για την πρόληψη, όσο και για τη διαχείριση των κινδύνων που συνεπάγεται η κλιματική αλλαγή και μεταβλητότητα προτείνεται η σύσταση, εντός του Υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας Τμήματος Προσαρμογής στην Κλιματική Αλ- λαγή, το οποίο θα υπάγεται στη Δ/νση Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας Ατμό- σφαιρας της Γενικής Δ/νσης Περιβαλλοντικής Πολιτικής και θα έχει συνεχή συνερ- γασία με την Πολιτική Προστασία. Επίσης, απαραίτητο είναι να θεσμοθετηθεί μηχανισμός παρακολούθησης και υπο- στήριξης της εφαρμογής τόσο της ΕΣΠΚΑ, όσο και των ΠεΣΠΚΑ. 2.5 Εφαρμογή της στρατηγικής Όπως ήδη αναφέρθηκε στην ενότητα 2.1, η ΕΣΠΚΑ αποτελεί τη βάση για την περαι- τέρω εξειδίκευση των προσαρμοστικών πολιτικών και δράσεων για κάθε μια από τις δεκατρείς Περιφέρειες της χώρας. Με γνώμονα τις ιδιαιτερότητες των περιφερεια- κών ενοτήτων της χώρας, προβλέπεται η κατάρτιση εκτιμήσεων τρωτότητας για οι- κοσυστήματα, οικονομικούς κλάδους και πληθυσμιακές ομάδες με προοπτική του- λάχιστον έως το 2050 στη βάση των οποίων θα γίνει η επιλογή των σημαντικότερων μέτρων προσαρμογής, όπως αυτά ενδεικτικά αναφέρονται κατά τομέα δραστηριό- τητας στο κεφάλαιο 4 παρακάτω. Η ανάλυση τρωτότητας, η ιεράρχηση και επιλογή μέτρων και δράσεων, ο χρονικός προγραμματισμός και η διερεύνηση της χρηματο- δότησης / υλοποίησης τους θα αποτελέσουν τους βασικούς άξονες των ΠεΣΠΚΑ. Το ίδιο ισχύει και για την εφαρμογή των δεικτών και άλλων εργαλείων παρακολούθη- σης της εξέλιξης και εφαρμογής των μέτρων προσαρμογής. Η χρηματοδότηση των προσαρμοστικών επενδύσεων και πολιτικών θα στηρίζεται κυρίως στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Με δεδομένη την σημερινή συγκυ- ρία, η υλοποίηση των προσαρμοστικών επενδύσεων θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των φορέων να αντλήσουν κεφάλαια από διεθνείς χρηματοδοτι- κές πηγές (πχ Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων) και Ευρωπαϊκά Ταμεία. Ειδικά η υλοποίηση των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του Συμφώνου Εταιρικής Σχέσης (ΕΣΠΑ 2014-2020) αποτελεί μια χρυσή ευκαιρία για τους φορείς υλοποίησης να α- ντλήσουν κονδύλια χρηματοδότησης των Σχεδίων. 13 3. Ανάλυση επικινδυνότητας και τρωτότητας 3.1 Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και το εγχώριο έλλειμμα προ- σαρμογής Η έκθεση της ΤτΕ (ΕΜΕΚΑ, 2011) σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ανέδειξε τον πλούτο των φυσικών πόρων που διαθέτει η χώρα μας αλλά και τους κινδύνους που απειλούν το φυσικό και το ανθρώπινο περιβάλλον της. Πρόκειται για μια χώρα με εξαιρετικά μεγάλο μήκος ακτογραμμής, περίπου 16.300 χλμ. (όσο πε- ρίπου το 1/3 της περιφέρειας του πλανήτη), εκ των οποίων περίπου τα 1.000 χλμ. αποτελούν περιοχές υψηλής ευπάθειας στην κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με την παραπάνω έκθεση, η ευπάθεια έγκειται στον κίνδυνο ανόδου της μέσης στάθμης της θάλασσας στη χώρα μας, η οποία εκτιμάται ότι θα κυμανθεί μέχρι το 2100 με- ταξύ 0,2 και 2 μέτρων. Βεβαίως, η ευπάθεια των ακτών δεν καθορίζεται μόνον από τον κίνδυνο ανόδου της μέσης στάθμης της θάλασσας και τις ακραίες κυματικές κα- ταστάσεις, αλλά και από άλλους τοπικούς παράγοντες, τεκτονικούς, γεωμορφολογι- κούς κλπ. Από το σύνολο της ακτογραμμής του Αιγαίου πελάγους περίπου το 58% αποτελεί ακτές με υψηλή ευπάθεια στις εκτιμώμενες εξελίξεις. Οι συνέπειες τόσο των μακροχρόνιων μεταβολών της στάθμης της θάλασσας, όσο και των παροδικών ακραίων καταστάσεων, αφορούν πολλούς κλάδους της οικονομίας, μεταξύ των ο- ποίων τον τουρισμό, τις χρήσεις γης και τις μεταφορές. Το συνολικό κόστος εξαιτίας των ανθρωπογενών μεταβολών της στάθμης της θάλασσας ανέρχεται σε πολλές δε- κάδες εκατομμύρια ευρώ κατ’ έτος, όπως αναλύεται διεξοδικά στα επιμέρους κε- φάλαια. Το περιβάλλον της Ελλάδος, διαθέτει μεγάλη βιοποικιλότητα και διαφορετικά κλι- ματικά χαρακτηριστικά, που οφείλονται στην αλληλεπίδραση μεταξύ αφενός των καιρικών συστημάτων και αφετέρου της πολύπλοκης τοπογραφίας και της εκατο- στιαίας κατανομής ξηράς και θάλασσας. Η χώρα διαθέτει αρκετά όμβρια ύδατα και θα πρέπει να γίνεται σωστή διαχείριση αυτών. Ο συνολικός όγκος του ύδατος που δέχεται η χώρα κατ’ έτος ανέρχεται κατά μέσον όρο σε 115 δισ. κυβικά μέτρα, όγκος συγκρίσιμος με άλλων χωρών της Ευρώπης. Η μειωμένη διαθεσιμότητα υδάτων στην ομβροσκιά της χώρας γίνεται εντονότερη, όχι μόνο λόγω της ακατάλληλης δια- χείρισης των υδάτινων πόρων αλλά και εξαιτίας ακραίων κλιματικών καταστάσεων, όπως εκείνη του 1989-90, κατά την οποία οι βροχές μειώθηκαν κατά περίπου 40%. Με βάση τα υποδείγματα υπολογισμού της ανθρωπογενούς παρέμβασης στο κλίμα υπό τα δύο ακραία σενάρια κλιματικής μεταβολής που αναλύονται στα συναφή τμήματα της μελέτης, αναμένεται ότι κατά το τέλος του 21ου αιώνα η βροχή θα μειωθεί μεταξύ 5% και περίπου 19%, αντίστοιχα, σε επίπεδο επικράτειας. Επίσης, προκύπτει ότι κατά το τέλος του 21ου αιώνα η θερμοκρασία του αέρα θα αυξηθεί μεταξύ περίπου 3,0οC και 4,5οC, αντίστοιχα. Γενικά, οι προσομοιώσεις προβλέπουν σημαντικές μεταβολές πολλών κλιματικών παραμέτρων, όπως η υγρασία, η νεφο- κάλυψη κ.λπ. Ενδιαφέρον, όσον αφορά τη χρήση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), παρου- σιάζουν η αναμενόμενη αύξηση της μέσης προσπίπτουσας ηλιακής ακτινοβολίας 14 στο σύνολο της επικράτειας, η οποία προβλέπεται να αυξηθεί μεταξύ 2,3 W/τετρ. μ. και 4,5 W/τετρ. μ., καθώς και η αύξηση της έντασης των ετησίων ανέμων κατά 10% προς το τέλος του 21ου αιώνα. Από την παραπάνω μελέτη προέκυψε επίσης ότι, ακόμη και στην περίπτωση ενδιά- μεσων σεναρίων αναμένεται ότι στα ηπειρωτικά ο αριθμός των ημερών κατά τις οποίες η μέγιστη θερμοκρασία θα υπερβαίνει τους 35 οC θα είναι μεγαλύτερος κατά 35-40 ημέρες την περίοδο 2071-2100 σε σύγκριση με το παρόν. Ακόμη μεγαλύτερη αύξηση (περίπου 50 ημέρες στην επικράτεια) θα σημειωθεί ως προς τον αριθμό των ημερών με ελάχιστη θερμοκρασία άνω των 20 οC (τροπικές νύκτες). Σε αντιδιαστο- λή, ο αριθμός των ημερών με νυκτερινό παγετό αναμένεται να μειωθεί σημαντικά, ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα (μείωση έως και κατά 40 ημέρες). Εξάλλου, η άνοδος της θερμοκρασίας θα έχει ως συνέπεια την αύξηση της χρονικής διάρκειας της βλαστη- τικής περιόδου κατά 15-35 ημέρες. Μια σημαντική επίπτωση της ανόδου της θερμοκρασίας είναι η αυξανόμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας για ψύξη το καλοκαίρι. Ειδικότερα, στα πεδινά ηπειρωτικά της Ελλάδος θα υπάρχει αυξημένη ανάγκη ψύξης έως και 40 επιπλέον ημέρες το χρόνο κατά την περίοδο 2071-2010, ενώ στις νησιωτικές και ορεινές περιοχές οι αυξήσεις θα είναι μικρότερες. Μια θετική πτυχή της αλλαγής του κλίματος αποτελεί η μειω- μένη ενεργειακή απαίτηση για θέρμανση που προβλέπεται για τη χειμερινή περίο- δο. Μεταβολές αναμένονται επίσης ως προς τις ακραίες τιμές της βροχόπτωσης. Στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και τη ΒΔ Μακεδονία η μέγιστη ποσότητα του νερού που κατακρημνίζεται σε διάστημα έως 3 ημέρες αναμένεται να αυξηθεί σε ποσοστό έως 30% ενώ στη Δυτική Ελλάδα αναμένεται να μειωθεί σε ποσοστό έως 20%. Σε αντι- διαστολή με τις πλημμυρικές περιόδους, οι μεγαλύτερες αυξήσεις της διάρκειας των ξηρών περιόδων θα σημειωθούν στην ανατολική ηπειρωτική χώρα και στη Βό- ρεια Κρήτη, όπου αναμένονται 20 επιπλέον ημέρες ξηρασίας μέχρι το 2021-2050 και μέχρι 40 επιπλέον ημέρες το 2071-2100. Αναμένεται ότι η μεταβολή των κλιμα- τικών συνθηκών θα αυξήσει σημαντικά τον αριθμό των ημερών με εξαιρετικά αυξη- μένο κίνδυνο πυρκαγιάς, κατά 40 ημέρες το 2071-2100 σε όλη την Ανατολική Ελλά- δα από τη Θράκη ως την Πελοπόννησο, ενώ μικρότερες αυξήσεις αναμένονται στη Δυτική Ελλάδα. Γενικότερα, οι επιπτώσεις για όλους τους τομείς της εθνικής οικονομίας που εξετά- στηκαν στην έκθεση της ΤτΕ (ΕΜΕΚΑ, 2011) είναι αρνητικές και, σε πολλές περιπτώ- σεις, εξαιρετικά αρνητικές. Οι επιπτώσεις π.χ. στα δάση ελάτης, οξιάς και πεύκης είναι σημαντικές, ενώ και η διόγκωση του κόστους λόγω της αύξησης του αριθμού και της έκτασης των δασικών πυρκαγιών είναι ουσιώδης. Επιπλέον, αναμένεται μείωση της αφθονίας των ειδών και της βιοποικιλότητας γενικότερα. Εκτιμάται ότι η κλιματική αλλαγή, με βάση την επίδρασή της στην εξέλιξη του δείκτη τουριστικής ευφορίας ως το τέλος του αιώνα, θα έχει σημαντικές επιπτώσεις για τον ελληνικό τουρισμό, οι οποίες εντοπίζονται κυρίως στη χρονική και περιφερειακή ανακατανο- μή των αφίξεων τουριστών στη χώρα μας, επομένως και των τουριστικών εισπρά- ξεων. Τα έσοδα από τον τομέα του τουρισμού αποτελούν σημαντικό οικονομικό πόρο της χώρας, γι’ αυτό και απαιτείται μακροχρόνιος στρατηγικός σχεδιασμός με στόχο την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος της χώρας στο πλαίσιο της εξε- λισσόμενης ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής. 15 Οι συνέπειες της κλιματικής μεταβολής στο δομημένο περιβάλλον, στις μεταφορές, στην υγεία, στην εξορυκτική βιομηχανία και σε άλλους κλάδους είναι επίσης σημα- ντικές. Από τη μελέτη της ΤτΕ (ΕΜΕΚΑ, 2011) προκύπτει ότι είναι απαραίτητο να σχεδιαστεί συγκεκριμένη πολιτική προσαρμογής για όλους τους τομείς. Σ’ αυτήν θα πρέπει να ενταχθεί και μια αναθεωρημένη εξωτερική πολιτική ως προς τις κατευ- θύνσεις που ενδιαφέρουν τη χώρα μας. Όσον αφορά στις οικονομικές εκτιμήσεις, εκπονήθηκαν εξειδικευμένες μελέτες για τρία σενάρια: Το δυσμενέστερο σενάριο από πλευράς έντασης της ανθρωπογενούς κλιματικής μεταβολής αντιστοιχεί σε ανυπαρξία κάθε δράσης για μείωση των αν- θρωπογενών εκπομπών των αερίων που το προκαλούν και χαρακτηρίστηκε στη με- λέτη ως Σενάριο Μη Δράσης. Στην περίπτωση του σεναρίου αυτού υπολογίζεται ότι το ΑΕΠ της Ελλάδος θα μειωθεί, σε ετήσια βάση, κατά 2% το 2050 και κατά 6% το 2100. Το συνολικό σωρευτικό κόστος του Σεναρίου Μη Δράσης για την ελληνική οι- κονομία, για το χρονικό διάστημα έως το 2100, εκφρασμένο ως μείωση του ΑΕΠ του έτους βάσης, ανέρχεται στα €701 δισ. (σε σταθερές τιμές του 2008). Το επόμενο σε- νάριο στην παρούσα μελέτη καθορίστηκε ως Σενάριο Μετριασμού, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα μειώνει συνεχώς και δραστικά τις εκπομπές αερίων του θερμοκη- πίου, στο πλαίσιο αντίστοιχης παγκόσμιας προσπάθειας, με αποτέλεσμα η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας να περιοριστεί στους 2oC. Το συνολικό σωρευτικό κόστος του Σεναρίου Μετριασμού, για το χρονικό διάστημα έως το 2100, εκφρασμένο ως απώλεια ΑΕΠ, προκύπτει ίσο με €436 δισ. (σταθερές τιμές του 2008). Δηλαδή, το συνολικό κόστος στην περίπτωση του Σεναρίου Μετριασμού είναι κατά €265 δισ. μικρότερο από αυτό του Σεναρίου Μη Δράσης και επομένως η πολιτική μετριασμού μειώνει κατά 40% το κόστος της μη δράσης. Τέλος, προκειμένου να μετριαστούν οι ζημίες από την κλιματική αλλαγή, είναι αναγκαίο να ασκηθεί και πολιτική προσαρ- μογής, η οποία προβλέπεται από το Σενάριο Προσαρμογής. Σ’ αυτή την περίπτωση, το ΑΕΠ της Ελλάδος θα παρουσιάσει μείωση κατά 2,3% και 3,7% τα έτη 2050 και 2100 αντίστοιχα και το κόστος προσαρμογής εκτιμάται ίσο με €67 δις. Ωστόσο, τα μέτρα προσαρμογής δεν εξαλείφουν το σύνολο των ζημιών λόγω της κλιματικής αλ- λαγής, απλώς τις περιορίζουν. Το συνολικό κόστος για την ελληνική οικονομία από τις εναπομένουσες ζημίες λόγω της κλιματικής αλλαγής εκτιμήθηκε ίσο με €510 δισ. (σταθερές τιμές του 2008), σωρευτικά μέχρι το 2100. Το συνολικό κόστος για την ελληνική οικονομία βάσει του Σεναρίου Προσαρμογής είναι το άθροισμα του κό- στους που επιφέρουν στην οικονομία τα μέτρα προσαρμογής και του κόστους που οφείλεται στις, περιορισμένες, ζημίες εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Έτσι, το συ- νολικό κόστος του Σεναρίου Προσαρμογής εκτιμήθηκε ίσο με €577 δισ. (σταθερές τιμές του 2008), σωρευτικά μέχρι το 2100 (βλέπε Παράρτημα 2, το κόστος της κλι- ματικής αλλαγής και της προσαρμογής σε πίνακες και διαγράμματα). 3.2 Κλιματική επικινδυνότητα και τρωτότητα σε περιφερειακό επίπεδο Oι συνολικές εκτιμήσεις των ζημιών από την κλιματική αλλαγή, ανά οικονομική δραστηριότητα, όπως εκτιμήθηκαν στη μελέτη της ΕΜΕΚΑ, παρουσιάζονται στην τελευταία γραμμή του παρακάτω πίνακα 1: «ΖΗΜΙΕΣ/ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗ- ΤΑ εκατ. Ευρώ» (ΕΜΕΚΑ, 2011). Οι ζημίες αυτές πρέπει να επιμερισθούν σε κάθε γεωγραφική περιφέρεια ώστε να αποκτήσουμε κάποια ένδειξη της τρωτότητας της 16 κάθε περιφέρειας στην κλιματική αλλαγή με βάση τη σχετική ένταση των οικονομι- κών δραστηριοτήτων της. Δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή αναμένεται να προκα- λέσει ζημίες κυρίως στις παραγωγικές δραστηριότητες, μια εύλογη βάση επιμερι- σμού είναι η σχέση μεταξύ παραγωγής που αντιστοιχεί σε μια συγκεκριμένη δρα- στηριότητα σε μια περιφέρεια με τη συνολική παραγωγή από όλες τις δραστηριότη- τες στην ίδια περιφέρεια. Yij Επομένως ως βάση επιμερισμού μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο λόγος e ij = Y όπου j Yj η συνολική παραγωγή στην περιφέρεια j =1,…13 και Yij η παραγωγή της δραστη- ριότητας i στην περιφέρεια j. Ο λόγος αυτός προσεγγίστηκε, επειδή δεν υπάρχουν στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ ή άλ- λη αξιόπιστη πηγή για την παραγωγή ανά τομέα δραστηριότητας και περιφέρεια, με βάση το λόγο συνολικής παραγωγής στην περιφέρεια προς την συνολική εθνική πα- ραγωγή και το μερίδιο απασχόλησης στην παραγωγική δραστηριότητα i στην περι- φέρεια j (Πηγή: έρευνα εργατικού δυναμικού ΕΛΣΤΑΤ). Ο πίνακας 1 «ΖΗΜΙΕΣ / ΟΙ- ΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ εκατ. ευρώ» (ΕΜΕΚΑ, 2011) παρουσιάζει την κατανομή των ζημιών ανά δραστηριότητα και κλάδο με βάση την παραπάνω προσέγγιση, ενώ ο παρακάτω πίνακας 2: «ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑΣ ΑΝΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΜΕΑ» ιεραρχεί τις ζημιές ανά δραστηριότητα και κλάδο, με 1 τη μικρότερη ζημία και 13 τη μεγαλύτερη. Οι εκτιμήσεις αυτές αποτελούν μια πρώτη προσέγγιση με δεδομένα τα χρονικά πλαίσια της παρούσας μελέτης και τους πόρους που διατίθενται γι’ αυτήν. Για τις ανάγκες του στρατηγικού σχεδιασμού μια προσέγγιση για τον προσδιορισμό της τρωτότητας θα ήταν να ορίσουμε τρία επίπεδα τρωτότητας π.χ. χαμηλό (Χ) 1-3, μέ- σο (Μ) 4-7 και υψηλό (Υ) 8-13 και να κατατάξουμε τις περιφέρειες ανά τρωτότητα και δραστηριότητα. Στη γεωργία π.χ. υψηλή τρωτότητα φαίνεται ότι παρουσιάζουν οι περιφέρειες, ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ, ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ και ΚΡΗΤΗΣ. Μια άλλη προσέγ- γιση θα ήταν να υπολογίσουμε τη συνολική ζημιά από την κλιματική αλλαγή σε κά- θε περιφέρεια (τελευταία στήλη πίνακα 1) σε σχέση με την προστιθέμενη αξία σε κάθε περιφέρεια. Η τρωτότητα με βάση την προσέγγιση αυτή παρουσιάζεται στον πίνακα 3: «ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑΣ ΑΝΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ». 17 ΠΙΝΑΚΑΣ 1: ΖΗΜΙΕΣ/ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΑΝΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΜΕΑ σε ΕΚΑΤ. ΕΥΡΩ (ΕΜΕΚΑ, 2011) Γεωγραφική Πε- Εξορ. Δομ. Μετα- Συνολική Προστ. Αξία Γεωργία Δάση Αλιεία Ύδρευση Τουρισμός Υγεία Ζ/ΠΑ ριφέρεια Βιομηχανία Περιβάλλον φορές Ζημιά (2011) ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ 105,246 3,747 0,857 25,938 15,276 1,518 2,128 32,876 3,274 190,859 7216,00 0,026449 ΘΡΑΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑ- 169,858 6,048 1,382 133,897 31,543 3,870 9,212 145,160 12,906 513,876 24992,00 0,020562 ΚΕΔΟΝΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕ- 33,845 1,205 0,275 348,744 3,496 1,078 1,021 24,133 1,226 415,023 4021,00 0,103214 ΔΟΝΙΑΣ ΗΠΕΙΡΟΥ 40,196 1,431 0,327 7,146 4,209 1,193 1,626 26,660 2,624 85,413 4055,00 0,021064 ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ 110,471 3,933 0,899 16,246 19,136 2,113 2,150 48,175 4,250 207,372 8812,00 0,023533 ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ 31,899 1,136 0,260 0,000 0,685 0,782 1,477 41,447 0,854 78,539 3098,00 0,025352 ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 114,731 4,085 0,934 0,000 9,359 1,998 3,616 53,965 4,522 193,211 8555,00 0,022585 ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 79,861 2,843 0,650 172,094 13,514 1,834 3,036 68,592 2,501 344,926 7984,00 0,043202 ΑΤΤΙΚΗΣ 35,889 1,278 0,292 160,317 113,300 13,901 57,696 429,395 52,979 865,046 88921,00 0,009728 ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 117,335 4,178 0,955 55,721 3,282 1,933 2,875 45,973 2,685 234,936 7755,00 0,030295 ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ 19,077 0,679 0,155 0,000 2,185 0,603 1,055 17,745 1,000 42,501 2592,00 0,016397 ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ 29,047 1,034 0,236 48,506 15,998 1,914 2,054 69,599 2,672 171,060 5747,00 0,029765 ΚΡΗΤΗΣ 95,545 3,402 0,778 31,181 11,018 2,264 3,053 81,280 3,506 232,028 8623,00 0,026908 Σύνολα 983,000 35,000 8,000 999,790 243,000 35,000 91,000 1085,000 95,000 ΠΙΝΑΚΑΣ 2: ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑΣ ΑΝΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΜΕΑ Εξορυκτική Δομημένο Γεωγραφική Περιφέρεια Γεωργία Δάση Αλιεία Ύδρευση Μεταφορές Τουρισμός Υγεία Βιομηχανία Περιβάλλον ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 9 9 9 4 10 5 6 4 8 ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 13 13 13 8 12 12 12 12 12 ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 4 4 4 11 4 3 1 2 3 ΗΠΕΙΡΟΥ 6 6 6 2 5 4 4 3 5 ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ 10 10 10 3 11 10 7 7 10 ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ 3 3 3 1 1 2 3 5 1 ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 11 11 11 1 6 9 11 8 11 ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 7 7 7 10 8 6 9 9 4 ΑΤΤΙΚΗΣ 5 5 5 9 13 13 13 13 13 ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 12 12 12 7 3 8 8 6 7 ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ 1 1 1 1 2 1 2 1 2 ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ 2 2 2 6 9 7 5 10 6 ΚΡΗΤΗΣ 8 8 8 5 7 11 10 11 9 18 ΠΙΝΑΚΑΣ 3: ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑΣ ΑΝΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ Συνολ. Προστ. Γεωγραφική Περιφέρεια Ζ/ΠΑ Τρωτότητα Ζημιά (Z) Αξία (2011) (ΠΑ) ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 190,859227 7216,00 0,026449 8 ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 513,875714 24992,00 0,020562 3 ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 415,023342 4021,00 0,103214 13 ΗΠΕΙΡΟΥ 85,412628 4055,00 0,021064 4 ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ 207,372312 8812,00 0,023533 6 ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ 78,539272 3098,00 0,025352 7 ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 193,210767 8555,00 0,022585 5 ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 344,925957 7984,00 0,043202 12 ΑΤΤΙΚΗΣ 865,046080 88921,00 0,009728 1 ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ 234,936493 7755,00 0,030295 11 ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ 42,500782 2592,00 0,016397 2 ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ 171,059590 5747,00 0,029765 10 ΚΡΗΤΗΣ 232,027837 8623,00 0,026908 9 3.3 Ακραία καιρικά φαινόμενα Η μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΜΕΚΑ, 2011) κατέδειξε ότι οι μεταβολές στη συχνότητα και ένταση των ακραίων φαινομένων θα είναι μια από τις κύριες επι- πτώσεις της κλιματικής αλλαγής για τον ελλαδικό χώρο με επακόλουθες αρνητικές επιδράσεις στην ευπάθεια των κοινωνιών και οικοσυστημάτων με την έκθεσή τους σε περιβαλλοντικούς κινδύνους. Πιο συγκεκριμένα, οι καύσωνες είναι πολύ πιθανό να γίνουν πιο συχνοί με μεγαλύ- τερη διάρκεια και ένταση. Αναμένονται λιγότερα έντονα φαινόμενα ψύχους, ωστό- σο, περιστασιακές έντονες ψυχρές περίοδοι θα εξακολουθήσουν να εμφανίζονται ακόμα και κατά το δεύτερο μισό του 21ου αιώνα. Η καλοκαιρινή ξηρασία αναμένε- ται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο οδηγώντας σε επιμήκυνση των περιόδων ξηρα- σίας και σε πιέσεις στα υδατικά αποθέματα περιοχών με ήδη αυξημένη ευπάθεια. Παράλληλα, οι υψηλής έντασης βροχοπτώσεις αναμένεται να γίνουν πιο συχνές στα επόμενα 70 χρόνια, με συνέπεια στις αστικές περιοχές οι ξαφνικές πλημμύρες, λόγω των έντονων τοπικών βροχοπτώσεων, να γίνονται όλο και πιο συχνές. Οι αλλαγές σε αυτά τα ακραία φαινόμενα αναμένεται να επηρεάσουν ιδιαίτερα το- μείς όπως τη γεωργία, την αλιεία, την ανθρώπινη υγεία, τους υδάτινους πόρους, τη βιοποικιλότητα, τα οικοσυστήματα καθώς και τις υποδομές, τις μεταφορές και την ενέργεια. Ως εκ τούτου, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή όσον αφορά στα α- κραία φαινόμενα, αποτελεί μέρος των στρατηγικών προσαρμογής για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας αυτών των τομέων και λαμβάνονται υπόψη στις προτεινόμενες στρατηγικές. 19 Στην λογική αυτή, η Κοινοτική Οδηγία 2007/60/ΕΚ για την αξιολόγηση και διαχείρι- ση των κινδύνων πλημμύρας προτρέπει τα κράτη-μέλη να καταρτίσουν Σχέδια Δια- χείρισης των Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ) για τις τρωτές περιοχές βασισμένα στους Χάρτες Επικινδυνότητας πλημμύρας σε επίπεδο περιοχής λεκάνης απορροής ποτα- μού. Έχουν ήδη προκηρυχθεί από την Ειδική Γραμματεία Υδάτων μελέτες για δια- χείριση κινδύνου πλημμύρας σε πέντε υδάτινα διαμερίσματα της χώρας. Επιπρόσθετα όμως των μέτρων προσαρμογής ανά τομέα, ειδικά για τα ακραία φαι- νόμενα, η έγκαιρη προειδοποίηση είναι απόλυτα αναγκαία. Συνιστάται λοιπόν η ανάπτυξη, σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο στην Ευρώπη, ολοκληρωμένων κλι- ματικών υπηρεσιών (integrated climate services) για την Ελλάδα στα πλαίσια των ευρωπαϊκών. Παροχή κεντρικών ευρωπαϊκών υπηρεσιών για την κλιματική αλλαγή υλοποιείται σήμερα από το Copernicus Climate Change Service (http://www.copernicus.eu/main/climate-change), μια σύμπραξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Μεσοπρόθεσμων Μετεωρολογικών Προγνώσε- ων (ECMWF). Επίσης ευρωπαϊκές υπηρεσίες υποστήριξης σε στρατηγικές προσαρ- μογής στην κλιματική αλλαγή παρέχονται από τη διαδικτυακή πλατφόρμα CLIMATE- ADAPT (http://climate-adapt.eea.europa.eu/) του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περι- βάλλοντος. Οι δημόσιες υπηρεσίες που σχετίζονται με θέματα προσαρμογής θα πρέπει να αναπτυχθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να διευκολύνουν και να προωθούν την αλληλεπίδραση και συνεργασία μεταξύ των χρηστών, ιδιωτικών και δημόσιων φορέων προκειμένου να σχεδιάζονται αποτελεσματικά μέτρα προσαρμογής τα ο- ποία πρέπει να: - παρέχουν εύκολη πρόσβαση σε μετεωρολογικές και υδρολογικές παρατηρή- σεις, μετεωρολογικές και κλιματικές προβλέψεις και προϊόντα, εστιάζοντας κυ- ρίως στην προσαρμογή για την κλιματική αλλαγή, - διευκολύνουν την παραγωγή έγκαιρων και ακριβών προειδοποιήσεων για τα ακραία φαινόμενα σε εθνικό/περιφερειακό επίπεδο, - παρέχουν ενημερωμένα στοιχεία για τις τάσεις του κλίματος στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον, - διευκολύνουν την προώθηση ποιοτικών αναλύσεων του παρόντος κλίματος κα- θώς και μελλοντικών προβλέψεων της κλιματικής αλλαγής σε κυβερνήσεις, χώ- ρες, δήμους, επιχειρήσεις καθώς και για ερευνητικούς σκοπούς, - παρέχουν και ενισχύουν τη χρήση εργαλείων προσαρμογής (adaptation tools). Αναγκαίο πρώτο βήμα για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι η οργάνωση και ανάπτυξη ενός ενιαίου συστήματος παρατήρησης του κλίματος και μιας εθνικής βάσης δεδομένων κλίματος. Η συνεχής λειτουργία μιας τέτοιας γνωσιακής κλιματο- λογικής βάσης θα αποτελεί μία άριστη πηγή τεκμηριωμένων χρονοσειρών των κλι- ματολογικών μεταβλητών από την αρχή του 20ού αιώνα ως σήμερα. Αυτές οι χρο- νοσειρές θα τεκμηριώνουν με τη σειρά τους την προγνωστικότητα των μοντέλων για τη συνεχή επικαιροποίηση της στρατηγικής της προσαρμογής στην κλιματική αλλα- γή. 20 3.4 Πρώτα συμπεράσματα και προτεραιότητες επέμβασης Η προηγηθείσα ανάλυση τρωτότητας είναι μια πρώτη προσπάθεια ποσοτικοποίη- σης και ιεράρχησης των αναμενόμενων κλιματικών κινδύνων στην ελληνική επικρά- τεια. Είναι φανερό ότι προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στους τομείς εκείνους οι ο- ποίοι προβλέπεται να πληγούν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή, καθώς και να προληφθούν εκείνες οι επιπτώσεις οι οποίες προκαλούν το μεγαλύτερο κόστος για την οικονομία. Όπως προέκυψε από τις σχετικές αναλύσεις (ΕΜΕΚΑ, 2011), ο τομέας που αναμένεται ότι θα πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα είναι η γεωργία, ενώ μεγάλες συνέπειες για το σύνολο της οικονομίας και το εισόδημα των νοικοκυριών θα έχουν και οι επιπτώσεις στον τουρισμό και στα παράκτια συστήματα. Ειδική σημασία έχει επίσης ο τομέας των υδάτινων αποθεμά- των, ο οποίος επηρεάζει τόσο τη γεωργία όσο και την ύδρευση. Επομένως, η εφαρ- μογή των πολιτικών προσαρμογής πρέπει να εστιαστούν στους παραπάνω τομείς και να προγραμματιστεί έγκαιρα η υλοποίηση κατάλληλων δράσεων, ώστε να μειω- θούν οι αναμενόμενες αρνητικές επιπτώσεις. Κρίνεται επίσης σκόπιμο να εξεταστεί η τήρηση στρατηγικών αποθεμάτων βασικών τροφίμων και νερού για την κάλυψη των βασικών αναγκών του πληθυσμού της χώ- ρας, στην περίπτωση ακραίων καιρικών φαινομένων ευρείας κλίμακας όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση παρατεταμένης ξηρασίας. 21 4. Τομεακές Πολιτικές προσαρμογής Λαμβάνοντας υπόψη την ανάλυση επικινδυνότητας και τρωτότητας, διερευνώνται στο κεφάλαιο αυτό, και σε γενικές γραμμές, οι διαθέσιμες τεχνολογίες και πολιτικές προσαρμογής ανά τομέα /τομεακή πολιτική. Ειδικότερα, στο παρόν κεφάλαιο έχουν επιλεγεί και διερευνώνται οι τομείς που α- ναμένεται ότι θα πληγούν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα και για κάθε τομέα αναφέρονται στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό οι εναλλακτικές επι- λογές προσαρμογής με βάση τα κύρια χαρακτηριστικά τους, και περιγράφονται οι πιθανές δράσεις και μέτρα. Σημειώνεται ότι δεν γίνεται εξαντλητική περιγραφή των δράσεων/ μέτρων. Με δεδομένο ότι η ΕΣΠΚΑ αποτελεί κείμενο στρατηγικού προσανατολισμού με στό- χο τη χάραξη κατευθυντήριων γραμμών, το παρόν κεφάλαιο δεν αποφαίνεται για τη σκοπιμότητα επιμέρους δράσεων και μέτρων προσαρμογής σε περιφερειακό/ τοπι- κό επίπεδο και δεν επιχειρεί την ιεράρχηση των ενδεικτικά προτεινόμενων μέτρων και δράσεων τόσο σε επίπεδο τομέα, όσο και σε επίπεδο περιφερειακό/τοπικό. Η τελική επιλογή, η ιεράρχιση και ο χρονοπρογραμματισμός των κατάλληλων δράσε- ων και μέτρων, συνιστούν το περιεχόμενο και την ουσία των δεκατριών (13) ΠεΣΠΚΑ που επίκειται να συνταχθούν με βάση τις ιδιαιτερότητες κάθε Περιφέρειας. Στο παραπάνω πλαίσιο, κάθε ΠεΣΠΚΑ θα ιεραρχεί με βάση την περιφερειακή ανά- λυση τρωτότητας και την ποσοτικοποίηση των αναμενόμενων κλιματικών κινδύνων, τόσο τους τομείς λήψης μέτρων και υλοποίησης δράσεων όσο και αυτές καθαυτές τις δράσεις/ μέτρα που τελικά θα επιλεγούν. Για κάθε επιλεγέντα τομέα καθώς και για τις επιλεγείσες δράσεις/ μέτρα θα αξιολογεί επίσης κάθε διαθέσιμο στοιχείο (π.χ. υφιστάμενα διαχειριστικά σχέδια, προγράμματα παρακολούθησης και εφαρ- μογής, κ.λπ). Περαιτέρω θα καθορίζει τους φορείς υλοποίησης, τα οικονομικά μέσα, κλπ. 4.1 Γεωργία και κτηνοτροφία Η αγροτική παραγωγή αποτελεί τομέα δραστηριότητας που θα επηρεαστεί σημα- ντικά από την κλιματική αλλαγή, καθώς το είδος, η ποσότητα και η ποιότητα των γεωργικών προϊόντων εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το κλίμα. Οι κλιματικές με- ταβλητές που κυρίως επηρεάζουν την παραγωγικότητα των καλλιεργειών είναι η θερμοκρασία του αέρα, τα κατακρημνίσματα, η ένταση και η διάρκεια έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία, η συγκέντρωση του CO2 της ατμόσφαιρας, καθώς και η διάρ- κεια και ένταση των ακραίων φαινομένων. Επιπλέον, σημαντικό ρόλο αναμένεται να παίξει η υποβάθμιση των γεωργικών εδαφών λόγω της διατήρησης ή επαύξησης του φαινομένου της ερημοποίησης. 22 Οι λεπτομερείς εκτιμήσεις των επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής στην αγροτική παραγωγή εκτίθενται στη μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΜΕΚΑ, 2011), όπου δεν καλύπτεται ο τομέας της Κτηνοτροφίας. Οι επιδράσεις αυτές διαφέρουν ανάλο- γα με το είδος της καλλιέργειας. Βρέθηκε επίσης σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των 11 κλιματικών ζωνών που εξετάσθηκαν, με τις ποιο θετικές επιπτώσεις να εντο- πίζονται στη Βόρεια και Δυτική Ελλάδα και τις πιο αρνητικές στη Νότια, την Ανατο- λική και τη νησιωτική Ελλάδα. Ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας έχει η εις βάθος διερεύνηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, και επομένως και η ανάδειξη μέτρων προσαρμογής, σε παραδοσιακές καλλιέργειες με σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό ενδιαφέρον, όπως η ελαιοκαλλιέργεια και η αμπελοκαλλιέργεια. Η αναγκαιότητα για τη λήψη μέτρων προσαρμογής προκύπτει άμεσα από την οικο- νομική αποτίμηση των επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής στον αγροτικό τομέα έως το τέλος του αιώνα, που κυμαίνονται από περίπου 3% έως 13% για τα παρακά- τω δύο σενάρια εκπομπών. Το σενάριο RCP (Representative Concentration Pathway) 4,5 σύμφωνα με το οποίο η μέση αύξηση θερμοκρασίας θα είναι 1,4oC για την περί- οδο 2046-2065 και 1,8oC για την περίοδο 2081-2100 και το σενάριο RCP 8,5 σύμφω- να με το οποίο η μέση αύξηση θερμοκρασίας θα είναι 2oC για την περίοδο 2046- 2065 και 3,7oC για την περίοδο 2081-2100). Η εκτίμηση μέρους μόνο του ετήσιου κόστους προσαρμογής στον αγροτικό τομέα (αρδευτικά έργα και έργα προστασίας) ανέρχεται περίπου σε 72 εκ. ευρώ, ποσό που σχεδόν αποκλειστικά αφορά δημόσια δαπάνη. Εν τούτοις, η ανάλυση κόστους- οφέλους δεν εξειδικεύεται για τον αγροτικό τομέα, κάτι που θα είναι εφικτό να πραγματοποιηθεί με αρκετά μεγάλη ακρίβεια, όταν υπάρξει η πλήρης αποσαφήνι- ση των μέτρων, όπως αυτά εκτίθενται στη συνέχεια. Δράση 1. Πρόσκτηση καινοτόμου γνώσης και διάδοσή της στους εκπαιδευτές και στους τελικούς αποδέκτες (επαγγελματίες του αγροτικού χώρου). Η δράση περι- λαμβάνει τη συλλογή των πορισμάτων της έρευνας από ερευνητικούς φορείς, την αξιοποίησή τους μέσω της ανάπτυξης συγκεκριμένων στρατηγικών και χειρισμών προσαρμογής και τη διάδοσή τους στους τελικούς αποδέκτες. Μέτρο 1.1. Δημιουργία βάσης δεδομένων με τα πορίσματα της έρευνας σχε- τικά με τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στη γεωργία και στην κτηνοτροφία και την προσαρμογή σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Η βάση θα είναι προσβάσιμη από κάθε ενδιαφερόμενο. Μέτρο 1.2. Ένταξη προγραμμάτων προσαρμογής της γεωργίας και της κτηνο- τροφίας στην κλιματική αλλαγή στις εθνικές ερευνητικές προτεραιότητες. Βασικό κριτήριο αποτελεσματικότητας θα είναι ο αριθμός των χρηματοδοτούμενων προ- γραμμάτων και ο αριθμός των παραγομένων δημοσιεύσεων. Μέτρο 1.3. Διάδοση των πορισμάτων της έρευνας και της τεχνολογίας στους τελικούς αποδέκτες (εκπαιδευτές, κοινωνικοί εταίροι, κέντρα λήψης αποφάσεων, επαγγελματίες του αγροτικού χώρου). Μέσα διάδοσης αποτελούν ημερίδες, εκπαι- δευτικά προγράμματα και σεμινάρια, έντυπο, ηλεκτρονικό υλικό, κλπ. Δείκτες απο- τελεσματικότητας: αριθμός προγραμμάτων και σεμιναρίων, παραχθέν εκπαιδευτικό υλικό. 23 Δράση 2. Προώθηση του σχεδιασμού των Περιφερειών με βάση τα επίπεδα τρωτό- τητας και τα νέα δεδομένα. Επιβάλλεται η εκπόνηση Προγραμμάτων Αειφόρου Α- γροτικής Ανάπτυξης σε επίπεδο Περιφέρειας, με υποχρεωτική την ενσωμάτωση δράσεων προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή. Μέτρο 2.1. Ένταξη της θεώρησης θεμάτων προσαρμογής στην κλιματική αλ- λαγή στα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης των Περιφερειών. Η ένταξη θα αποτε- λεί προϋπόθεση για την έγκριση των ανωτέρω προγραμμάτων. Δείκτης αποτελε- σματικότητας: αριθμός και αξιολόγηση δράσεων προσαρμογής στα επιμέρους προ- γράμματα. Δράση 3. Θεσμοθέτηση ή βελτίωση υφισταμένων συστημάτων καταγραφής (monitoring) κρισίμων παραμέτρων, με βάση τη νέα γνώση σχετικά με τις επιδρά- σεις της κλιματικής αλλαγής στις συνιστώσες του παραγωγικού συστήματος. Συστή- ματα καταγραφής και ετοιμότητας είναι απαραίτητα για την εκτίμηση εν δυνάμει απειλών για τον γεωργοκτηνοτροφικό τομέα. Τα συστήματα πρέπει να είναι σχεδι- ασμένα με ευελιξία, ώστε να προσαρμόζονται γρήγορα σε νέες καταστάσεις. Μέτρο 3.1. Ενίσχυση της έρευνας στον τομέα της αλληλεπίδρασης μεταξύ κλιματικής αλλαγής, βιολογίας του φυτού και των παθογόνων. Εδώ συμπεριλαμβά- νεται και η έρευνα για εν δυνάμει φορείς ασθενειών. Δείκτης αποτελεσματικότητας είναι ο αριθμός των ερευνητικών προγραμμάτων που έχουν εγκριθεί και ο αριθμός των δημοσιεύσεων. Μέτρο 3.2. Ενίσχυση της έρευνας στον τομέα της αλληλεπίδρασης μεταξύ κλιματικής αλλαγής, φυσιολογίας ζώων, παθογόνων και παρασίτων. Εδώ συμπερι- λαμβάνεται και η έρευνα για εν δυνάμει φορείς ασθενειών. Δείκτες αποτελεσματι- κότητας: ο αριθμός των ερευνητικών προγραμμάτων που έχουν εγκριθεί και ο α- ριθμός των δημοσιεύσεων. Μέτρο 3.3. Θεσμοθέτηση/βελτίωση εθνικού συστήματος καταγραφής (πα- ρατηρητήριο) ζωονόσων και διάχυση των πληροφοριών στους τελικούς αποδέκτες. Δείκτης αποτελεσματικότητας: ο αριθμός των καταγραφών σε ετήσια βάση κατά περίπτωση. Μέτρο 3.4. Θεσμοθέτηση/βελτίωση εθνικού συστήματος (παρατηρητήριο) καταγραφής φυτοπαθογόνων οργανισμών, εντόμων και ζιζανίων και διάχυση των πληροφοριών στους τελικούς αποδέκτες. Δείκτης αποτελεσματικότητας: ο αριθμός των καταγραφών σε ετήσια βάση κατά περίπτωση. Μέτρο 3.5. Θεσμοθέτηση/βελτίωση εθνικού συστήματος καταγραφής (πα- ρατηρητήριο) επιπέδων επάρκειας επιφανειακών υδάτων και υπόγειων υδροφορέ- ων (ανάδραση με δράσεις για τους Υδάτινους Πόρους). Δείκτης αποτελεσματικότη- τας: ο αριθμός των καταγραφών σε ετήσια βάση κατά περίπτωση. Μέτρο 3.6. Θεσμοθέτηση/βελτίωση εθνικού συστήματος καταγραφής (πα- ρατηρητήριο) επαπειλούμενων ή υπό εξαφάνιση ειδών του φυτικού και ζωικού βα- σιλείου (ανάδραση με δράσεις για τη Βιοποικιλότητα). Δείκτης αποτελεσματικότη- τας: ο αριθμός καταγραφών σε ετήσια βάση κατά περίπτωση. 24 Μέτρο 3.7. Θεσμοθέτηση/βελτίωση εθνικού συστήματος καταγραφής (πα- ρατηρητήριο) του βαθμού υποβάθμισης βοσκοτόπων και ερημοποίησης των ελλη- νικών εδαφών. Δείκτης αποτελεσματικότητας: ο αριθμός των καταγραφών σε ετή- σια βάση ανά Περιφέρεια. Δράση 4. Θεσμοθέτηση ή βελτίωση υφιστάμενων συστημάτων καταγραφής κρίσι- μων παραμέτρων με βάση τη νέα γνώση σχετικά με τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στις συνιστώσες του παραγωγικού συστήματος για την κτηνοτροφία. Συ- στήματα καταγραφής και ετοιμότητας είναι απαραίτητα για την εκτίμηση των εν δυνάμει απειλών για τα παραγωγικά ζώα διαφόρων παραγωγικών συστημάτων. Τα συστήματα πρέπει να είναι σχεδιασμένα με ευελιξία, ώστε να προσαρμόζονται γρή- γορα στα νέα δεδομένα. Δείκτες αποτελεσματικότητας: ο αριθμός των εγκεκριμέ- νων προγραμμάτων. Μέτρο 4.1. Μέτρα αντιμετώπισης μικροβιακών και μη παραγόντων που προκαλούν ασθένειες στα ζώα, καθώς και τους φορείς ασθενειών. Περιλαμβάνουν: α) Προστασία των παραγωγικών ζώων από τους παράγοντες αυτούς με μέτρα προ- ληπτικής υγιεινής ή / και κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής, και β) Μελέτη των συνθηκών διαβίωσης (αντοχή στις ακραίες θερμοκρασίες) και αντοχής των μικροβι- ακών και μη παθογόνων παραγόντων για αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή τους. Μέτρο 4.2. Μελέτη των μηχανισμών αντίδρασης των ζώων στις ακραίες θερ- μοκρασίες ως προς το μεταβολισμό, τη φυσιολογία γενικότερα και την υγεία τους (π.χ κατανάλωση τροφής, λειτουργία ήπατος, ανταπόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος, θνησιμότητα, μολυσματικές ασθένειες, αντοχή στο θερμικό stress κ.ά.), καθώς και την αναπαραγωγική (εκδήλωση οίστρου, ποσοστά σύλληψης, ανά- πτυξη ωοκυττάρων, ρυθμός ανάπτυξης εμβρύων, εμβρυϊκή θνησιμότητα κλπ.) και παραγωγική τους ικανότητα (γαλακτοπαραγωγή, χημική σύσταση γάλακτος, ρυθμός ανάπτυξης κλπ.) και μέτρα αντιμετώπισης αυτών. Όλα τα παραπάνω απαιτούν ενί- σχυση της εθνικής έρευνας και συνεργασίες με το εξωτερικό. Μέτρο 4.3. Προσαρμογή των συστημάτων στέγασης και διαχείρισης των πα- ραγωγικών ζώων κάτω από τις νέες περιβαλλοντικές συνθήκες που διαμορφώνο- νται από την κλιματική αλλαγή ώστε να μην υπάρξει αρνητική επίδραση επί της ευ- ζωίας των εκτρεφόμενων ζώων. Μέτρο 4.4. Προσαρμογή των παραγωγικών συστημάτων στα νέα δεδομένα ώστε να είναι τεχνικά εφικτά, οικονομικά βιώσιμα, περιβαλλοντικά αποδεκτά και χωρίς αρνητικές επιδράσεις στην ευζωία των ζώων. Για τα εν λόγω θέματα απαιτεί- ται ενίσχυση της εθνικής έρευνας και ευρύτερες συνεργασίες με ερευνητικούς φο- ρείς του εξωτερικού. Δείκτες αποτελεσματικότητας: αριθμός εγκεκριμένων προ- γραμμάτων. Δράση 5. Αειφόρος διαχείριση φυσικών πόρων. Περιλαμβάνει εκτεταμένες δράσεις για την αειφόρο διαχείριση του εδάφους, των υδατικών πόρων και της βιοποικιλό- τητας. 25 Μέτρο 5.1. Μέτρα αειφόρου διαχείρισης εδαφικών πόρων. Περιλαμβάνουν: α) Προστασία από τη διάβρωση με τους κατάλληλους καλλιεργητικούς χειρισμούς (οργώματα κατά τις ισοϋψείς, μειωμένη κατεργασία, φυτικά επιστρώματα, εναλλα- γή διαβρωτικών με μη διαβρωτικές καλλιέργειες κλπ.), β) Προστασία από την υπο- βάθμιση της εδαφικής δομής από συμπίεση (συστήματα μειωμένης εδαφοκατερ- γασίας), γ) Διατήρηση/επαύξηση της οργανικής ουσίας που αποδομείται ταχύτερα λόγω των αυξημένων θερμοκρασιών (αποφυγή καψίματος της καλαμιάς, ενσωμά- τωση φυτικών υπολειμμάτων, οργανικές λιπάνσεις), δ) Αποφυγή της αλάτωσης (χρήση καλής ποιότητας νερού και ορθής τεχνικής άρδευσης, λελογισμένες λιπάν- σεις, εφαρμογή τεχνικών αφαλάτωσης). Η εφαρμογή των ανωτέρω θα πραγματο- ποιηθεί με συνεχείς ενημερώσεις των τελικών αποδεκτών (βλ. παραπάνω Μέτρο 1.3) και με παροχή κινήτρων. Μέτρο 5.2. Μέτρα αειφόρου διαχείρισης υδάτινων πόρων. Περιλαμβάνουν: α) διερεύνηση του περιορισμού χρήσης ανωτάτων ορίων στις εκτάσεις που καλλι- εργούνται με υδροβόρα φυτικά είδη, β) Τη χρήση ποικιλιών με μειωμένο βιολογικό κύκλο, γ) Τον εξορθολογισμό των αρδεύσεων ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες των φυτών, δ) Την υιοθέτηση περισσότερο αποτελεσματικών συστημάτων άρδευ- σης, ε) Την ελαχιστοποίηση των απωλειών μεταφοράς νερού μέσω αποτελεσματι- κής συντήρησης των υφισταμένων συλλογικών δικτύων άρδευσης και αποστράγγι- σης. Επιπλέον, περιλαμβάνουν μέτρα που εμπίπτουν και στο κεφάλαιο διαχείρισης των υδάτινων πόρων, όπως στ) δημιουργία παρυδάτιων ζωνών ανάσχεσης με βλά- στηση, καθώς και ζ) κατασκευή αντιπλημμυρικών έργων σε περιοχές που γειτνιά- ζουν με ποταμούς ή λίμνες. Η εφαρμογή των ανωτέρω (α) - (δ) θα πραγματοποιηθεί με συνεχείς ενημερώσεις των τελικών αποδεκτών (βλ. παραπάνω Μέτρο 1.3) και με παροχή κινήτρων. Μέτρο 5.3. Μέτρα αειφόρου διαχείρισης της βιοποικιλότητας στα γεωργικά οικοσυστήμα- τα και στους βοσκοτόπους. Η διατήρηση και επαύξηση της βιοποικιλότητας στα γε- ωργικά οικοσυστήματα θα ισχυροποιήσει την ικανότητά τους να προσαρμόζονται στην κλιματική αλλαγή. Περιλαμβάνουν: α) Ενέργειες προστασίας και διατήρησης φυτογενετικών πόρων σε Τράπεζες Γενετικού Υλικού και in situ. Ειδικότερα: ι) Οργά- νωση Εθνικού Συστήματος Διατήρησης Φυτογενετικών Πόρων στη Γεωργία. Στο πλαίσιο αυτό, ενίσχυση με υποδομές και προσωπικό της Τράπεζας Γενετικού Υλικού της Θεσσαλονίκης και δημιουργία περιφερειακών αποκεντρωμένων Τραπεζών σε συνεργασία με τα Α.Ε.Ι. Γεωπονίας, ιι) Αναθεώρηση/βελτίωση του συστήματος εγ- γραφής ποικιλιών στον Εθνικό κατάλογο Ποικιλιών, ιιι) Ενεργός συμμετοχή σε Ευ- ρωπαϊκά και Διεθνή Δίκτυα. Δείκτες αποτελεσματικότητας θα αποτελέσουν ο αριθμός των taxa που θα κατα- γράφονται στις διάφορες συλλογές και ο αριθμός των Δικτύων στα οποία θα συμμε- τάσχουν οι αρμόδιοι φορείς. β) Επέκταση συστημάτων βιολογικής γεωργί- ας/ολοκληρωμένης αντιμετώπισης με στόχο τον περιορισμό της εξαφάνισης ειδών του φυτικού και ζωικού βασιλείου (αυτοφυής χλωρίδα, επικονιαστές, αρπακτικά έντομα) με καθιέρωση κινήτρων βάσει δεικτών αποτελεσματικότητας. γ) Προώθηση αγροδασικών συστημάτων (γεωργοδασικά, δασολιβαδικά, γεωργοδασολιβαδικά (ανάδραση με τον Τομέα της Βιοποικιλότητας). 26 Μέτρο 5.4. Μέτρα αειφόρου διαχείρισης βοσκοτόπων. Περιλαμβάνουν: α) Προστα- σία από υπερβόσκηση και υποβόσκηση με προσδιορισμό της βοσκοϊκανότητας αυ- τών, β) διατήρηση και επαύξηση της φυσικής χλωρίδας με φυτά κατάλληλων ποικι- λιών που παρουσιάζουν καλύτερη προσαρμοστικότητα στις νέες περιβαλλοντικές συνθήκες. Η εφαρμογή των ανωτέρω θα πραγματοποιηθεί με συνεχείς ενημερώσεις των τελικών αποδεκτών (βλ. παραπάνω Μέτρο 1.3) και με παροχή κινήτρων. Δεί- κτης αποτελεσματικότητας: ο αριθμός των κτηνοτρόφων που υιοθέτησαν τις παρα- πάνω πρακτικές σε ετήσια βάση. Δράση 6. Αλλαγές στο βιολογικό υλικό και στις καλλιεργητικές τεχνικές. Περιλαμβά- νουν ενέργειες που στοχεύουν στη δημιουργία νέων ποικιλιών (αποκλειόμενης της γενετικής τροποποίησης) και στην προσαρμογή των καλλιεργητικών τεχνικών στην κλιματική αλλαγή. Όλες απαιτούν ενίσχυση της εθνικής έρευνας και συνεργασίες με το εξωτερικό (ανάδραση με Μέτρο 1.2 παραπάνω). Μέτρο 6.1. Κατανόηση των μηχανισμών συμπεριφοράς των φυτών (καλλιερ- γουμένων και ζιζανίων) σε συνθήκες έλλειψης νερού, αυξημένης θερμοκρασίας και αυξημένης συγκέντρωσης CO2. Μέτρο 6.2. Δημιουργία νέων ποικιλιών ανθεκτικών στις βιοτικές και αβιοτι- κές καταπονήσεις με αξιοποίηση του εγχώριου γενετικού υλικού (ανάδραση και με το Μέτρο 4.3 παραπάνω). Μέτρο 6.3. Αλλαγές στις καλλιεργητικές τεχνικές και στην επιλογή των καλ- λιεργειών λόγω αυξημένων θερμοκρασιών. Ενδεικτικά: α) μετατόπιση των ημερο- μηνιών εγκατάστασης στις ετήσιες καλλιέργειες, αργότερα για τις χειμωνιάτικες και νωρίτερα για τις ανοιξιάτικες καλλιέργειες, β) Περιορισμός των ψυχρόφιλων ειδών στις νοτιότερες και πεδινές περιοχές και επέκταση των θερμόφιλων (π.χ., ελιά, α- μπέλι, εσπεριδοειδή κ.ά.) βορειότερα και σε μεγαλύτερα υψόμετρα, γ) Ρύθμιση του χρόνου και της συχνότητας λοιπών καλλιεργητικών τεχνικών (λίπανση, άρδευση, φυτοπροστασία κ.ά.). Μέτρο 6.4: Επιλογή και ανάδειξη τοπικού γενετικού υλικού (ποικιλίες, πλη- θυσμοί κ.τ.λ.) κατάλληλου για καλλιέργεια σε συγκεκριμένες περιοχές υπό συνθή- κες κλιματικής αλλαγής Δράση 7. Διαχείριση κινδύνων από καταστροφές λόγω κλιματικής αλλαγής. Περι- λαμβάνει κατά βάση προσαρμογή και επέκταση της ασφάλισης της γεωργικής πα- ραγωγής για ζημιές από ακραία καιρικά φαινόμενα που δεν καλύπτονται σήμερα (π.χ., υψηλές θερμοκρασίες, ξηρασία, πλημμύρες). Δείκτες αποτελεσματικότητας: ο αριθμός των παραγωγών που αποζημιώθηκαν εξαιτίας ακραίων καιρικών φαινομέ- νων. 4.2 Δασοπονία Η υγεία, η σταθερότητα και η δυναμική αύξησης των δασικών οικοσυστημάτων εί- ναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στην κλιματική αλλαγή, με το δεδομένο μάλιστα ότι πρα- κτικές όπως η άρδευση για το μετριασμό των επιπτώσεων, είναι λειτουργικά και οικονομικά ασύμφορες. 27 Δεδομένου του μεγάλου περιτρόπου χρόνου στη διαχείριση των δασών η αρνητική επίπτωση είναι αναπόφευκτη. Η άμεση, αλλά κυρίως η έμμεση, συμβολή των δασι- κών οικοσυστημάτων στην παροχή πολλαπλών αγαθών και υπηρεσιών είναι ζωτικής σημασίας για σχεδόν όλους τους κλάδους της παραγωγής, καθώς συμβάλλουν στο μετριασμό των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος τόσο στο φυσικό όσο και στο δομημένο περιβάλλον. Η ιεράρχηση των δράσεων για προσαρμογή της δασικής δι- αχείρισης στα δασικά οικοσυστήματα με στόχο τον περιορισμό των αρνητικών επι- πτώσεων στην οικονομική και κοινωνική δομή είναι, λόγω των περιορισμένων πό- ρων, ζωτικής σημασίας για την ευημερία της ελληνικής κοινωνίας. Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας (ΓΓΠΠ) παρέχει ημερησίως χάρτη με προβλέψεις κινδύνων πυρκαγιάς για όλη την Ελλάδα (http://civilprotection.gr/el). Η ΓΓΠΠ, ως φορέας της Κεντρικής Διοίκησης, με κύρια αποστολή το συντονισμό των φορέων που εμπλέκονται σε όλο το φάσμα της διαχείρισης κινδύνων από την εκδή- λωση καταστροφών, εξέδωσε επίσης το υπ’ αριθ. πρωτ. 2195./3-04-2015 έγγραφό της (διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://civilprotection.gr/el/εγκυκλιοι) με θέμα: «Σχεδιασμός και δράσεις Πολιτικής Προστασίας για την αντιμετώπιση κινδύνων λό- γω των δασικών πυρκαγιών κατά την αντιπυρική περίοδο 2015». Στο ανωτέρω έγ- γραφο προσδιορίζονται με απόλυτη σαφήνεια οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες όλων των εμπλεκομένων φορέων σε έργα, δράσεις και μέτρα για την αντιμετώπιση κιν- δύνων λόγω των δασικών πυρκαγιών και παρέχονται συντονιστικές οδηγίες. Δράση 1. Απόκτηση και αξιοποίηση καινοτόμου γνώσης. Δείκτες αποτελεσματικότητας: ρυθμός πρακτικών εφαρμογών. Μέτρο 1.1. Προτεραιότητα δασικής έρευνας στο πλαίσιο της κλιματικής αλ- λαγής με χρηματοδότηση ερευνητικών ιδρυμάτων, καθορισμό προτεραιοτήτων, ε- τήσια αξιολόγηση και διάδοση αποτελεσμάτων. Μέτρο 1.2. Δημοσιοποίηση των πάσης φύσεως στοιχείων που προκύπτουν από μελέτες δασικών οικοσυστημάτων χρηματοδοτούμενες από δημόσιους φορείς (εφόσον δεν υπάρχει θέμα πνευματικής ιδιοκτησίας). Αυτό θα συμβάλλει στην α- ποφυγή επαναλήψεων, συνεπώς στη μείωση της σπατάλης ανθρώπινων και οικο- νομικών πόρων. Με την ανάρτηση των δεδομένων αυτών, που σήμερα δεν υπάρ- χουν ή είναι ελάχιστα, θα υπάρξει έλεγχος από όλη την επιστημονική κοινότητα, ενώ ταυτόχρονα θα αξιοποιηθούν τα δεδομένα για κατάρτιση πληρέστερων σχεδί- ων διαχείρισης προσαρμοσμένων στην επερχόμενη κλιματική αλλαγή. Δράση 2. Διασφάλιση βιοποικιλότητας δασικών οικοσυστημάτων Δείκτες αποτελεσματικότητας: επίπτωση στην ευρωστία και την ποιοτική παραγωγή πολλαπλών προϊόντων και υπηρεσιών από τα οικοσυστήματα. Μέτρο 2.1. Ταξινόμηση των προστατευόμενων περιοχών για να δοθεί υψη- λότερη φροντίδα στα οικοσυστήματα με θερμόφιλα και ξηρανθεκτικά είδη και προ- στασία εκείνων που κινδυνεύουν από την κλιματική αλλαγή. Μέτρο 2.2 .Επιλογή ποικιλιών δασικών ειδών για φυτεύσεις ή εύνοια ειδών φυσικής αναγέννησης, ανθεκτικών στο αναμενόμενο ξηρότερο και θερμότερο περι- 28 βάλλον καθώς και στα ακραία καιρικά φαινόμενα. Χρησιμοποίηση ευρύτερων φυ- τευτικών συνδέσμων στις αναδασώσεις για τον περιορισμό του ανταγωνισμού σε εδαφικό νερό και οικονομία εφαρμογής. Μέτρο 2.3. Σύνταξη και εφαρμογή μελετών κατά περιφέρεια για δασικά συ- γκροτήματα και όχι μόνο για τα δάση, που αποσκοπούν στη βελτίωση της σύνθεσης και της αρχιτεκτονικής δομής των δασικών οικοσυστημάτων, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο τρωτότητας. Αυτές θα προσβλέπουν στη διατήρηση της βιοποικιλότητας στο επίπεδο της γονιδιακής ποικιλομορφίας, της ποικιλομορφίας των φυτικών και ζωικών ειδών, της ποικιλομορφίας των οικοσυστημάτων και των φυσικών τοπίων. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή ειδικών καλλιεργητικών υλο- τομιών, εντονότερων από ότι στο παρελθόν, για τον περιορισμό του ανταγωνισμού στα επιθυμητά είδη. Μέτρο 2.4. Λήψη μέτρων για τον εντοπισμό και τον έλεγχο χωροκατακτητι- κών ξενικών ειδών (ζιζανίων). Δράση 3. Αειφορική διαχείριση φυσικών πόρων Δείκτες αποτελεσματικότητας: ποσότητα και ποιότητα παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών. Μέτρο 3.1. Δημιουργία δομών δασοσυστάδων υποκηπευτής μορφής κατά προτίμηση, με μίξη ειδών, αποφυγή αποψιλωτικών υλοτομιών για αυξημένη βιο- ποικιλότητα και σταθερότητα των οικοσυστημάτων. Παράλληλα όμως θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για τη διαχείριση της παρεδαφιαίας βλάστησης ώστε να αριστο- ποιηθεί η σχέση παραγωγής - χρησιμοποιήσιμου ύδατος και απορροής. Μέτρο 3.2. Προσαρμογή δασοκομικών επεμβάσεων για τη δημιουργία α- ραιότερων δασοσυστάδων, ικανών να παράγουν με περιορισμένη εδαφική υγρασί- α, υψηλότερες θερμοκρασίες και να ανταποκρίνονται στα ακραία καιρικά φαινόμε- να. Μέτρο 3.3. Προσαρμογή διαχείρισης υπορόφου βλάστησης με καθαρισμούς και ελεγχόμενη βόσκηση, ώστε να περιοριστεί ο ανταγωνισμός για εδαφική υγρα- σία στα δένδρα καθώς και ο κίνδυνος πυρκαγιών. Μέτρο 3.4. Εφαρμογή ορθολογικής βόσκησης των δασολιβαδικών οικοσυ- στημάτων (βοσκοφόρτωση ίση με τη βοσκοϊκανότητα) για αριστοποίηση της βιο- ποικιλότητας και της παραγωγής πολλαπλών προϊόντων και υπηρεσιών. Δράση 4. Περιορισμός πυρκαγιών Δείκτες αποτελεσματικότητας: αριθμός πυρκαγιών, καμένη έκταση. Μέτρο 4.1. Κατάρτιση δασολογίου (καταγραφή χρήσεων γης, σύνθεσης της βλάστησης και ιδιοκτησιακού καθεστώτος) που θα περιορίσει και τις πυρκαγιές που σχετίζονται με καταπάτηση δημόσιας γης. Μέτρο 4.2. Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για πρόληψη, αποκα- τάσταση ζημιών από τις πυρκαγιές αλλά και για την κατάσβεσή τους. 29 Μέτρο 4.3. Να υπάρξει μέριμνα ώστε το πολύ εντός 10 ημερών μετά την πυρκαγιά να σπέρνονται οι πλέον ευδιάβρωτες καμένες εκτάσεις με ψυχρόβια α- γρωστώδη ώστε κατά το πρώτο κρίσιμο διάστημα μετά την πυρκαγιά να προστα- τευθεί και να σταθεροποιηθεί το έδαφος. Με την παρέμβαση αυτή περιορίζεται η ανάγκη κατασκευής πολυδάπανων υδρονομικών έργων, αποφεύγονται οι διαβρώ- σεις και οι πλημμύρες και βελτιώνεται το ισοζύγιο χρησιμοποιήσιμου ύδατος. Μέτρο 4.4. Να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην πρόληψη, που είναι και οι- κονομικότερη, διασφαλίζοντας την προσβασιμότητα, περιορίζοντας την καύσιμη ύλη με καλλιεργητικές επεμβάσεις και ελεγχόμενη βόσκηση. Μέτρο 4.5. Εκσυγχρονισμός του εξοπλισμού δασοπυρόσβεσης, εγκατάσταση συστημάτων προειδοποίησης και λογισμικό ταχείας και απρόσκοπτης εκκένωσης περιοχών, εκπαίδευση για αποφυγή ανθρώπινων θυμάτων και αποκατάσταση φυ- σικών οικοσυστημάτων. Μέτρο 4.6. Καλλιεργητικές δασοκομικές επεμβάσεις, σε συνδυασμό με ελεγ- χόμενη βόσκηση για περιορισμό του εύφλεκτου υπορόφου, κύρια εστία έναρξης και επέκτασης πυρκαγιών. Δράση 5. Παραγωγή χρησιμοποιήσιμου ύδατος Δείκτες αποτελεσματικότητας: Ποσότητα και ποιότητα παραγόμενου ύδατος Μέτρο 5.1. Διαχείριση φυσικών οικοσυστημάτων για αριστοποίηση παρα- γωγής χρησιμοποιήσιμου ύδατος. Μέτρο 5.2. Κατασκευή φραγμάτων συγκράτησης φερτών υλικών και υδατο- φραγμάτων για ομαλοποίηση της απορροής ύδατος και περιορισμό των διαβρώσε- ων και πλημμυρών. Μέτρο 5.3. Κατασκευή φραγμάτων και έργων εμπλουτισμού υπόγειων υ- δροφορέων. 4.3 Βιοποικιλότητα και οικοσυστήματα Οι προτεινόμενες δράσεις και τα μέτρα για τη βιοποικιλότητα έχουν ως στόχο τη διατήρηση ή/και την αποκατάσταση της δυνατότητας προσαρμογής του φυσικού περιβάλλοντος, μέσω της μείωσης των ανθρωπογενών πιέσεων στα οικοσυστήματα και στα είδη χλωρίδας και πανίδας, όπου αυτό απαιτείται. Για τον προσδιορισμό των κύριων δράσεων και των επιμέρους μέτρων αξιοποιήθηκαν στοιχεία της Έκθε- σης της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ, 2011), οι ει- δικοί στόχοι για την πρόληψη και τη μείωση των επιπτώσεων στη βιοποικιλότητα λόγω της κλιματικής αλλαγής, όπως αυτοί καθορίζονται στην Εθνική Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα (διαθέσιμη για το κοινό στην ιστοσελίδα http://www.ypeka.gr/Default.aspx?tabid=237&language=el-GR#biodiv) καθώς και τα αποτελέσματα ερευνητικών και διαχειριστικών προγραμμάτων και εξειδικευμέ- 30 νων μελετών, όπως η έκθεση για την εκτίμηση της τρωτότητας υγροτόπων της Αττι- κής στην κλιματική αλλαγή και σχέδιο δράσης (ΕΚΒΥ, 2014). Βασικά προβλήματα που εντοπίζονται στην προσπάθεια καθορισμού εξειδικευμένων μέτρων για την «προσαρμογή» της βιοποικιλότητας της Ελλάδας στην κλιματική αλλαγή είναι η ύ- παρξη σημαντικών κενών στην υφιστάμενη γνώση περί της βιοποικιλότητας αλλά κυρίως η έλλειψη επιστημονικών στοιχείων σχετικά με την εκτίμηση της τρωτότητας των τύπων οικοσυστημάτων και των ειδών χλωρίδας και πανίδας σε εθνικό επίπε- δο. Δράση 1. Βελτίωση της γνώσης για τη βιοποικιλότητα της Ελλάδας και της επίδρα- σης της κλιματικής αλλαγής σε αυτή και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες. Σκοπός της Δράσης είναι η συλλογή της υφιστάμενης πληροφορίας και ει δυνατόν η συμπλήρωση της γνώσης για τη βιοποικιλότητα της Ελλάδας, και τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής σε αυτήν, τόσο σε επίπεδο οικοσυστημάτων όσο και ειδών. Ε- πιπλέον σκοπός της Δράσης είναι η αναζήτηση πληροφοριών για τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες, καθώς και η συμπλήρωση των διαπιστούμενων κενών των δεδομένων, με στόχο τον προσδιορισμό της τρωτό- τητας της βιοποικιλότητας και την εκτίμηση της απόκρισής τους στις αναμενόμενες αλλαγές του κλίματος. Το αποτέλεσμα αυτής της δράσης θα είναι η δημιουργία μιας δυναμικής βάσης δεδομένων που θα συγκεντρώνει τη διαθέσιμη πληροφορία τόσο για την ερευνητική δραστηριότητα που αφορά στην επίδραση της κλιματικής αλλα- γής στη βιοποικιλότητα, όσο και τα αποτελέσματα οικολογικών μοντέλων που θα συνοψίζουν την τρωτότητα των ειδών και των οικοσυστημάτων σε διακριτά σενάρια αλλαγής κλίματος. Μέτρο 1.1. Δημιουργία Βάσης Δεδομένων με τα αποτελέσματα ερευνητικών και διαχειριστικών προγραμμάτων σε σχέση με την επίδραση της κλιματικής αλλα- γής στη βιοποικιλότητα Σε πρώτο στάδιο θα αξιοποιηθούν διαθέσιμα δεδομένα για τη βιοποικιλότητα που είναι καταχωρημένα σε διάφορες βάσεις π.χ. Υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Δι- κτυακός Τόπος για τη Φύση και τη Βιοποικιλότητα. Στη συνέχεια, θα δημιουργηθεί βάση δεδομένων με δυνατότητα διαρκούς εμπλου- τισμού. Στη βάση δεδομένων θα καταχωρηθούν τα αποτελέσματα ολοκληρωμένων ερευνητικών και διαχειριστικών έργων που σχετίζονται με τις επιπτώσεις της κλιμα- τικής αλλαγής σε πτυχές της βιοποικιλότητας (π.χ. LIFE). Η βάση δεδομένων θα είναι προσβάσιμη σε κάθε ενδιαφερόμενο (επιστήμονες, ε- ρευνητές, Δασαρχεία, Φορείς Διαχείρισης κλπ). Δείκτες παρακολούθησης: Αριθμός νέων καταγραφών στη Βάση Δεδομένων σε ετή- σια βάση ανά Περιφέρεια και ανά στοιχείο βιοποικιλότητας. Μέτρο 1.2. Ένταξη προγραμμάτων προσαρμογής της βιοποικιλότητας στην κλιματική αλλαγή στις εθνικές ερευνητικές προτεραιότητες Ενίσχυση της έρευνας όσον αφορά την προσαρμογή στοιχείων της βιοποικιλότητας στην κλιματική αλλαγή μέσω των εθνικών ερευνητικών προγραμμάτων. 31 Δείκτες παρακολούθησης: ο αριθμός των χρηματοδοτουμένων προγραμμάτων, ο αριθμός των παραγομένων δημοσιεύσεων και ανακοινώσεων σε συνέδρια ή ημερί- δες σε ετήσια βάση. Μέτρο 1.3. Εκτίμηση επικινδυνότητας και δημιουργία μοντέλων πρόβλεψης τρωτότητας Συγκεντρώνεται το σύνολο των καταγεγραμμένων/αναμενόμενων επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής στη βιοποικιλότητα και στα οικοσυστήματα (Βήμα 1), διερευνά- ται η τρωτότητα τους σε σχέση με αυτές τις επιδράσεις (Βήμα 2), αναγνωρίζεται ένα υποσύνολο επιδράσεων ιδιαίτερης σημασίας (κύριες απειλές), το οποίο και επιλέ- γεται για περαιτέρω ανάλυση (Βήμα 3), και τέλος εκτιμάται η επικινδυνότητα των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας σε αυτές τις κύριες απειλές μέσω της δη- μιουργίας μοντέλων πρόβλεψης τρωτότητας σε εθνική κλίμακα, η οποία στην πο- ρεία μεταφέρεται σε επίπεδο Περιφέρειας, με βάση και τις εκάστοτε κλιματικές προβλέψεις. Δείκτες παρακολούθησης: κατάλογος οικοσυστημάτων και ειδών που παρουσιά- ζουν ευαισθησία σε κλιματικές μεταβολές (θερμοκρασία, βροχόπτωση). Προσδιορι- σμός προτεραιοτήτων σε Περιφερειακό επίπεδο. Δράση 2. Ενίσχυση προσαρμογής στοιχείων της βιοποικιλότητας στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Με στόχο την ενίσχυση των δυνατοτήτων επιμέρους στοιχείων της βιοποικιλότητας να αποκριθούν αποτελεσματικά στην κλιματική αλλαγή είναι απαραίτητη αφενός η γνώση και η καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης και αφετέρου η ενεργός ε- φαρμογή του εθνικού θεσμικού πλαισίου για την προστασία, τη διατήρηση ή/ και την αποκατάσταση των φυσικών οικοσυστημάτων και την προσαρμογή τους στην κλιματική αλλαγή, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στην Εθνική Στρατηγική για τη βι- οποικιλότητα της Ελλάδας. Η αποτελεσματική διαχείριση, η οικολογική συνοχή και διασύνδεση των περιοχών του Δικτύου Natura 2000 συμβάλλουν στην προσαρμογή των στοιχείων της βιοποικιλότητας στην κλιματική αλλαγή. Μέτρο 2.1. Εφαρμογή εθνικού θεσμικού πλαισίου για την προστασία της βι- οποικιλότητας σε εθνικό και τοπικό επίπεδο Οριοθέτηση και θεσμική κατοχύρωση περιοχών που περιλαμβάνουν τρωτά οικοσυ- στήματα ή/και είδη. Επαναξιολόγηση δικτύου προστατευόμενων περιοχών ως προς την επάρκειά του για την διασφάλιση της προσαρμογής στοιχείων της βιοποικιλότη- τας στην κλιματική αλλαγή. Δείκτες παρακολούθησης: Αριθμός σημαντικών περιοχών των οποίων έχει ολοκλη- ρωθεί η οριοθέτηση και η θεσμική κατοχύρωση ανά Περιφέρεια. Μέτρο 2.2. Εποπτεία-φύλαξη, διατήρηση και αποκατάσταση στοιχείων βιο- ποικιλότητας Αξιολόγηση προγραμμάτων εποπτείας και φύλαξης που υλοποιούνται σε τοπικό επίπεδο (π.χ. προστατευόμενες περιοχές με Φορείς Διαχείρισης). Αξιολόγηση δρά- σεων διατήρησης ή/και αποκατάστασης, σε σχέση με την προσαρμογή στην κλιμα- τική αλλαγή. 32 Δείκτες παρακολούθησης: Αριθμός οικοσυστημάτων που αποκαταστάθηκαν, αριθ- μός οικοσυστημάτων των οποίων βελτιώθηκε η διατήρηση , ετήσιες εκθέσεις αξιο- λόγησης προγραμμάτων εποπτείας - φύλαξης Φ.Δ. Μέτρο 2.3. Διατήρηση και αειφορική διαχείριση τρωτών οικοσυστημάτων και ειδών εντός περιοχών του Δικτύου Natura 2000 Το μέτρο αυτό σχετίζεται και με την υλοποίηση του Μέτρου 1.3, το οποίο θα επι- τρέψει τον προσδιορισμό των πλέον τρωτών στην κλιματική αλλαγή τύπων οικοτό- πων - ενδιαιτημάτων και ειδών χλωρίδας και πανίδας. Στη συνέχεια και λαμβάνο- ντας υπόψη και τα αποτελέσματα του έργου «Εποπτεία και αξιολόγηση της κατά- στασης διατήρησης ειδών και τύπων οικοτόπων της Ελλάδας» θα γίνει προσδιορι- σμός των στόχων και των προτεινόμενων μέτρων διατήρησης ανά Περιφέρεια και ανά περιοχή του Δικτύου Natura 2000, σε σχέση με την προσαρμογή των πλέον τρωτών τύπων οικοτόπων και ειδών χλωρίδας και πανίδας στις προβλεπόμενες κλι- ματικές μεταβολές. Εφαρμογή προσαρμοζόμενης διαχείρισης σε περιοχές του Δι- κτύου Natura 2000, η οποία ενδείκνυται σε σύνθετες καταστάσεις με μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας, όπως είναι η κλιματική αλλαγή. Δείκτες παρακολούθησης: Αριθμός στόχων διατήρησης που έχουν διατυπωθεί και μέτρων και δράσεων που έχουν υλοποιηθεί και σχετίζονται με την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Μέτρο 2.4. Ενίσχυση της οικολογικής συνοχής του Δικτύου Natura 2000. Το μέτρο αυτό αφορά σε πρόβλεψη σχεδιασμού και ανάπτυξης οικολογικών δια- δρόμων μεταξύ των περιοχών του Δικτύου, ώστε να διευκολύνονται οι μετακινήσεις των τρωτών ειδών σε καταλληλότερα για αυτά ενδιαιτήματα, λόγω κλιματικής αλ- λαγής. Αρχικά, θα εξειδικευθεί η μέθοδος για τον εντοπισμό, τη χαρτογράφηση- οριοθέτηση, τη διατήρηση και διαχείριση των οικολογικών διαδρόμων. Για τον σκο- πό αυτό, μπορούν να αξιοποιηθούν διοικητικά οι προβλέψεις του άρθρου 10 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, καθώς και οι δυνατότητες που προσφέρουν οι υφιστάμενες προστατευόμενες περιοχές σε εθνικό επίπεδο (π.χ. καταφύγια άγριας ζωής). Θα α- κολουθήσει η εξειδίκευση και η εφαρμογή σε πιλοτικό επίπεδο (π.χ. ανά Περιφέ- ρεια). Δείκτες παρακολούθησης: Αριθμός μελετών που εκπονήθηκαν, αριθμός πιλοτικών εφαρμογών. Δράση 3. Ενίσχυση οικοσυστημικών λειτουργιών. Μέτρο 3.1. Σκοπός της δράσης είναι η προστασία των φυσικών οικοσυστη- μάτων (δάση, υγρότοποι κλπ) και η προαγωγή της αειφορικής τους διαχείρισης, ώ- στε να θωρακιστεί η προσαρμογή τους στην κλιματική αλλαγή. Η αντιμετώπιση α- πειλών και πιέσεων και η αειφορική διαχείριση των ημιφυσικών οικοσυστημάτων (π.χ. ειδών που αυτοφύονται στα όρια καλλιεργειών, είδη ερπετοπανίδας στις ξερο- λιθιές εντός των καλλιεργειών κλπ) κατά την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων αποτελούν προτεραιότητα για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. 33 Επισημαίνεται ότι μέτρα αειφορικής διαχείρισης που αφορούν αγρο- οικοσυστήματα και δασικά οικοσυστήματα αναφέρονται στα αντίστοιχα κεφάλαια (κεφ. 4.1, 4.2, 4.4, 4.6) μια και αφορούν γεωργία και δασοπονία. Μέτρο 3.2. Προώθηση μέτρων αποκατάστασης φυσικών οικοσυστημάτων (δάση, θαμνώνες, υγρότοποι κλπ) Σκοπός του μέτρου είναι η επιλογή και προώθηση μεθόδων και τεχνικών αποκατά- στασης με στόχο την αύξηση της δέσμευσης του CO2 για την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής (π.χ. απομάκρυνση αδρανών υλικών από υγρο- τοπικά συστήματα, δράσεις αποκατάστασης καμένων δασικών εκτάσεων με απου- σία της δυνατότητας φυσικής αναγέννησης). Μέτρο 3.3. Προώθηση μέτρων διατήρησης της βιοποικιλότητας Σκοπός του μέτρου είναι η διατήρηση και η ενίσχυση τρωτών στοιχείων της βιοποι- κιλότητας στο φυσικό τους περιβάλλον μέσω της δημιουργίας αποθεμάτων in situ (π.χ. CRETAPLANT «Πιλοτικό Δίκτυο Μικρο-Αποθεμάτων Φυτών στη Δυτική Κρήτη» LIFE04NAT_GR_000104), αλλά και η ex situ διατήρηση αυτών, μέσω της δημιουργί- ας τραπεζών σπερμάτων και γενετικού υλικού. Δείκτες παρακολούθησης: Αριθμός διαχειριστικών μελετών και σχεδίων διαχείρισης που έχουν ενσωματώσει μέτρα ορθής πρακτικής ανά έτος και ανά περιφέρεια. Α- ριθμός αποθεμάτων in situ και ex situ. Δράση 4. Ρυθμίσεις χρήσεων γης. Σκοπός της δράσης είναι η αναχαίτιση της περαιτέρω μείωσης και του κατακερμα- τισμού των φυσικών οικοσυστημάτων, καθώς και της απώλειας κατάλληλων ενδιαι- τημάτων σπάνιων, απειλούμενων ή/ και προστατευόμενων ειδών χλωρίδας και πα- νίδας. Ταυτοχρόνως, λαμβάνεται μέριμνα ώστε να ενισχύονται οι υπηρεσίες των οικοσυστημάτων ως ασπίδα προστασίας έναντι των επιπτώσεων της κλιματικής αλ- λαγής. Για τον προσδιορισμό των μέτρων της Δράσης 4 θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα όσα αναφέρονται σε άλλους Τομείς (Γεωργία, Δομημένο Περιβάλλον κλπ). Στο πλαίσιο αυτό, συνεκτιμώνται και ενισχύονται προσεγγίσεις πράσινης υποδομής και ευρύτερα λύσεις που προσφέρουν τα οικοσυστήματα (ecosystem based adaptation). Δράση 5. Εκπαίδευση, ενημέρωση, ευαισθητοποίηση, κατάρτιση, ανάδειξη και προώθηση εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Σκοπός της δράσης 5 είναι η ενημέρωση- ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τη σημασία διατήρησης της βιοποικιλότητας και την προσαρμογή της στην κλιματι- κή αλλαγή, η ενδυνάμωση των αρμοδίων υπηρεσιών, καθώς και η προβολή των ση- μαντικών στοιχείων κάθε περιοχής. Μέτρο 5.1. Εκπαιδευτικά προγράμματα για τη βιοποικιλότητα και την προ- σαρμογή στην κλιματική αλλαγή. 34 Υλοποίηση στοχευμένων εκπαιδευτικών και σχολικών προγραμμάτων με αντικείμε- νο τη βιοποικιλότητα και την κλιματική αλλαγή. Δείκτες παρακολούθησης: Αριθμός σχολικών προγραμμάτων και εκπαιδευτικών σε- μιναρίων που υλοποιήθηκαν, καθώς και εκπαιδευτικών και εκπαιδευόμενων που συμμετείχαν σε αυτά. Μέτρο 5.2. Ενημέρωση και ευαισθητοποίηση για τη βιοποικιλότητα και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Υλοποίηση στοχευμένων δράσεων σε επίπεδο Περιφέρειας σχετικών με την προ- σαρμογή της βιοποικιλότητας στην κλιματική αλλαγή. Στις δράσεις αυτές μπορούν να περιλαμβάνονται: δημιουργία ιστοσελίδας, παραγωγή ενημερωτικών φυλλαδί- ων, διοργάνωση ημερίδων και ειδικών εκδηλώσεων, εθελοντικών δράσεων και εκ- στρατειών ενημέρωσης επιλεγμένων κοινωνικών ομάδων κ.ά. Δείκτες παρακολούθησης: Ετήσιος αριθμός παραγόμενων εντύπων, ειδικών εκδό- σεων, ημερίδων και εκδηλώσεων, ετήσια επισκεψιμότητα ιστοσελίδων κ.λπ. Μέτρο 5.3. Ενδυνάμωση των αρμοδίων υπηρεσιών Παροχή των απαιτούμενων μέσων, συμπεριλαμβανόμενης της επαρκούς στελέχω- σης, της διαρκούς κατάρτισης του προσωπικού και της διαθεσιμότητας των ανα- γκαίων επιστημονικών και τεχνικών εργαλείων και οικονομικών πόρων σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, ώστε οι αρμόδιες υπηρεσίες να σχεδιάσουν ορ- θώς και να εφαρμόσουν αποτελεσματικώς μέτρα προσαρμογής της βιοποικιλότητας στην κλιματική αλλαγή στο πεδίο αρμοδιότητάς τους (θεματικό ή χωρικό). Διευκό- λυνση πρόσβασης των στελεχών της δημόσιας διοίκησης και αυτοδιοίκησης στην αναγκαία περιβαλλοντική και κλιματική πληροφορία για διαμόρφωση συνεκτικών και αποτελεσματικών πολιτικών και παρεμβάσεων. Δείκτες παρακολούθησης: Ετήσιος αριθμός προγραμμάτων κατάρτισης κλπ. Μέτρο 5.4. Ανάδειξη σημαντικών περιοχών και προώθηση εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Δυνατότητες προώθησης του οικοτουρισμού και άλλων εναλλακτικών μορφών του- ρισμού (παρατήρηση πουλιών κλπ.) σε προστατευόμενες και άλλες περιοχές. Δείκτες παρακολούθησης: Αριθμός περιοχών με νέα σχέδια ανάδειξης και αναψυ- χής, αριθμός δράσεων που υλοποιήθηκαν (μονοπάτια, παρατηρητήρια, ενημερωτι- κά περίπτερα και πινακίδες) ανά περιοχή και Περιφέρεια. Δράση 6. Ενσωμάτωση της κλιματικής αλλαγής στα αναπτυξιακά σχέδια και στα ερ- γαλεία παρακολούθησης της βιοποικιλότητας. Η δράση αυτή σχετίζεται με την υλοποίηση της Δράσης 1. Μέτρο 6.1. Ενίσχυση υφιστάμενων εργαλείων παρακολούθησης της βιοποι- κιλότητας ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής Το μέτρο αυτό σχετίζεται με το Μέτρο 1.2 της Δράσης 1 και αποσκοπεί στην ενίσχυ- ση των προγραμμάτων παρακολούθησης της βιοποικιλότητας, έτσι ώστε να λαμβά- νουν υπόψη τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Μεταξύ άλλων προτείνονται: 35 Ενημερώσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα των χαρτών εύρους εξάπλωσης ειδών και τύπων οικοτόπων, που παρήχθησαν από το έργο Εποπτείας για την παρακολού- θηση των όποιων αλλαγών Δημιουργία εξειδικευμένων και επικαιροποιημένων δεικτών παρακολούθησης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στη βιοποικιλότητα. Δημιουργία δικτύου μόνιμων δειγματοληπτικών επιφανειών παρακολούθησης των ειδών και των οικοσυστημικών λειτουργιών ενδιαφέροντος με στόχο τη διαχρονική καταγραφή της απόκρισης των στοιχείων της βιοποικιλότητας στην κλιματική αλλα- γή. Πρόβλεψη δυνατότητας έκτακτων καταγραφών/μετρήσεων έπειτα από ακραία καιρικά φαινόμενα. Δείκτες παρακολούθησης: Συχνότητα ενημέρωσης και επικαιροποίησης χαρτών και δεικτών Μέτρο 6.2. Ενσωμάτωση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στα ανα- πτυξιακά σχέδια. Το σύνολο των αναπτυξιακών σχεδίων, καθώς και οι διάφορες μελέτες που εκπο- νούνται για μελλοντικά έργα (π.χ. Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων) θα πρέ- πει να λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη βιοποικιλότη- τα. Δείκτες παρακολούθησης: π.χ. Ετήσιος αριθμός μελετών που εκπονήθηκαν και πε- ριλαμβάνουν αναφορά στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε στοιχεία της βιο- ποικιλότητας. 4.4 Αλιεία Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις ελληνικές θάλασσες και ειδικότερα στην αλιεία, επηρεάζουν (α) την βιοποικιλότητα των θαλάσσιων περιοχών, (β) την βιολο- γία των τοπικών ειδών επιδρώντας, κυρίως, στην επιβίωση και θνησιμότητα τους, (γ) τα θεμελιώδη ενδιαιτήματα των ψαριών, (δ) την κατανομή της αλιευτικής προ- σπάθειας, (στ) την εφαρμογή των αλιευτικών διαχειριστικών σχεδίων και τη δυσκο- λία επιβολής τους στους εμπλεκόμενους στην αλιεία και (ζ) την αύξηση του κόστους της αλιευτικής παραγωγής και των διαχειριστικών μέτρων. Για την επιλογή των σημαντικότερων δράσεων προσαρμογής όσον αφορά στις επι- πτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην αλιεία κρίνεται απαραίτητο να συμπεριληφ- θούν όλες οι παραπάνω παράμετροι. Εν τούτοις, η αναγκαιότητα της ενσωμάτωσης της γεωγραφικής και τοπογραφικής ποικιλομορφίας των ελληνικών ακτών/θαλασ- σών στον καθορισμό των δράσεων προσαρμογής, σε συνδυασμό με τη διασπορά της αλιευτικής ισχύος σε μεγαλύτερες γεωγραφικές περιοχές, οι οποίες ενίοτε περι- λαμβάνουν και θαλάσσιες εκτάσεις γειτονικών κρατών με κοινά σύνορα, καθιστά το εγχείρημα αυτό ιδιαίτερα σύνθετο. Οι σημαντικότερες δράσεις που δύνανται να περιληφθούν στο πλαίσιο αυτό είναι: 36 Δράση 1. Συγκέντρωση της γνώσης της επίδρασης της κλιματικής αλλαγής στην α- λιεία. Σκοπός της δράσης αυτής είναι η συγκέντρωση της συνολικής υφιστάμενης πληρο- φορίας που αφορά στην επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αλιεία, συμπερι- λαμβάνοντας τα θαλάσσια οικοσυστήματα, τα θαλάσσια αλιευτικά ιχθυο- αποθέματα και την ιχθυοπανίδα. Μέτρο 1.1 Δημιουργία βάσεων δεδομένων στις οποίες περιλαμβάνονται οι διαχρονικές διακυμάνσεις των θαλάσσιων περιβαλλοντικών παραμέτρων που επη- ρεάζονται από την κλιματική αλλαγή, όχι μόνο στις ελληνικές θάλασσες, αλλά και στις γειτονικές. Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός δημοσιεύσεων και σχετικών τεχνικών εκθέσεων σε ετήσια βάση. Μέτρο 1.2 Δημιουργία βάσεων δεδομένων στις οποίες περιλαμβάνονται οι διαχρονικές διακυμάνσεις των αλιευτικών ιχθυοποθεμάτων και της αλιευτικής πα- ραγωγής στις ελληνικές θάλασσες. Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός δημο- σιεύσεων και σχετικών τεχνικών εκθέσεων σε ετήσια βάση. Μέτρο 1.3 Δημιουργία βάσεων δεδομένων στις οποίες περιλαμβάνονται στοιχεία ή δεδομένα που επηρεάζουν τις διαχρονικές διακυμάνσεις της αλιευτικής παραγωγής των γειτονικών θαλασσών που συνορεύουν με τις ελληνικές θάλασσες. Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός δημοσιεύσεων και σχετικών τεχνικών εκθέ- σεων σε ετήσια βάση. Μέτρο 1.4 Δημιουργία βάσεων δεδομένων στις οποίες καταγράφεται η δια- χρονική και γεωγραφική εξέλιξη των αλιευτικών τεχνικών της χώρας και η αντίστοι- χη αλιευτική παραγωγή τους. Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός δημοσιεύσε- ων και σχετικών τεχνικών σε ετήσια βάση. Μέτρο 1.5 Καταγραφή των ερευνητικών προγραμμάτων που έχουν χρημα- τοδοτηθεί την τελευταία δεκαετία από εθνικούς, κοινοτικούς και διεθνείς φορείς και στοχεύουν στην επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αλιεία. Δείκτες αποτε- λεσματικότητας: Αριθμός προγραμμάτων, βαθμός αξιολόγησης και κόστος επένδυ- σης. Δράση 2. Προσαρμογή στη νέα κατάσταση της αλιείας, που θα δημιουργηθεί από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Μέτρο 2.1 Αποτίμηση και ενσωμάτωση της κοινωνικής και οικονομικής δια- φοροποίησης που θα προκαλέσει η κλιματική αλλαγή στην αλιεία σε περιφερειακό και οικοσυστημικό επίπεδο σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση. Δείκτες αποτε- λεσματικότητας: Αριθμός δημοσιεύσεων και σχετικών τεχνικών εκθέσεων σε ετήσια βάση. Μέτρο 2.2 Αποτίμηση των αλλαγών που θα προκληθούν στις προτιμήσεις των καταναλωτών εξαιτίας της επίδρασης της κλιματικής αλλαγής στην αλιεία. Δεί- κτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός δημοσιεύσεων και σχετικών τεχνικών σε ετήσια βάση. Μέτρο 2.3 Οργάνωση διεθνών θεσμικών διοικητικών μηχανισμών που θα ενεργοποιούν και θα ενισχύουν την επέκταση των αλιευτικών συμφερόντων εκτός 37 των εθνικών συνόρων σε συμφωνία με τα όμορα κράτη, με στόχο τη διασπορά της αλιευτικής ισχύος σε μεγαλύτερη γεωγραφική έκταση, την ορθολογική διαχείριση της αλιείας των κοινών διεθνών ιχθυοπληθυσμών και την εκμετάλλευση περισσότε- ρων αλιευτικών πόρων που θα προκύψουν εξ αιτίας της δράσης της κλιματικής αλ- λαγής. Δείκτες αποτελεσματικότητας : Αριθμός νομοθετημάτων, κανονισμών, διε- θνών αποφάσεων και τεχνικών εκθέσεων σε ετήσια βάση. Μέτρο 2.4 Μελέτη της εφαρμογής διαχρονικών αποτελεσματικών εθνικών και διεθνών σχεδίων αλιευτικής διαχείρισης των νέων αλιευτικών πόρων που στα- διακά θα εξαπλωθούν στις ελληνικές θάλασσες και της οργάνωσης συναφών συ- στημάτων παρακολούθησης της εφαρμογής τους, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η βαθμιαία προσαρμογή του συστήματος της αλιευτικής εκμετάλλευσης στην κλιμα- τική αλλαγή. Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός νομοθετημάτων, κανονισμών, διεθνών αποφάσεων και ερευνητικών μελετών (δημοσιεύσεις, τεχνικές εκθέσεις) σε ετήσια βάση. Δράση 3. Αειφόρος διαχείριση θαλάσσιων βιολογικών πόρων. Μέτρο 3.1 Θεσμοθέτηση ή βελτίωση υφισταμένων συστημάτων καταγραφής (monitoring) βιοτικών και αβιοτικών παραμέτρων του θαλασσίου οικοσυστήματος απαραιτήτων για την εκτίμηση της τρωτότητας του εξαιτίας της κλιματικής αλλα- γής.Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός νομοθετημάτων, υπουργικών αποφά- σεων και ερευνητικών μελετών (δημοσιεύσεις, τεχνικές εκθέσεις) σε ετήσια βάση. Μέτρο 3.2 Θεσμοθέτηση μέτρων αειφορικής διαχείρισης των αλιευτικών πόρων τα οποία θα απαιτηθούν . Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός νομοθε- τημάτων, κανονισμών, διεθνών αποφάσεων και ερευνητικών μελετών (δημοσιεύ- σεις, τεχνικές εκθέσεις) σε ετήσια βάση. Μέτρο 3.3 Μελέτη της γεωγραφικής εξάπλωσης και αφθονίας των θαλάσσι- ων «εισβολέων» στις ελληνικές θάλασσες. Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός νομοθετημάτων, κανονισμών, διεθνών αποφάσεων και ερευνητικών μελετών (δη- μοσιεύσεις, τεχνικές εκθέσεις) σε ετήσια βάση. Μέτρο 3.4 Θεσμοθέτηση μέτρων αειφόρου διαχείρισης της βιοποικιλότητας στα θαλάσσια οικοσυστήματα που θα απαιτηθούν στις ελληνικές θάλασσες.Δείκτες αποτελεσματικότητας: Αριθμός νομοθετημάτων, κανονισμών, διεθνών αποφάσεων και ερευνητικών μελετών (δημοσιεύσεις, τεχνικές εκθέσεις) σε ετήσια βάση. Μέτρο 3.5 Εκτίμηση επικινδυνότητας και δημιουργίας μοντέλων πρόβλεψης τρωτότητας των αναμενομένων επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής στα θαλάσσια οικοστήματα. Δράση 4. Κατανόηση της δράσης των φυσικών και οικολογικών παραμέτρων που καθορίζουν τους μηχανισμούς επίδρασης της κλιματικής αλλαγής στην αλιεία. Μέτρο 4.1 Μελέτη και ερμηνεία των παραμέτρων (π.χ. αλατότητα, θερμο- κρασία, εκπομπές CO2 κλπ) που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή και έχουν επιπτώσεις στην αλιεία. 38 Μέτρο 4.2 Χαρτογράφηση της μετακίνησης των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και ιχθυοπληθυσμών ανάλογα με την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στο θαλάσ- σιο περιβάλλον. Δράση 5. Αποτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην αλιεία Μέτρο 5.1 Αποτίμηση της μεταβολής του κόστους της ελληνικής αλιευτικής παραγωγής σε επίπεδο χώρας και περιφέρειας, συμπεριλαμβανομένου και του κό- στους που απορρέει από τις προτιμήσεις των καταναλωτών. Μέτρο 5.2 Αποτίμηση των δράσεων της δημόσιας και ιδιωτικής πρωτοβου- λίας οι οποίες κατά τη διάρκεια της κλιματικής αλλαγής θα ενισχύσουν κίνητρα για τη διαφοροποίηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων, τη μεταστέγασή τους, λαμβά- νοντας υπόψη προβλέψεις και σχεδιασμό υποδομών προσαρμογής. Μέτρο 5.3 Αποτίμηση κόστους για την ταχεία αντικατάσταση του διαχειρι- στικού αλιευτικού συστήματος με ένα νέο, το οποίο α) καλύπτει το σύνολο της χώ- ρας, β) θα λαμβάνει υπόψη τις νέες προσεγγίσεις στην αλιεία, γ) θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της κλιματικής αλλαγής και, δ) θα είναι αποδεκτό από τους απα- σχολούμενους στην αλιεία. Μέτρο 5.4 Οργάνωση σχεδίων έκτακτης ανάγκης για εκείνους τους αλιευτι- κούς τομείς (τεχνικές) που δεν θα είναι σε θέση να μετακινηθούν από τις περιοχές που θα πληγούν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή π.χ. παράκτια αλιεία, α- λιεία μικρών πελαγικών. Δράση 6. Εκπαιδευτικά προγράμματα που αφορούν την επίδραση των κλιματικών αλλαγών στην αλιεία. Μέτρο 6.1 Εκπαιδευτικά προγράμματα στους επαγγελματίες αλιείς για την προσαρμογή της αλιείας στην κλιματική αλλαγή.Δείκτες αποτελεσματικότητας : Α- ριθμός ετησίων προγραμμάτων, αριθμός ετησίων εντύπων, ημερίδων και εκδηλώ- σεων, επισκεψιμότητα ιστοσελίδων. Μέτρο 6.2 Ενημέρωση και ευαισθητοποίηση δημοσίων λειτουργών και κοι- νού για την αλιεία και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Δείκτες αποτελε- σματικότητας: Αριθμός ετησίων προγραμμάτων, ημερίδων και εκδηλώσεων, επι- σκεψιμότητα ιστοσελίδων. Μέτρο 6.3 Ανάδειξη εναλλακτικών μορφών αλιευτικού τουρισμού στα οικοσυστή- ματα που θα προκύψουν από τις κλιματικές αλλαγές. Δείκτες αποτελεσματι- κότητας: Αριθμός αδειών αλιευτικού τουρισμού. 39 4.5 Υδατοκαλλιέργειες Οι προτάσεις αφορούν πρωτίστως στην αντιμετώπιση των συνεπειών (αύξηση της θερμοκρασίας και του διοξειδίου του άνθρακα και διαφαινόμενη αύξηση ή και μεί- ωση της στάθμης των υδάτων των θαλάσσιων και λιμνοθαλάσσιων περιοχών, κα- θώς και στην αλλαγή της βιοποικιλότητάς τους, αβεβαιότητα εμφάνισης-διάρκειας και έντασης ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων και ανέμων κλπ.) της ήδη παρατη- ρηθείσας κλιματικής αλλαγής, κυρίως σε παράκτιες και παρόχθιες, καθώς και σε περιοχές της ηπειρωτικής χώρας. Γενικά, οι αναμενόμενες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής για τον κλάδο των υδατοκαλλιεργειών αφορούν τόσο σε πιθανές επιπτώ- σεις στα τεχνικά χαρακτηριστικά των χρησιμοποιούμενων κατασκευών, όσο και στη μεταβολή των περιβαλλοντικών παραμέτρων (βιολογικών, χημικών, φυσικών, υ- δρολογικών) των εγκαταστάσεων των μονάδων εκτροφής. Δράση 1. Μελέτη και καταγραφή των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στις χρη- σιμοποιούμενες μεθόδους και τεχνικές υδατοκαλλιεργειών με στόχο την ανάπτυξη νέων πλέον ανθεκτικών μεθόδων και τεχνικών ή/και την μετατόπιση υφιστάμενων μονάδων σε θέσεις μικρότερης τρωτότητας. Μέτρο 1.1. Ενδεικτικά μέτρα προσαρμογής: Εξέταση αναγκαιότητας σταδια- κής ή άμεσης (καθορίζεται από το εκτρεφόμενο είδος, την εφαρμοζόμενη τεχνολο- γία εκτροφής, και τα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής) απομάκρυνσης υδατοκαλλιερ- γητικών μονάδων από περιοχές που εκτιμάται ότι θα θιγούν περισσότερο. Μέτρο 1.2. Διερεύνηση αναγκαιότητας σταδιακής ή άμεσης ύπαρξης τεχνο- λογικών συνθηκών-προϋποθέσεων εφαρμογής υπερεντατικών συστημάτων παρα- γωγής (γνωστά ως κλειστά ή ημίκλειστα) ελέγχοντας και ρυθμίζοντας τα επίπεδα των βιολογικών, φυσικών, χημικών και υδρολογικών παραμέτρων του χρησιμοποι- ούμενου ύδατος (περιβάλλον εκτροφής). 4.6 Υδάτινοι πόροι Η σημαντικότητα των υδάτων στη διατήρηση της ανθρώπινης ζωής, του φυσικού περιβάλλοντος και των οικοσυστημάτων αλλά και στην κοινωνική και οικονομική ευημερία είναι αδιαμφισβήτητη. Η ολοκληρωμένη και βιώσιμη διαχείριση των υδα- τικών πόρων αποτελεί δικλείδα ασφαλείας απέναντι στις πολυάριθμες και συνεχό- μενες πιέσεις που δέχεται το υδατικό περιβάλλον. Σύμφωνα με την προβλεπόμενη κλιματική μεταβλητότητα, οι πιέσεις αυτές θα παρουσιάσουν ραγδαία αύξηση με την κλιματική αλλαγή να επηρεάζει άμεσα τον υδρολογικό κύκλο και τις διεργασίες που τον απαρτίζουν, όπως την εξάτμιση, συμπύκνωση, κατακρήμνιση, απορροή, διήθηση κλπ. Από πλευράς κλιματικής αλλαγής οι παράμετροι που κατ’ ελάχιστο θα πρέπει να ληφθούν υπόψη είναι 1) η μείωση συχνότητας των βροχοπτώσεων αλλά και η πα- 40 ράλληλη αύξηση της έντασης αυτών με επιπτώσεις όπως: αύξηση πλημμυρικών φαινομένων, μείωση απορροής και δευτερογενούς κατείσδυσης, μείωση πρωτογε- νούς κατείσδυσης, προέλαση των μετώπων υφαλμύρωσης στην ενδοχώρα, εντατι- κοποίηση των αρδεύσεων, μείωση αποθηκευμένου όγκου νερού στους ταμιευτή- ρες, κλπ., και 2) η αύξηση της θερμοκρασίας με επιπτώσεις όπως: παρατεταμένες αρδεύσεις, εντονότερες εξατμίσεις και διαπνοές, παρατεταμένες και εντονότερες οικιακές χρήσεις νερού, ετεροχρονισμένο λιώσιμο του χιονιού, περιορισμένη χιονο- κάλυψη, κλπ. Οι προτεινόμενες δράσεις και μέτρα αφορούν στο μετριασμό των επιπτώσεων που είναι ήδη εμφανείς, μέσω μεθοδικού και ολοκληρωμένου σχεδιασμού για τη διατή- ρηση των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων σε καλή κατάσταση, με παράλληλη κάλυψη των ανθρωπογενών αλλά και περιβαλλοντικών αναγκών σε νερό. Ένα από τα πιο σημαντικά μέτρα της ΕΣΠΚΑ, όσον αφορά στους υδάτινους πόρους, είναι η προώθηση και προάσπιση πολιτικής, καθώς και καινοτόμων τεχνολογιών και πρακτικών που βασίζονται στις αρχές υδρολογικής και οικολογικής διαχείρισης και στοχεύουν στην ορθολογική διαχείριση των υδάτων μέσω μέτρων εξοικονόμησης ύδατος και εξασφάλισης πιο αποτελεσματικής χρήσης του. Τα παραπάνω, σε πολλές περιπτώσεις, δύνανται να συνδυαστούν με τεχνικά μέτρα, όπως π.χ. βελτίωση υποδομών (αρδευτικά συστήματα, υδρευτικά συστήματα), με απώτερο σκοπό τον έλεγχο της υπερκατανάλωσης και την εξοικονόμηση νερού. Δράση 1. Δημιουργία γεωπύλης (geo-portal) ενσωμάτωσης πληροφορίας σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στους υδατικούς πόρους. Σκοπός της δράσης είναι η συγκέντρωση του συνόλου της πληροφορίας (δεδομένα, μελέτες, περιγραφική πληροφορία) που αφορά στις επιπτώσεις της κλιματικής αλ- λαγής στους υδατικούς πόρους και τη διάθεση της πληροφορίας στο διαδίκτυο. Μέτρο 1. Συλλογή και συγκέντρωση μελετών, δημοσιεύσεων, ερευνητικών έργων και παραγόμενων αποτελεσμάτων σχετικά με την κλιματική αλλαγή στους υδατικούς πόρους στον ελλαδικό χώρο. Μέτρο 2. Ανάπτυξη βάσης δεδομένων και κατάλληλης γεωπύλης με κατα- γραφή των πληροφοριών του μέτρου 1 ανά Υδατικό Διαμέρισμα και μέσω εργαλεί- ων εύρεσης πληροφορίας με χρήση λέξεων κλειδιών. Η εν λόγω γεωπύλη μπορεί να ενσωματωθεί στη γεωπύλη πληροφοριακού οδηγού σχετικά με τη χωρικά δομημένη πληροφορία που έχει αναπτυχθεί από άλλους φο- ρείς και περιέχει δεδομένα ποιότητας και ποσότητας ύδατος (π.χ. σύνδεσμος (link) για την εφαρμογή αποτελεσμάτων του Εθνικού Δικτύου Παρακολούθησης των ποι- οτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών των υδάτων, που εποπτεύεται από την ΕΓΥ). Δράση 2. Έργα αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στους υδά- τινους πόρους. 41 Άνοδος της στάθμης της θάλασσας /Παράκτιες ζώνες Εκτίμηση επιπτώσεων σε παράκτιες περιοχές από άνοδο της στάθμης της θάλασσας ή/και διάβρωση ακτών και υποστήριξη φορέων για σχεδιασμό και υλοποίηση κα- τάλληλων έργων (δες ενότητα 4.7. «Παράκτιες ζώνες») Μείωση (ποσοτική και ποιοτική) της απόδοσης των υδροληπτικών έργων. Η ποσοτική μείωση της απόδοσης των παράκτιων υδροληπτικών έργων (κύριο μέ- τρο αποτροπής ή μείωσης της υφαλμύρωσης). Αντιμετώπιση: Η αποφυγή ή ο περιορισμός του φαινομένου, συνίσταται στη μείωση ή ολική διακοπή των αντλήσεων των παράκτιων υδροφορέων, αλλά και των απο- λήψεων επιφανειακού νερού που εκβάλλει στη θάλασσα. Μεταβολή του επιπέδου βάσης της απορροής. Η μεταβολή του επιπέδου βάσης της απορροής, που είναι μια μεταβολή του καθε- στώτος διαβρώσεων και αποθέσεων, σχετίζεται με το διαβρωτικό ή αποθετικό κα- θεστώς των ανάντη κλάδων του υδρογραφικού δικτύου. Αντιμετώπιση: Οι επιπτώσεις μπορούν να εντοπιστούν και να ποσοτικοποιηθούν με τη χρήση ειδικών μοντέλων, για διάφορα σενάρια του φαινομένου. Μεταβολή του φαινομένου βάρους κατασκευών. Η είσοδος της θάλασσας στην ενδοχώρα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του επι- πέδου της υπόγειας υδροφορίας, με μεταβολή του φαινόμενου βάρους των κατα- σκευών (άνωση). Οι αυξομειώσεις της στάθμης και της άνωσης με παράκτια έργα, θα προκαλέσει καταπόνηση των θεμελιώσεων. Αντιμετώπιση: Η μελέτη του φαινομένου, όπως προηγουμένως. Προληπτικά μέτρα Μελέτη τρωτότητας υπόγειων υδατικών συστημάτων και σωμάτων. Απαιτείται σύνταξη χαρτών τρωτότητας, εσωτερικής ή φυσικής τρωτότητας (natural or intrinsic vulnerability) και ειδικής ή ολοκληρωτικής τρωτότητας (specific or integrated vulnerability). Μελέτη υδρογραμμάτων πηγαίων εκφορτίσεων. Κατασκευή, ανάλυση και μελέτη υδρογράμματος βασικών πηγαίων εκφορτίσεων. Βασικό μέλημα η εκτίμηση της διαθέσιμης παροχής την ξηρή περίοδο του έτους. 42 Αντιδιαβρωτική προστασία εδαφών. Το φαινόμενο είναι αρκετά συχνό και ενοχλητικό από τους κυματισμούς και τις μι- κροκαταστροφές του ερπυσμού, μέχρι και της μεγάλης κλίμακας ολισθήσεις, κατα- πτώσεις, καθιζήσεις και άλλες μορφές εδαφικής αστάθειας. Αντιμετώπιση: Όπως δράση 5 του κεφ. 4.1 «Γεωργία και Κτηνοτροφία). Ερημοποίηση Οι παράγοντες που προκαλούν το φαινόμενο της ερημοποίησης είναι: το κλίμα, η φυσιογραφία, η γεωλογία, το έδαφος, η Υδρολογία και Υδρογεωλογία, καθώς και οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες όπως για παράδειγμα η γεωργική υπερεκμετάλ- λευση, η υπερβόσκηση. Η Ελλάδα όπως και οι υπόλοιπες χώρες της λεκάνης της Μεσογείου αντιμετωπίζει υψηλό κίνδυνο ερημοποίησης του εδάφους (εκτιμάται σε τουλάχιστον 35% του χερσαίου χώρου). Περιοχές υψηλού κινδύνου θεωρούνται τα νησιά του Αιγαίου, η Κρήτη, ένα μέρος της Θεσσαλίας, η Ανατολική Στερεά Ελλάδα και η Ανατολική Πελοπόννησος. Αντιμετώπιση: Όπως δράση 5 του κεφ. 4.1 «Γεωργία και Κτηνοτροφία). Επικαιροποίηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την καταπολέμηση της Απερήμω- σης (ΚΥΑ 99605/3719/2001, ΦΕΚ 974 Β). Διατήρηση οικολογικής παροχής Κάθε υδατικό σώμα επιτελεί ένα συγκεκριμένο ρόλο στη διατήρηση του οικοσυστή- ματος και επηρεάζεται από την έλλειψη της οικολογικής παροχής: μια συγκεκριμένη παροχή που συνεχίζει τη ροή της όταν υπάρχει διακοπή της φυσικής απορροής για συγκεκριμένους λόγους και δεν πάει, τουλάχιστον στο σύνολό της, «χαμένη» στη θάλασσα. Αντιμετώπιση: Η αναγκαιότητα (σωστής) εκτίμησης της οικολογικής παροχής, με τα δεδομένα της κλιματικής αλλαγής, καθίσταται πλέον επιτακτική. Το κενό, στην Ελ- λάδα, καλύπτεται προσωρινώς από την ΚΥΑ για τις ΑΠΕ. Αρδευτικό νερό Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα αναφέρονται στη μείωση της προσφοράς και στο αρδευτικό νερό. Αν αυτό συνδυαστεί με την αύξηση των θερμο- κρασιών, επαπειλείται εντατικοποίηση της άρδευσης και μεγαλύτερη διάρκεια αρ- δεύσεων. Αρδευτικά δίκτυα Τα αρδευτικά δίκτυα, όπου αυτά υπάρχουν, εμφανίζουν σημαντικές υδατικές απώ- λειες λόγω παλαιότητας, κακής, ελλιπούς ή ανύπαρκτης συντήρησης, τύπου κατα- σκευής κλπ. (αντικατάσταση φθαρμένων τμημάτων ή αλλαγή αρδευτικής μεθόδου, ακόμα και αλλαγή καλλιεργειών). 43 Αντιμετώπιση: Σε συνεργασία με τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς θα πρέπει να ε- νεργοποιηθεί ένα μεγάλο πρόγραμμα επισκευής αρδευτικών δικτύων, επέκτασης χρήσης αρδευτικών δικτύων, διερεύνησης δυνατότητας επιλογής ποικιλιών που απαιτούν λιγότερο νερό, επιλογή ποικιλιών που ευδοκιμούν εκτός θέρους, κατάρ- γησης δωρεάν χορήγησης αρδευτικού νερού, άρδευσης με επαναχρησιμοποιούμε- να νερά, τοποθέτησης υδρομετρητή στην κεφαλή αναγκαστικώς λειτουργουσών ι- διωτικών αρδευτικών γεωτρήσεων και έλεγχος απολήψεων με βάση προηγηθείσα μελέτη της περιοχής. Επιστρεφόμενη αρδευτική ροή Πρόκειται για πρόβλημα που εντοπίζεται σε περιοχές άρδευσης με νερό που α- ντλείται από την ίδια περιοχή που αρδεύεται, ιδιαιτέρως όταν η άρδευση είναι συ- χνή. Μετά από κάθε άντληση – άρδευση, ένα υπόλοιπο αρδευτικού νερού επιστρέ- φει στον υδροφόρο ορίζοντα, έχοντας υποστεί τέσσερις διαδικασίες ρύπανσης, Αν ληφθεί υπ’ όψη ότι οι ταχύτητες του υπόγειου νερού στα πορώδη μέσα είναι της τάξης των μερικών μέτρων ή δεκάδων μέτρων κατ’ έτος, γίνεται αντιληπτό ότι, μετά από κάποιες αρδεύσεις, το αρδευτικό νερό είναι σοβαρώς ρυπασμένο. Αντιμετώπιση: Εναλλαγή χρήσης αρδευτικού νερού, όπου είναι δυνατό, μερικώς ή στο σύνολό του. Υδρευτικά δίκτυα Οι απώλειες νερού από τα υδρευτικά δίκτυα των πόλεων είναι σημαντικές. Αυτό οφείλεται στην παλαιότητα μεγάλων τμημάτων των δικτύων. Ένα άλλο πρόβλημα στο θέμα αυτό είναι η αντικατάσταση των τμημάτων των δικτύων που αποτελείται από σωλήνες αμιαντοτσιμέντου για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας. Αντιμετώπιση: Συνεργασία Περιφερειών και ΟΤΑ, συνιστάται επισκευή φθαρμένων τμημάτων και αντικατάσταση τμημάτων αμιαντοσωλήνων υδρευτικών δικτύων. Εμφιαλωμένα νερά Εμφιαλωμένα νερά είναι πόσιμα νερά τα οποία πρέπει να τηρούν ποιοτικές προδι- αγραφές. Οι ζώνες περιμετρικής προστασίας υδροληψιών και εγκαταστάσεων εμφιαλώσεως νερού αποτελούν καθημερινή πρακτική, για δεκαετίες, στις ανεπτυγμένες χώρες και πριν απ’ όλες, στην Ευρώπη. Ο λόγος της ύπαρξής τους είναι η αποφυγή ρύπανσης του υπόγειου νερού, με το οποίο υδρεύονται ομάδες πληθυσμών, από ανθρώπινες δραστηριότητες. Οι ζώνες αυτές, μετά από ειδική υδρογεωλογική μελέτη, καθορίζο- νται ως Ζώνη Ι (άμεσης προστασίας – direct protection zone,) Ζώνη ΙΙ (βιολογικής προστασίας – biological protection zone), Ζώνη III (χημικής προστασίας – chemical protection zone). Καθορίζεται, επίσης, η Γραμμή Χ Ημερών για τους βασικούς παθογόνους μικροορ- γανισμούς (pathogenic microorganisms), ανάλογα με την ταχύτητα κίνησης του κά- θε μικροοργανισμού. 44 Σε καμία υδροληψία στην Ελλάδα, είτε ως αρχή υδρευτικού δικτύου, είτε σε μονά- δες εμφιαλώσεως νερού, δεν υπάρχουν ζώνες περιμετρικής προστασίας. Διασυνοριακά νερά. Το θέμα αφορά επιφανειακά (κυρίως) και υπόγεια νερά με την Ελλάδα να βρίσκεται σε θέση κατάντη (Έβρος, Στρυμόνας, Νέστος, Αξιός), με εξαίρεση την περίπτωση του Αώου, όπου η Ελλάδα βρίσκεται ανάντη. Τα προβλήματα εντοπίζονται στον ποσοτι- κό τομέα (έλλειψη νερού ή πλημμυρικές παροχές) και στον ποιοτικό τομέα (χημι- σμός και ρύπανση νερού). Στα υπόγεια νερά έχουν εντοπισθεί περιοχές ενδιαφέρο- ντος στην Ήπειρο (υδρογεωλογική λεκάνη των πηγών Χειμάρρας, κυρίως, ευρισκό- μενη στην Ελλάδα), στις Πρέσπες (διαφυγές υπόγειων νερών, μαζί με τα επιφανεια- κά) και αλλού. Αφαλατώσεις Σήμερα, το πρόβλημα ύδρευσης στα νησιά αντιμετωπίζεται, επικουρικώς, με τη χρήση μικρών μονάδων αφαλάτωσης, που όμως εμφανίζουν σημαντικά προβλήμα- τα, όπως το υψηλό κόστος αγοράς και συντήρησης, η ενεργοβόρος λειτουργία τους, η διάθεση του αλμόλοιπου και οι οργανοληπτικοί χαρακτήρες του αφαλατωμένου νερού, που επιβάλλουν την ανάμιξή του με το υπόγειο νερό πριν από την είσοδό του στο υδρευτικό δίκτυο. Μέτρο 1. Εφαρμογή ενός δικτύου παρακολούθησης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στα υπόγεια ύδατα. Μέτρο 2. Βελτιστοποίηση των υφιστάμενων μετεωρολογικών δικτύων, προ- κειμένου να οικοδομηθεί η επαγρύπνηση και η ικανότητα συναγερμού για την κα- τάσταση του υδάτινου περιβάλλοντος και να συνεισφέρει στην προσαρμογή της χρήσης των διαθέσιμων πόρων. Μέτρο 3. Δημιουργία ενιαίου οργανισμού, ο οποίος θα συντονίζεται σε εθνι- κό επίπεδο και θα είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση των αλλαγών στη ζήτη- ση του νερού με τη σύγχρονη δημιουργία μιας εθνικής βάσης δεδομένων. Μέτρο 4. Αλλαγές κατευθύνσεων στη ζήτηση νερού με πιθανή εγκατάσταση μιας εθνικής βάσης δεδομένων υδατικών απολήψεων. Δράση 3. Εξοικονόμηση νερού – Αποτελεσματική χρήση του νερού – Μείωση της άντλησης των υδροφόρων οριζόντων. Αφορά κυρίως περιοχές όπου παρατηρείται έλλειψη νερού τόσο το χειμώνα, όσο και το καλοκαίρι. Μέτρο 1. Προώθηση της εξοικονόμησης νερού σε όλους τους τομείς και τις χρήσεις, ιδίως σε περιοχές αντιμετωπίζουν ελλείψεις και υποστήριξη της ανακύ- κλωσης των όμβριων υδάτων. 45 Μέτρο 2. Ενθάρρυνση της επεξεργασίας αποβλήτων και χρήσης ανακυκλω- μένου νερού στη φυτική παραγωγή ή σε χώρους πράσινου, ιδιαίτερα στις περιοχές που παρουσιάζουν ελλείψεις. Μέτρο 3. Βελτίωση της αποδοτικότητας στον τομέα της ενέργειας με όρους υδατικής απόληψης και κατανάλωσης και μελλοντικών υδροηλεκτρικών ενεργεια- κών σταθμών. Μέτρο 4. Βελτιστοποίηση του υφιστάμενου υδατικού αποθέματος στον γε- ωργικό τομέα και δημιουργία τεχνητών ταμιευτήρων σε συμφωνία με περιβαλλο- ντικούς περιορισμούς, επιπροσθέτως των μέτρων βελτίωσης για την υδατική χρήση. Μέτρο 5. Ενθάρρυνση αλλαγής καταναλωτικών προτύπων και νοοτροπιών ιδιωτών Δράση 4. Ανάπτυξη των δραστηριοτήτων και των χρήσεων γης που είναι συμβατές με τους τοπικούς διαθέσιμους υδάτινους πόρους. Αυτό περιλαμβάνει προσδιορι- σμό σεναρίων δυνητικής προσαρμογής για δραστηριότητες που περιέχουν βαριές υδατικές καταναλώσεις, σε περιοχές που αντιμετωπίζουν ελλείψεις, βελτιστοποιώ- ντας τα υδατικά αποθέματα, αναπτύσσοντας αποδοτικές γεωργικές δραστηριότητες και μειώνοντας την αδιαπερατότητα των εδαφών, επομένως προωθώντας την κα- τείσδυση του νερού. Μέτρο 1. Προσδιορισμός των σεναρίων δυνητικής προσαρμογής για τις δρα- στηριότητες που χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες νερού σε περιοχές που ήδη α- ντιμετωπίζουν ελλείψεις. Μέτρο 2. Βελτιστοποίηση των υφιστάμενων μεθόδων αποθήκευσης νερού και δημιουργία νέων, εάν απαιτείται, ιδίως με την αντικατάσταση αντλήσεων κατά τη διάρκεια των περιόδων χαμηλής ροής. Μέτρο 3. Ορθολογική χρήση του νερού σε δραστηριότητες όπως ο γεωργι- κός τομέας, ο τουρισμός κλπ. Μέτρο 4. Βελτίωση του δυναμικού κατείσδυσης στα εδάφη, ώστε να χρησι- μοποιείται και το νερό της βροχής. Δράση 5. Ένταξη των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στον υδατικό σχεδιασμό και την υδατική διαχείριση, ιδιαιτέρως στα επόμενα προγράμματα παρέμβασης υ- πηρεσιών υδάτων (2013-2018) και προγράμματα ανάπτυξης της υδατικής διαχείρι- σης (2016-2021). Η δράση αυτή έχει ως στόχο να ενσωματώνονται οι αναμενόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τα μέτρα προσαρμογής που απαιτούνται στα εργαλεία σχεδιασμού διαχείρισης των υδάτων σε κλίμακα υδρογραφικής λεκάνης. Δράση 6. Αξιολόγηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην παραγωγή υ- δροηλεκτρικής ενέργειας. Εφόσον το "καύσιμο" των υδροηλεκτρικών έργων είναι το νερό, σκοπός της παρού- σας δράσης είναι η μελέτη, και αξιολόγηση των επιπτώσεων λόγω επικείμενης μεί- 46 ωσης της επιφανειακής απορροής στα υδροηλεκτρικά έργα της χώρας, τόσο από οικονομικής πλευράς (μείωση παραγόμενης ενέργειας), όσο και από κοινωνικοοι- κονομικής (μείωση διαθέσιμου νερού για γεωργική χρήση) και περιβαλλοντικής πλευράς (διατήρηση οικολογικής παροχής) Δράση 7. Εκπαιδευτικά προγράμματα που να αφορούν την επίδραση των κλιματι- κών αλλαγών στους υδατικούς πόρους Το ειδικό πρόβλημα των νησιών του Αιγαίου και Ιονίου πελάγους Τα νησιά του Αιγαίου, ιδιαιτέρως τα μικρά, έχουν συγκεκριμένα υδρολογικά και υ- δρογεωλογικά χαρακτηριστικά, που είναι:  το μικρό ύψος βροχοπτώσεων, μικρή, επομένως, προσφορά νερού,  οι υψηλές θερμοκρασίες, ηλιοφάνεια και άνεμοι, που ευνοούν μεγάλη εξά- τμιση,  η μικρή έκταση των νησιών, που περιορίζει την ποσότητα του νερού που μπορεί να συγκεντρωθεί,  ο ορεινός χαρακτήρας που ευνοεί την απορροή σε σχέση με την κατείσδυση,  η ολόπλευρη προσβολή του νησιού από τη θάλασσα, γεγονός που επιτείνει την επιφανειακή και υπόγεια απορροή και τα φαινόμενα υφαλμυρώσεως,  η καθοριστική αλλαγή χρήσεων γης, από τη (σχετικώς ξερική) γεωργία και κτηνοτροφία, στον τουρισμό, κατ΄ εξοχήν υδροβόρο δραστηριότητα. Μορφοποιήθηκε: Ελληνικά Για τα νησιά του Ιονίου, η μόνη διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι στο Ιόνιο οι βρο- χοπτώσεις είναι περισσότερες, όμως οι λοιποί χαρακτήρες τους είναι όμοιοι με ε- κείνους των νησιών του Αιγαίου. Τα παραπάνω οδηγούν στην αναγκαιότητα εφαρμογής δύο βασικών αρχών της υ- δατικής διαχείρισης και διακυβέρνησης στις περιοχές αυτές:  Οι υδατικές απαιτήσεις διαμορφώνονται σε συνδυασμό με τις υδατικές δυ- νατότητες κάθε περιοχής. Παράδειγμα: στις παραπάνω περιοχές δεν ενδεί- κνυται η εγκατάσταση υδροβόρων βιομηχανιών και, γενικώς, υδροβόρων δραστηριοτήτων.  Εφόσον υπάρχει εν λειτουργία δημόσιο υδρευτικό έργο, δεν ενδείκνυται η λειτουργία ιδιωτικών έργων. Παράδειγμα: στα μικρά νησιά του Αιγαίου δεν πρέπει να επιτρέπεται η ανόρυξη και λειτουργία ιδιωτικών υδρογεωτρήσε- ων. Αν αυτό συμβεί κατ’ εξαίρεση (π.χ. άρδευση), τότε οι γεωτρήσεις θα πρέπει να είναι εξοπλισμένες με υδρομετρητή, για τον έλεγχο των απολή- ψεων. Μορφοποιήθηκε: Ελληνικά 47 4.7 Παράκτιες ζώνες Η ελληνική ακτογραμμή μπορεί να ταξινομηθεί γεωμορφολογικά, σύμφωνα με το πρόγραμμα EUROSION (2001), σε τέσσερις βασικούς τύπους ακτών: – Δελταϊκές ακτές σε ποσοστό 6%. Οι δελταϊκές ακτές χαρακτηρίζονται από απόθεση χαλαρών ιζημάτων σε χαμηλά υψόμετρα και είναι υψηλής τρωτό- τητας με μεγάλες μετατοπίσεις, ανάλογα με τη δυναμική ισορροπία διάβρω- σης/απόθεσης (π.χ. Σπερχειός, Αχελώος). Η γεωφυσική εξέλιξή τους εξαρτά- ται από τις αλλαγές σε όλη τη λεκάνη απορροής κάθε μεγάλου υδρογραφι- κού δικτύου το οποίο εκβάλλει στο συγκεκριμένο δέλτα, που αυξομειώνουν τη στερεοπαροχή (όπως αυξομείωση βλάστησης, ερημοποίηση με αύξηση διάβρωσης, διαφοροποίηση ραγδαίων βροχοπτώσεων, δασικές πυρκαγιές κλπ). – Ακτές μαλακών ιζημάτων του Νεογενούς και του Τεταρτογενούς σε ποσοστό 36%. Περιλαμβάνονται εδώ παράλιες ζώνες είτε μικρού μήκους (200- 1000m) που διαχωρίζονται από βραχώδη ακρωτήρια είτε εκτεταμένες παρα- λίες (>1km) ποικίλης κοκκομετρικής σύστασης καθώς και ακτογραμμές πα- ράκτιων σχηματισμών θαλάσσιας απόθεσης (π.χ. barriers, spits ) συμπερι- λαμβανομένων και των τεχνητά εμπλουτισμένων παραλιών. Οι ακτές αυτές είναι μέσης τρωτότητας και σε περίπτωση ανόδου της στάθμης της θάλασ- σας υφίστανται έντονα φαινόμενα διάβρωσης (π.χ. ακτές Βόρειας Πελοπον- νήσου στον Κορινθιακό Κόλπο ή στην Βόρεια Αττική - Ωρωπός). – Βραχώδεις ακτές και/ή κρημνοί από σκληρό υλικό σε ποσοστό 44%. Οι βρα- χώδεις ακτές είναι χαμηλής τρωτότητας αλλά οι μεταβολές της θαλάσσιας στάθμης μπορούν να επηρεάσουν την εκβολή των υπόγειων καρστικών υδά- των που εκβάλουν στην παράκτια ζώνη (π.χ. Κυβέρι ή Γαλαξίδι). – Κρημνοί από κροκαλοπαγή και/ή μαλακούς βραχώδεις σχηματισμούς που συχνά εμπεριέχουν και μικρές (<200m) παραλίες κλειστής κυκλοφορίας (pocket beaches), σε ποσοστό 14%. Σε κάθε κατηγορία ακτών μπορούν να διακριθούν επιμέρους κατηγορίες με βάση τον αναμενόμενο ρυθμό μεταβολής της στάθμης της θάλασσας και να κατηγοριο- ποιηθούν οι πιθανές περιπτώσεις αυξομείωσης της στερεοπαροχής από άλλους πα- ράγοντες. Επίσης μπορούν να κατηγοριοποιηθούν οι πιθανές επιπτώσεις σε υποδο- μές και τουριστικές εγκαταστάσεις (συμπεριλαμβανομένων των πιθανών επιπτώ- σεων σε περιορισμό-υποβάθμιση ακτών). Ο δείκτης παράκτιας τρωτότητας (CVI) ως προς την άνοδο της θαλάσσιας στάθμης των Hammar-Klose and Thieler (2001) έχει εφαρμοστεί στις ακτές του Αιγαίου πελά- γους από τους Alexandrakis et al (2011). Με βάση την εργασία αυτή βρέθηκε ότι περίπου 32% των ακτών παρουσιάζει υψηλή, 58% πολύ υψηλή ενώ μόλις 10% μέ- τρια τρωτότητα. Καμία ακτή δεν χαρακτηρίζεται από χαμηλή και πολύ χαμηλή τρω- τότητα. Όσον αφορά ειδικά τις παραλίες, οι Alexandrakis & Poulos (2014) εφάρμο- σαν ένα δείκτη τρωτότητας των παραλιών (BVI) σε μια σειρά από ελληνικές παραλί- ες εκτιμώντας τη σχετική μεταξύ τους τρωτότητα, τόσο για τη τρέχουσα όσο και για τη μελλοντική θαλάσσια στάθμη. 48 Επιπροσθέτως, οι Monioudi et al 2014 ποσοτικοποίησαν ειδικά σε παραλίες την ο- πισθοχώρηση της ακτογραμμής υπό καθεστώς μελλοντικής αύξησης της στάθμης της θάλασσας. Η έρευνα τους έδειξε ότι για άνοδο της θαλάσσιας στάθμης κατά 0,48 εκατοστά και σύμφωνα με τις χαμηλότερες εκτιμήσεις >60% των ελληνικών παραλιών θα οπισθοχωρήσουν κατά το 20% του μέγιστου πλάτους τους και περί- που το 15% κατά το ήμισυ αυτού. Με βάση όμως τις υψηλότερες εκτιμήσεις, οι επι- πτώσεις θα είναι αρκετά πιο σημαντικές, καθώς περίπου τα 2/3 κινδυνεύουν να α- ποκλεισθούν πλήρως (ΓΓΕΤ, BeachTour_ 11SYN_8_1466). Επιπλέον, η προέλαση της θάλασσας στην ενδοχώρα θα προκαλέσει υφαλμύρωση υπόγειων νερών και εδα- φών, σε συνδυασμό με τις αλλαγές στις χρήσεις γης. Η υφαλμύρωση των παράκτιων υδροφόρων οριζόντων δεν μπορεί να αποφευχθεί λόγω της αύξησης του υδραυλι- κού φορτίου στη θάλασσα και μπορεί, ίσως να περιοριστεί με την ελαχιστοποίηση ή μηδενισμό των παράκτιων αντλήσεων γλυκού νερού. Για τους παραπάνω λόγους απαιτείται η συστηματική παρακολούθηση της παράκτιας τρωτότητας μέσω ανά- πτυξης λογισμικών εργαλείων εκτίμησης χαμηλού κόστους (βλέπε πρόγραμμα της Horizon 2020 της ΕΕ με διακριτικό τίτλο CoMPi). Ο σχεδιασμός των πολιτικών προσαρμογής στις προκαλούμενες επιπτώσεις της α- νόδου της στάθμης της θάλασσας (ΑΣΘ) μπορεί να πραγματοποιηθεί με βάση τις τρεις ακόλουθες προσεγγίσεις: - Οπισθοχώρηση (Retreat): Το φαινόμενο της ΑΣΘ υλοποιείται και οι επιπτώσεις στην κοινωνία ελαχιστοποιούνται με την προγραμματισμένη οπισθοχώρηση όλων των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων και χρήσεων από τις παράκτιες πε- ριοχές που πλήττονται. - Συμβιβασμός (Accommodation): Το φαινόμενο της ΑΣΘ υλοποιείται και οι επι- πτώσεις στην κοινωνία ελαχιστοποιούνται με ανάλογη τροποποίηση των αν- θρωπογενών δραστηριοτήτων και χρήσεων στις παράκτιες περιοχές που πλήτ- τονται. - Προστασία (Protection): Το φαινόμενο της ΑΣΘ υλοποιείται και οι επιπτώσεις αντιμετωπίζονται με την εφαρμογή σκληρών και ήπιων τεχνικών προστασίας, με τις οποίες ελαχιστοποιούνται οι κοινωνικές επιπτώσεις που θα επέρχονταν εάν δεν εφαρμόζονταν τα συγκεκριμένα μέτρα προστασίας. Η προστασία μέσω κατασκευής παράκτιων τεχνικών έργων έχει εκτενώς καλυφθεί από την τεχνική έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΜΕΚΑ, 2011). Η προσέγγιση της σχεδιασμένης οπισθοχώρησης (managed retreat) αποτελεί μια από τις προτεινόμε- νες λύσεις για την αποτελεσματική προσαρμογή στους κινδύνους και τις ζημίες από την ΑΣΘ στις παράκτιες περιοχές, αλλά και για την αποφυγή των ενδεχόμενων επι- πτώσεων στα οικοσυστήματα από τον περιορισμό της έκτασης των παράκτιων πε- ριοχών (coastal squeeze). Μερικές από τις ενέργειες που περιλαμβάνονται στη σχε- διασμένη οπισθοχώρηση είναι: - Σχεδιασμός και ανάπτυξη ζωνών προστασίας μεταξύ του αιγιαλού και της οικι- στικής ζώνης ανάπτυξης. - Αποθάρρυνση οικιστικής και επιχειρηματικής ανάπτυξης σε παράκτιες περιοχές που αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους διάβρωσης, έως και απαγόρευση 49 χρήσεων γης (όπου είναι απαραίτητο) σε συγκεκριμένες παράκτιες περιοχές που απειλούνται. - Μετεγκατάσταση κτηρίων και εγκαταστάσεων σε ασφαλέστερες και υψηλότε- ρες τοποθεσίες. Οι νέες κατασκευές στις παράκτιες περιοχές πρέπει από την αρχική κατασκευή τους να ενσωματώνουν τη δυνατότητα μετεγκατάστασης. Η άμεση υιοθέτηση και εφαρμογή της ΕΣΠΚΑ είναι απαραίτητη για τη μείωση των επιπτώσεων της ΑΣΘ. Οι βασικοί πυλώνες ενός τέτοιου ολοκληρωμένου σχεδίου είναι: α) η προσπάθεια κατάρτισης ακτολογίου β) ο καθορισμός ζωνών επικινδυνότητας (υψηλού, μεσαίου και χαμηλού κινδύνου) ανάλογα με το χαρακτήρα κάθε παράκτιας περιοχής γ) η εκτίμηση των κινδύνων και επιπτώσεων της κλιματικής μεταβολής κατά τομέα και δ) η θέσπιση ενός μηχανισμού συνεχούς παρακολούθησης των παράκτιων περιο- χών ανά περιφέρεια. Στο πλαίσιο αυτό, ο προσδιορισμός του κόστους εφαρμογής των διαφόρων πολιτι- κών προσαρμογής είναι απαραίτητος για την εκτίμηση της οικονομικής αποδοτικό- τητάς τους. Πέρα όμως από τις τεχνικές παρεμβάσεις, η ΕΣΠΚΑ οφείλει να αναγνω- ρίσει την ανάγκη, και να υποστηρίξει τις συναφείς δυνατότητες, για ήπιες, θεσμικές και συμπεριφορικές πολιτικές προσαρμογής. Με τον τρόπο αυτόν ενισχύονται οι σχετικές αγορές στην κατεύθυνση εσωτερίκευσης των κινδύνων από τις επιπτώσεις της ΑΣΘ, ενώ ταυτόχρονα υποβοηθούνται οι προσπάθειες ενίσχυσης του κοινωνι- κού κεφαλαίου στη διακυβέρνηση των παράκτιων πόρων της χώρας μας. Στο πλαίσιο αυτό είναι σημαντικό να εξεταστεί η εφαρμογή Ολοκληρωμένης Δια- χείρισης Παράκτιας Ζώνης βάσει των αρχών και των κατευθύνσεων του ομώνυμου Πρωτοκόλλου ICZM (Integrated Coastal Zone Management) της Σύμβασης της Βαρ- κελώνης. 4.8 Τουρισμός Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον τουρισμό της χώρας παρουσιάζουν ι- διαίτερο ενδιαφέρον επειδή ο τουρισμός είναι κατ’ εξοχήν δυναμικός κλάδος της ελληνικής οικονομίας (16% του ΑΕΠ και 18% της απασχόλησης) και καλύπτει πάνω από το 50% του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας με πολλαπλές δι- ασυνδέσεις με άλλους κλάδους (π.χ. μεταφορές, εμπόριο, κατασκευές, κλπ.). Ο τουρισμός σε προορισμούς όπως η Ελλάδα βασίζεται, έως τώρα, κατά κύριο λόγο στο μεσογειακό κλίμα και τις επικρατούσες κλιματικές συνθήκες καθώς και στο φυ- σικό περιβάλλον, παράγοντες που αν αλλάξουν, όπως προβλέπεται από τις προσο- μοιώσεις περιοχικών (περιφερειακών) κλιματικών μοντέλων, είναι δυνατόν να επη- ρεάσουν την ελκυστικότητα και την ανταγωνιστικότητα της χώρας στο τουριστικό 50 της προϊόν και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων για το χρόνο και τον τόπο των δια- κοπών. Επισημαίνεται ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ενδέχεται να είναι ιδιαίτε- ρα διαφοροποιημένες χωρικά και χρονικά, με αποτέλεσμα οι υφιστάμενοι και οι εν δυνάμει τουριστικοί προορισμοί να δεχτούν διαφορετικές επιδράσεις (θετικές ή αρ- νητικές) που θα επηρεάσουν και την κατανομή-διάχυση του τουρισμού στο γεω- γραφικό χώρο και στο χρόνο (επηρεάζοντας και την εποχικότητα). Η αυξανόμενη συχνότητα ολοένα και υψηλότερων θερμοκρασιών κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η έλλειψη νερού είναι μόνο με- ρικές από τις επιπτώσεις που θα επηρεάσουν σημαντικά τον κλάδο του τουρισμού. Σε ότι αφορά τον παραλιακό τουρισμό, οι επιπτώσεις από την διάβρωση των ακτών και την οπισθοχώρηση των παραλιών έχουν μελετηθεί στο πλαίσιο του προγράμμα- τος ClimaTourism στο οποίο υπολογίστηκαν οι απώλειες σε έσοδα για το σύνολο των τουριστικών δραστηριοτήτων από την οπισθοχώρηση των παραλιών (Alexandrakis et al 2015). Πιο ευάλωτος στην αναμενόμενη αλλαγή του κλίματος αναμένεται να είναι ο χιονο- δρομικός τουρισμός, λόγω της μειωμένης χιονόπτωσης και σε συντομότερα χρονικά διαστήματα σε σχέση με το παρελθόν. Επίσης υπάρχει μεγάλη πιθανότητα μετακίνησης της τουριστικής περιόδου (για το σύνολο των «μεσογειακών διακοπών») προς την άνοιξη και το φθινόπωρο. Από την πλευρά της προσφοράς, η λειψυδρία, η μείωση της βιοποικιλότητας, οι επιδράσεις στην αισθητική του τοπίου, οι επιδράσεις στην παράκτια ζώνη και στις υποδομές (γενικές και τουριστικές) καθώς και οι επιδράσεις στην αγροτική παραγωγή θα πρέ- πει να ληφθούν υπόψη και να αντιμετωπιστούν κατάλληλα. Για την επιλογή των δράσεων προσαρμογής απαιτείται κατανόηση της σχέσης του- ρισμού και κλιματικής αλλαγής στις διαφορετικές περιφέρειες-περιοχές της χώρας. Οι κύριες δράσεις και μέτρα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τα εξής: Δράση 1. Επίδραση στην ελκυστικότητα της περιοχής-προορισμού λαμβάνοντας υπόψη τους δείκτες θερμικής άνεσης. Μέτρο 1.1 Εξέταση αναγκαιότητας βελτίωσης προδιαγραφών τουριστικών εγκαταστάσεων. Μέτρο 1.2 Διαφοροποίηση τουριστικού προϊόντος. Μέτρο 1.3 Διεύρυνση της τουριστικής περιόδου (προγράμματα προβολής και διαφήμισης, κλπ.). Δράση 2. Επίδραση στους παράγοντες που στηρίζουν την τουριστική δραστηριότη- τα και σχετίζονται με τα υδάτινα και ενεργειακά αποθέματα της χώρας και τις απαι- τούμενες δράσεις υποστήριξης. Μέτρο 2.1 Πιθανά έργα υποδομών. Μέτρο 2.2 Κίνητρα για τις επιχειρήσεις για μείωση των καταναλώσεων. 51 Μέτρο 2.3 Ενημέρωση/ευαισθητοποίηση. Δράση 3. Επίδραση στην ανταγωνιστικότητα/ελκυστικότητα των περιφερει- ών/τουριστικών προορισμών σε σχέση με την εποχικότητα, με ιδιαίτερη έμφαση στις ορεινές και νησιωτικές περιοχές. Μέτρο 3.1 Ανάπτυξη και προώθηση εξειδικευμένων μορφών τουρισμού (πο- λιτιστικός, εκκλησιαστικός, αναρριχητικός, φυσιολατρικός, οικοτουρισμός, κ.λπ.) λαμβάνοντας υπόψη και τον ανταγωνισμό από άλλες χώρες. Μέτρο 3.2 Αξιοποίηση υπαρχουσών υποδομών (capacity) σε διάφορες περι- φέρειες και σύνδεσή τους με εποχικές δραστηριότητες. Μέτρο 3.3 Δημιουργία σχεδίου αντιμετώπισης της μετατόπισης της τουρι- στικής περιόδου προς την άνοιξη και φθινόπωρο. Μέτρο 3.4 Επανατοποθέτηση του τουριστικού προϊόντος (branding). Δράση 4. Επίδραση στα κόστη των έργων προστασίας σε βασικές υποδομές τουρι- στικού ενδιαφέροντος. Μέτρο 4.1 Ανάπτυξη των βασικών προδιαγραφών για έργα προστασίας, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά κάθε περιφέρειας. Μέτρο 4.2 Καταγραφή των απαραίτητων δημόσιων επενδύσεων. Μέτρο 4.3 Επισήμανση των απαραίτητων πόρων και των πηγών χρηματοδό- τησης συμπεριλαμβανομένων και προγραμμάτων. Δράση 5. Επίδραση στα κόστη των τουριστικών μονάδων. Μέτρο 5.1 Επισήμανση των απαραίτητων επενδύσεων σε υποδομές και τε- χνολογίες ώστε να αντιμετωπιστούν π.χ. οι υψηλές θερμοκρασίες, η έλλειψη νερού, κλπ., με τον αποτελεσματικότερο τρόπο. Μέτρο 5.2 Επισήμανση των απαραίτητων επενδύσεων για τη μετάβαση του τουριστικού προϊόντος σε χαμηλότερο αποτύπωμα άνθρακα ώστε να μειώνεται το κόστος λειτουργίας και να είναι ανταγωνιστικό σε ευαισθητοποιημένους τουρίστες. Δράση 6. Δράσεις υποστήριξης. Μέτρο 6.1 Δημιουργία οδηγιών, σε περιφερειακό επίπεδο ώστε να αντανα- κλούν τις διαφοροποιήσεις, σχετικά με τον τουρισμό και την κλιματική αλλαγή που θα απευθύνονται ξεχωριστά σε εκπροσώπους δημόσιων φορέων, στους επιχειρη- ματίες του κλάδου και στο κοινό. Ενημέρωση και υποστήριξη για την αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων (καύσωνες, πυρκαγιές κ.λπ.) Μέτρο 6.2 Διοικητική υποστήριξη, οργάνωση και ευαισθητοποίηση για τις κλιματικές αλλαγές στους τουριστικούς προορισμούς. 52 4.9 Ενέργεια Όπως είναι γνωστό το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου είναι διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται από καύση ορυκτών καυσίμων για ε- νεργειακούς σκοπούς. Στην Ελλάδα ο τομέας με τις μεγαλύτερες εκπομπές διοξειδί- ου του άνθρακα είναι η ηλεκτροπαραγωγή, λόγω της καύσης των λιγνιτών. Οι πολιτικές μετριασμού του κινδύνου της κλιματικής αλλαγής επιδιώκουν τη δρα- στική μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και επομένως αφορούν πρωτί- στως στον ενεργειακό τομέα. Στο πλαίσιο αυτό θα επιδιωκόταν προφανώς η μείωση της χρήσης λιγνιτών στην ηλεκτροπαραγωγή υπέρ μορφών ενέργειας χωρίς εκπο- μπές διοξειδίου του άνθρακα όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η ανάλυση πολιτικών μετριασμού και επομένως μείωσης των εκπομπών, δεν περι- λαμβάνεται στο παρόν κείμενο, διότι δεν άπτεται των πολιτικών προσαρμογής. Για αναλυτικούς καθαρά λόγους, γίνεται η υπόθεση ότι δεν εφαρμόζεται πολιτική μετριασμού ή τουλάχιστον δεν εφαρμόζεται πολιτική δραστικής μείωσης των εκπο- μπών. Επομένως στο πλαίσιο της πολιτικής προσαρμογής τίθεται ζήτημα προστασί- ας ορισμένων ενεργειακών εγκαταστάσεων, όπως οι λιγνιτικοί σταθμοί και τα ορυ- χεία, παρά το γεγονός ότι αν ακολουθείτο πολιτική δραστικής μείωσης των εκπο- μπών ενδεχομένως θα μειωνόταν σημαντικά η χρήση τους. Στο πλαίσιο ολιστικής προσέγγισης του ζητήματος, θα ακολουθηθεί στην πράξη μει- κτή πολιτική προσαρμογής και μετριασμού. Τότε η προστασία ορισμένων ενεργεια- κών εγκαταστάσεων μπορεί να μην χρειάζεται τουλάχιστον στην έκταση που προ- βλέπεται στο πλαίσιο της αμιγούς πολιτικής προσαρμογής. Η ανάλυση συνδυασμέ- νων πολιτικών εκφεύγει των σκοπών του παρόντος κειμένου. Η ανάλυση τρωτότητας των ενεργειακών υποδομών πρέπει να προσδιοριστεί σε μεγάλη γεωγραφική λεπτομέρεια. Η τρωτότητα ορισμένων υποδομών επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό το σύνολο του ενεργειακού συστήματος δεδομένης της μεγάλης συσχέτισης των ενεργειακών υποδομών. Αναφέρονται επιγραμματικά οι ακόλουθες περιπτώσεις τρωτότητας: - Η μειωμένη διαθεσιμότητα υδάτων μειώνει την ενεργειακή διαθεσιμότητα θερμοηλεκτρικών μονάδων που ψύχονται από ύδατα λιμνών και ποταμών. Θα απαιτηθούν έργα αποκατάστασης του ψυκτικού δυναμικού. Το πρόβλημα αυτό αφορά τους σταθμούς λιγνίτη και τους περισσότερους σταθμούς φυσικού αε- ρίου του διασυνδεδεμένου συστήματος. - Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας δημιουργεί προβλήματα σε θερμοηλε- κτρικούς σταθμούς που ψύχονται από θαλασσινό νερό και για το λόγο αυτό γειτνιάζουν με τη θάλασσα. Κατά περίπτωση απαιτούνται έργα προστασίας. Το πρόβλημα αυτό θα είναι ιδιαίτερα έντονο στα νησιά. - Οι πετρελαϊκές υποδομές (διυλιστήρια, μεγάλου μεγέθους αποθηκευτικοί χώ- ροι) καθώς και ορισμένες υποδομές φυσικού αερίου (τερματικοί σταθμοί υ- γροποιημένου αερίου) γειτνιάζουν με τη θάλασσα, για λόγους τροφοδοσίας με πλοία. Επομένως παρουσιάζουν τρωτότητα σχετικά με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας και τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Έργα προστασίας θα απαιτη- θούν κατά περίπτωση. 53 - Τα παραπάνω ισχύουν και για θαλάσσιες εγκαταστάσεις εξόρυξης υδρογοναν- θράκων. - Η παραγωγικότητα υδροηλεκτρικών σταθμών επηρεάζεται από τη μειωμένη διαθεσιμότητα υδάτων. Έργα προσαρμογής συνδυάζονται σε αυτήν την περί- πτωση με έργα προστασίας άρδευσης και εγγειοβελτίωσης. - Τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και τα κέντρα υψηλής τάσης, είναι υποδομές ιδιαίτερα τρωτές σε ακραία καιρικά φαινόμενα και πλημμύρες. Επίσης η άνοδος της στάθμης της θάλασσας επηρεάζει δικτυα- κές υποδομές που γειτνιάζουν με τη θάλασσα, καθώς και τις υποθαλάσσιες δι- ασυνδέσεις. Τα έργα προστασίας των δικτύων είναι μεγάλης σημασίας για την αποτροπή διακοπών τροφοδοσίας λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων και άλ- λων παραγόντων. - Τρωτές είναι επίσης και οι εγκαταστάσεις παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, κυρίως από αιολικά και δευτερευόντως από ηλιακά. Ο λόγος είναι τα ακραία καιρικά φαινόμενα που αναμένονται να είναι έντονα στο πλαίσιο της μεταβο- λής του κλίματος. Η αύξηση της θερμοκρασίας θα έχει επίσης επιπτώσεις στις ανάγκες θέρμανσης (μείωση) και στις ανάγκες ψύξης (μεγάλη αύξηση ιδίως στις πόλεις λόγω μικροκλί- ματος). Η μεγάλη διακύμανση φορτίων που θα συντελεστεί λόγω των μεταβολών αυτών θα επηρεάσει τις ανάγκες (αύξηση) για ευέλικτες μονάδες παραγωγής και θα αυξήσει το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής. Το μικρο-κλίμα στις αστικές περιοχές θα επιβαρυνθεί με αποτέλεσμα την σημαντική αύξηση των φορτίων για ψύξη. Τα φορ- τία αυτά έχουν μεγάλη διακύμανση εποχιακά και ημερήσια. Για την κάλυψή τους θα πρέπει να γίνουν επενδύσεις ηλεκτροπαραγωγής με μικρό βαθμό χρήσης τους σε ετήσια βάση και με δυνατότητα ταχείας ανόδου και καθόδου φορτίου. Οι μονά- δες αυτές επομένως θα έχουν ακριβότερο μέσο συνολικό κόστος από τη συμβατική ηλεκτροπαραγωγή, με αποτέλεσμα την οικονομική επιβάρυνση των καταναλωτών. Ορισμένες από τις περιπτώσεις τρωτότητας έχουν τοπικό ή περιφερειακό χαρακτή- ρα. Όμως αφενός δεν πρέπει να αγνοηθούν λόγω των επιπτώσεών τους στο συνολι- κό ενεργειακό σύστημα, αφετέρου δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται απομονωμένα, αλλά στο πλαίσιο ευρύτερου σχεδίου προστασίας του ενεργειακού συστήματος. Οι πιθανότητες δυσμενών επιπτώσεων στις ενεργειακές υποδομές κατά είδος υπο- δομής δεν είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους, αλλά παρουσιάζουν σημαντική συνδια- κύμανση. Αυτό οφείλεται στη συσχέτιση των διαφόρων τύπων υποδομής μεταξύ τους στο πλαίσιο του ενεργειακού συστήματος. Η ταυτόχρονη επίδραση πολλαπλών αιτιών τρωτότητας των ενεργειακών υποδομών είναι πιθανό να έχει όχι σωρευτική αλλά μη γραμμική επίπτωση στο ενεργειακό σύ- στημα. Για παράδειγμα, τυχόν σύμπτωση ακραίων φαινομένων πλημμυρών, με υ- ψηλές θερμοκρασίες και μειωμένη διαθεσιμότητα αποθήκευσης υδάτων, μπορεί να οδηγήσει σε εκτεταμένες διακοπές τροφοδοσίας. Σχετικά με τα υποψήφια έργα προσαρμογής, οι παρεμβάσεις ταξινομούνται ως ε- ξής: 54 Δράση 1. Προστασία Υποδομών Ενέργειας κυρίου συστήματος. Μέτρο 1.1 Ειδική μελέτη τρωτότητας για υφιστάμενα δίκτυα μεταφο- ράς/διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και κέντρα υψηλής τάσης, και εκπόνηση προ- γράμματος επενδύσεων σε έργα προστασίας. Μέτρο 1.2 Εξέταση αναγκαιότητας τροποποίησης προγραμμάτων ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ για μελλοντικά έργα δικτύων, ώστε αυτά να είναι προληπτικά προστα- τευμένα, και εκπόνηση προγράμματος μετεγκατάστασης δικτυακών υποδομών, ε- φόσον απαιτείται. Μέτρο 1.3 Ειδική μελέτη τρωτότητας εγκαταστάσεων φυσικού αερίου, περι- λαμβανομένης της Ρεβυθούσας, και εκπόνηση προγράμματος επενδύσεων σε έργα προστασίας. Μέτρο 1.4 Εξέταση αναγκαιότητας τροποποίησης προγραμμάτων ΔΕΣΦΑ για μελλοντικά έργα φυσικού αερίου ώστε αυτά να είναι προληπτικά προστατευμένα. Μέτρο 1.5 Ειδική μελέτη τρωτότητας διυλιστηρίων και εγκαταστάσεων απο- θήκευσης πετρελαίου, και εκπόνηση προγράμματος επενδύσεων σε έργα προστα- σίας που τυχόν απαιτούνται. Μέτρο 1.6 Εξέταση αναγκαιότητας τροποποίησης κανονισμών σχετικά με τα αποθέματα ασφαλείας πετρελαιοειδών ώστε το σύστημα αποθήκευσης να είναι προληπτικά προστατευμένο. Δράση 2. Έργα προστασίας παράκτιων εγκαταστάσεων ενέργειας και νησιωτικών συστημάτων. Μέτρο 2.1 Ειδική μελέτη τρωτότητας για υφιστάμενα δίκτυα και μονάδες ενέργειας στα μη διασυνδεδεμένα νησιά και εκπόνηση προγράμματος επενδύσεων σε έργα προστασίας που τυχόν απαιτούνται. Αντίστοιχα και για δίκτυα διασύνδεσης νησιών. Μέτρο 2.2 Εξέταση αναγκαιότητας τροποποίησης προγραμμάτων ΔΕΔΔΗΕ για μη διασυνδεδεμένα νησιά ώστε οι μελλοντικές υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας (μονάδες, νησιωτικά δίκτυα και διασυνδέσεις νησιών) να είναι προληπτικά προστα- τευμένες. Μέτρο 2.3 Ειδική μελέτη τρωτότητας για υφιστάμενες μονάδες ηλεκτροπα- ραγωγής που είναι παράκτιες (εκτός νησιών) και χρησιμοποιούν θαλασσινό νερό για ψύξη, και εκπόνηση προγράμματος επενδύσεων σε έργα προστασίας τους. Μέτρο 2.4 Εξέταση αναγκαιότητας τροποποίησης κανονισμού αδειών μονά- δων ηλεκτροπαραγωγής και τροποποίησης υφισταμένων αδειών, ώστε οι παράκτιες μονάδες να είναι προληπτικά προστατευμένες. Δράση 3. Έργα επέκτασης και προστασίας υδάτινων πόρων 55 Μέτρο 3.1 Ειδική μελέτη τρωτότητας υδροηλεκτρικών μονάδων και εφόσον απαιτούνται εκπόνηση προγραμμάτων προστασίας υδάτινων πόρων σε συνδυασμό με αρδευτικές υποχρεώσεις των μονάδων αυτών. Μέτρο 3.2 Ειδική μελέτη τρωτότητας μονάδων ηλεκτροπαραγωγής που ψύ- χονται από εγκαταστάσεις με υδάτινους πόρους και εφόσον απαιτούνται εκπόνηση προγραμμάτων προστασίας των υδάτινων πόρων. Δράση 4. Έρευνα και Ανάπτυξη. Μέτρο 4.1 Έρευνα σχετικά με τεχνολογίες ψύξης θερμικών μονάδων με με- γάλη απόδοση σχετικά με τους υδάτινους πόρους. Μέτρο 4.2 Έξυπνα δίκτυα και διαχείριση της ζήτησης με σκοπό το μετριασμό των επιπτώσεων της αυξημένης ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας λόγω αύξησης της θερμοκρασίας. Μέτρο 4.3 Σύγχρονες μέθοδοι προστασίας δικτύων από ακραία καιρικά φαι- νόμενα. Δράση 5. Οριζόντιες και συντονιστικές δράσεις. Μέτρο 5.1 Ενσωμάτωση προληπτικών μέτρων προστασίας σχετικά με τη χω- ροθέτηση ενεργειακών έργων (θερμικών μονάδων, μονάδων ΑΠΕ, υποδομών φυσι- κού αερίου και υποδομών πετρελαίου) και δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας. Τα προ- ληπτικά μέτρα θα αφορούν στην αποφυγή χωροθέτησης σε θέσεις με μεγάλη τρω- τότητα στην κλιματική μεταβολή, όπως σε παράκτιες περιοχές, σε περιοχές με κίν- δυνο πλημμυρών και τυχόν ευάλωτες σε επιπτώσεις από ακραία καιρικά φαινόμε- να. Μέτρο 5.2 Συντονισμός μέτρων με τους τομείς γεωργίας, υδάτινων πόρων και παρεμβάσεων στο δομημένο περιβάλλον. Μέτρο 5.3 Επενδυτικά προγράμματα προστασίας ενεργειακών εγκαταστάσεων σε συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. 4.10 Υποδομές και Μεταφορές Οι αναμενόμενες από την αλλαγή του κλίματος μεταβολές θα επηρεάσουν τις υπο- δομές και τα δίκτυα λειτουργίας των μεταφορών, ανεξαρτήτως μεταφορικού μέσου. Δράση 1. Οργάνωση και Διαδικασία Λήψης Αποφάσεων Οδικές Μεταφορές Μέτρο 1. Ρύθμιση και εφαρμογή διεθνών προτύπων για πληροφορίες δελ- τίων καιρού και έκτακτης ανάγκης. 56 Μέτρο 2. Δημιουργία δικτύων αστικών, περιφερειακών και εθνικών ενδια- φερόμενων φορέων: εταιρειών μεταφορών, αρχών και χρηστών. Μέτρο 3. Έκδοση εκπαιδευτικού και ενημερωτικού υλικού για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Μέτρο 4. Διενέργεια δημόσιων εκστρατειών για την ενημέρωση της κοινής γνώμης σχετικά με την κατάσταση κινδύνου σε τοπικό επίπεδο. Σιδηροδρομικές Μεταφορές: Μέτρο 1. Σχεδιασμός διαδρομών έκτακτης ανάγκης ή εκτροπές, λόγω απο- κοπής δικτύων σε περιοχές ή σημεία υψηλής τρωτότητας. Αεροπορικές Μεταφορές: Μέτρο 1. Ένταξη των πτυχών (παραμέτρων) της κλιματικής αλλαγής στο ρυθμιστικό σχέδιο αεροδρομίων ΑΤΜ. Μέτρο 2. Βελτίωση της χωρητικότητας του εξοπλισμού περιστολής (π.χ. εκ- χιονιστικά, κλιματιστικά). Μέτρο 3. Σχεδιασμός διαδρομών έκτακτης ανάγκης ή εκτροπές λόγω αποκο- πής δικτύων. Πλωτές και Θαλάσσιες Μεταφορές: Μέτρο 1. Ανάπτυξη συστήματος διαχείρισης ναυσιπλοΐας, καθώς και περαι- τέρω τυποποίηση και επέκταση των πληροφοριών που σχετίζονται με τη ναυσι- πλοΐα. Μέτρο 2. Δημιουργία «task force» για τους σκοπούς της ταχείας αντίδρασης σε περιπτώσεις σοβαρών διαταραχών στην πλοήγηση που προκαλούνται από υδρο- λογικά / μετεωρολογικά φαινόμενα. Μέτρο 3. Αύξηση ευαισθητοποίησης (ενημερότητας) των διαφόρων ενδια- φερομένων μερών σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην πλωτή ναυσιπλοΐα. Μέτρο 4. Συνεργασία μεταξύ υπηρεσιών καιρού, ωκεανογραφικών ινστιτού- των και άλλων φορέων που παρέχουν εμπειρία και πόρους. Δράση 2. Τεχνικό περιεχόμενο Οδικές Μεταφορές Μέτρο 1. Εξέταση αναγκαιότητας κατασκευής φραγμάτων και αντιπλημμυ- ρικών έργων για την προστασία έναντι του νερού. Μέτρο 2. Βελτιωμένη αποχέτευση σε διασταυρώσεις. Μέτρο 3. Εξέταση αναγκαιότητας ανύψωσης των παράκτιων οδικών δικτύων σε περιοχές ή σημεία υψηλής τρωτότητας. Μέτρο 4. Σχεδιασμός και επενδύσεις σε νέα υλικά με δυνατότητα ''γρήγορης αποκατάστασης''. Μέτρο 5. Παροχή καταφυγίων για μη μηχανοκίνητα μέσα μεταφοράς. 57 Μέτρο 6. Προετοιμασία για επαρκή αποθέματα αλατιού και διαθεσιμότητα εξοπλισμού εκκαθάρισης οδικού δικτύου πριν και κατά τη διάρκεια του χειμώνα ή εποχών καταιγίδων. Μέτρο 7. Ανάπτυξη σχεδίων έγκαιρης επικοινωνίας και συντονισμού με συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων και εταιρειών εμπορευματικών μεταφο- ρών. Μέτρο 8. Σχεδιασμός νέων ασφαλτικών μιγμάτων ανθεκτικών στη θερμότη- τα και με ιδιότητες ταχύτερης αποστράγγισης των λιμναζόντων υδάτων. Μέτρο 9. Ενίσχυση της οδικής διαστρωμάτωσης για την πρόληψη πλημμυ- ρών. Μέτρο 10. Νέα σχεδιαστικά πρότυπα που αφορούν στα συστατικά του οδι- κού δικτύου (πινακίδες, φωτισμός) για την ενίσχυση της προστασίας των χρηστών. Μέτρο 11. Τακτικός καθαρισμός ποδηλατοδρόμων και πεζοδρομίων κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Σιδηροδρομικές Μεταφορές: Μέτρο 1. Εξέταση αναγκαιότητας κατασκευής αναχωμάτων για την προστα- σία της υποδομής από την υψηλή στάθμη του νερού σε περιοχές ή σημεία υψηλής τρωτότητας. Μέτρο 2. Βελτιωμένος αερισμός σε υπόγεια δίκτυα και σταθμούς. Μέτρο 3. Βελτίωση σχεδιασμού, λειτουργίας και συντήρησης σιδηροτροχιών (π.χ. προστασία κατά της καθίζησης των πρανών γύρω από τα σιδηροδρομικά δί- κτυα για την αποφυγή αποκοπής σιδηροδρομικών τμημάτων, κ.λπ) Μέτρο 4. Προστασία των υπαίθριων σιδηροδρομικών υποδομών από τους ανέμους (άνεμος-φράκτης). Αεροπορικές Μεταφορές: Μέτρο 1. Εξέταση αναγκαιότητας κατασκευής φραγμάτων-αναχωμάτων για την προστασία της υποδομής στα παράκτια αεροδρόμια από τις πλημμύρες. Μέτρο 2. Εξέταση αναγκαιότητας επανασχεδιασμού / βελτίωσης διαδρόμων προσγείωσης – απογείωσης (π.χ. κατασκευή μακρύτερων διαδρόμων για να διευκο- λύνουν τα αεροσκάφη που προσγειώνονται σε υψηλής πυκνότητας αέρα, μετεγκα- τάσταση διαδρόμων που κατασκευάστηκαν πάνω σε επιφάνειες που επηρεάζονται από την τήξη, επανευθυγράμμιση διαδρόμων λόγω μεταβαλλόμενων πλευρικών ανέμων, βελτίωση ασφαλτομιγμάτων, κ.λπ). Πλωτές και Θαλάσσιες Μεταφορές: Μέτρο 1. Εξέταση αναγκαιότητας μετεγκατάστασης, επανασχεδιασμού και ενίσχυσης των κυματοθραυστών για την προστασία των λιμανιών και γενικότερα των υποδομών θαλάσσιων μεταφορών από μεγαλύτερα κύματα. Μέτρο 2. Παροχή επαρκών θέσεων ελλιμενισμού, αγκυροβολίων και εξοπλι- σμού ακτής για το χειρισμό (εξυπηρέτηση) μεγαλύτερου αριθμού σκαφών. Μέτρο 3. Παροχή επαρκών συστημάτων προφύλαξης (για σκάφη ελαφριάς κατασκευής ευαίσθητων σε μεγαλύτερη ζημία). 58 Μέτρο 4. Μελέτη για αναγκαιότητα απομάκρυνσης ιζημάτων από το βυθό της θάλασσας, λόγω μεγάλων κυμάτων και πλημμυρών και προγραμματισμός σχε- τικών έργων σε περιοχές αυξημένης τρωτότητας . Δράση 3. Νομοθετικό περιεχόμενο Οδικές Μεταφορές Μέτρο 1. Αυστηρή επιβολή ορίου ταχύτητας κατά τη διάρκεια καταιγίδων. Μέτρο 2. Επανεξέταση συμβάσεων διαδικασιών συντήρησης ώστε να κατα- στούν ευέλικτες και αποτελεσματικές ακόμα και κάτω από ταχέως μεταβαλλόμενες καιρικές συνθήκες. Σιδηροδρομικές Μεταφορές: Μέτρο 1. Σύσταση για μειωμένα όρια ταχύτητας κατά τη διάρκεια καταιγί- δων. Αεροπορικές Μεταφορές: Μέτρο 1. Εξέταση αναγκαιότητας αναθεώρησης επιτρεπόμενων χρήσεων και όρων δόμησης γύρω από αεροδρόμια. Πλωτές και Θαλάσσιες Μεταφορές: Μέτρο 1. Ασφάλιση των υποδομών για την αντιστάθμιση πιθανών ζημιών. Μέτρο 2. Έκδοση κατευθυντήριων οδηγών για εφαρμογή άμεσων μέτρων δράσης Δράση 4. Ροή πληροφοριών και χρήση τεχνολογιών επικοινωνίας και πληροφορι- κής Οδικές Μεταφορές Μέτρο 1. Ανάπτυξη βιώσιμων επιχειρηματικών μοντέλων για την παροχή συστημάτων πληροφοριών έκτακτης ανάγκης. Τυποποίηση των πληροφοριών και- ρού και των προειδοποιήσεων κινδύνου (π.χ. πλημμυρισμένο δίκτυο, κ.λπ). Μέτρο 2. Ανάπτυξη ευφυών συστημάτων ανάδρασης στα οχήματα για να ε- πικοινωνούν τις ανάγκες των χρηστών. Μέτρο 3. Υιοθέτηση επιχειρησιακής, φυσικής, τεχνικής, διαδικαστικής και θεσμικής ενσωμάτωσης των υπηρεσιών ελέγχου καιρού και κυκλοφορίας. Σιδηροδρομικές Μεταφορές: Μέτρο 1. Ενσωμάτωση διαφόρων τύπων παρακολούθησης δεδομένων σχε- τικών με την κίνηση των τραίνων. 59 Μέτρο 2. Συστήματα παρακολούθησης-προειδοποίησης θερμοκρασίας σε υπόγειες υποδομές. Αεροπορικές Μεταφορές: Μέτρο 1. Ανάπτυξη συστήματος μέτρησης για την αξιολόγηση και σύγκριση της ευπάθειας (τρωτότητας) των αερολιμένων και του εναέριου χώρου. Μέτρο 2. Βελτίωση πρόβλεψης τοπικών καιρικών συνθηκών και διαταραχών (προβλέψεις με βελτιωμένη γεωγραφική και χρονική ακρίβεια μπορούν να βοηθή- σουν στη μείωση των επιδράσεων των διαταραχών). Πλωτές και Θαλάσσιες Μεταφορές: Μέτρο 1. Συνεχής παρακολούθηση των θερμοκρασιών περιβάλλοντος των έργων υποδομής (υποδομών). Μέτρο 2. Συλλογή, καταγραφή, απεικόνιση και ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με το βάθος νερού. 4.11 Υγεία Δεδομένης της επίδρασης της κλιματικής αλλαγής στην υγεία και στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων, ο τομέας της υγείας καλείται να ανταπεξέλθει στα νέα δεδο- μένα και να υποστηρίξει ένα σύστημα υγείας τέτοιο που να μπορεί να εγγυηθεί την αποδοτικότερη και αποτελεσματικότερη προσφορά υπηρεσιών υγείας στους πολί- τες, ακόμα και κάτω από τις νέες αυτές συνθήκες. Τόσο με ενέργειες προσαρμογής, όσο και με κατάλληλες ενέργειες μετριασμού, ο τομέας της υγείας (ΤΥ) μπορεί όχι μόνο να συνεισφέρει θετικά στην αναγκαία αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας, αλ- λά και να αποδώσει ένα πλήθος από οφέλη κοινωνικού και οικονομικού χαρακτήρα (WHO and HCWH, 2009). Για την πραγματοποίηση των κατάλληλων ενεργειών προσαρμογής απαιτείται κα- τανόηση των επιπτώσεων στην υγεία όπως αυτές διαμορφώνονται από τις κλιματι- κές αλλαγές (Portier et al, 2010). Πιο συγκεκριμένα, συνδέονται με την κλιματική αλλαγή τα εξής: - νοσηρότητα και θνησιμότητα λόγω των καιρικών συνθηκών - προβλήματα του αναπνευστικού συστήματος - ζωονόσοι και ασθένειες που μεταδίδονται μέσω ξενιστών - ασθένειες που μεταδίδονται μέσω τροφής και νερού - παθήσεις του καρδιαγγειακού συστήματος - νευρολογικές διαταραχές και ασθένειες - καρκίνος 60 - επιδράσεις στην ανθρώπινη ανάπτυξη - επιδράσεις στην ψυχική υγεία Η ταυτοποίηση των ευαίσθητων ομάδων του πληθυσμού που εμφανίζουν τη μεγα- λύτερη τρωτότητα στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως οι υπερήλικες και άτομα που ήδη εμφανίζουν αναπνευστικές και καρδιαγγειακές παθήσεις, αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την κατάλληλη αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτών. Σημαντικό ρόλο μπορεί να διαδραματίσει ο Υγειονομικός Χάρτης (που αναπτύχθηκε από το Υπουργείο Υγείας, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων και την Ε- θνική Σχολή Δημόσιας Υγείας / διαθέσιμος στην ιστοσελίδα: http://ygeiamap.gov.gr/) ο οποίος και αντιπροσωπεύει το βασικό εργαλείο για τον προγραμματισμό και την άσκηση της εθνικής πολιτικής υγείας. Αποτελεί έναν μηχα- νισμό διαρκούς συλλογής και επεξεργασίας στοιχείων, αναφορικά με το επίπεδο υγείας, τη νοσηρότητα και τις ανάγκες υγείας του πληθυσμού, τους κύριους παρά- γοντες που επηρεάζουν την υγεία, τη μέτρηση των αναγκών σε ειδικές ομάδες του πληθυσμού κλπ. Αναλύοντας τα στοιχεία αυτά, αποτυπώνει τις πραγματικές ανά- γκες σε πρωτοβάθμιες και νοσοκομειακές υπηρεσίες υγείας, καθώς επίσης και σε υπηρεσίες πρόληψης και προαγωγής της υγείας. Το Κέντρο Ελέγχου & Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), στο θέμα της αντιμετώπι- σης της κλιματικής αλλαγής, εστιάζει στα νοσήματα που δύναται να μεταδοθούν με διαβιβαστές, νοσήματα τα οποία συνδέονται άμεσα με τις κλιματικές αλλαγές. Ο τρόπος επίδρασης της κλιματικής αλλαγής στα λοιμώδη νοσήματα ποικίλει, καθώς επηρεάζεται τόσο ο αναπαραγωγικός ρυθμός των διαβιβαστών όσο και η δραστη- ριότητα τους. Παρακάτω αναλύονται ορισμένα παραδείγματα προσαρμογής στην κλιματική αλ- λαγή. Κοινά χαρακτηριστικά των παραδειγμάτων αυτών είναι η ανάγκη συντονισμέ- νης δράσης τόσο εντός του τομέα της υγείας, όπως οι ενέργειες στους χώρους υγεί- ας, όσο και εκτός αυτού, όπου απαιτείται συνεργασία με φορείς, όπως η Τοπική Αυ- τοδιοίκηση, καθώς και οι δράσεις για την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των πολιτών σχετικά με την αυτοπροστασία τους. Ακραία καιρικά φαινόμενα Βελτίωση των σχεδίων δράσης που έχουν εκπονηθεί από τη Γενική Γραμματεία Πο- λιτικής Προστασίας σε συνεργασία με τα συναρμόδια υπουργεία (βλ. και σχετική αναφορά στο υποκεφάλαιο 5.8 «Πρόληψη και διαχείριση κινδύνων»). Για την κατάλληλη προετοιμασία ενόψει των επιπτώσεων των κυμάτων καύσωνα, απαιτούνται: - Συνεργασία με φορείς (χώροι πράσινου, χώροι με κλιματισμό και διευκόλυνση πρόσβασης σε αυτούς, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, δίκτυα υποστήρι- ξης των ευπαθών ομάδων). 61 - Δράσεις σε χώρους του τομέα της υγείας (εκπαίδευση –π.χ. εξοικείωση με συ- μπτώματα, ενημέρωση ασθενών, προετοιμασία για να δεχθούν αυξημένα περι- στατικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες– αριθμός προσωπικού και εγκαταστά- σεις). Μέτρα αυτοπροστασίας (προσωπικές συνήθειες, αναζήτηση σκιερών χώρων, κατα- νάλωση υγρών που δεν περιέχουν αλκοόλ / καφεΐνη). Επισημαίνεται ότι ήδη οι Περιφέρειες ορίζουν κλιματιζόμενους χώρους στην περιο- χή δικαιοδοσίας τους. Οι κλιματιζόμενοι χώροι για το κοινό στην Περιφέρεια Αττι- κής αναφέρονται στην ιστοσελίδα της Περιφέρειας: http://patt.gov.gr/site/index.php?option=com_content&view=article&id=5006&Ite mid=323 Αντίστοιχα, παρουσιάζονται και οι θερμαινόμενοι χώροι, στην ιστοσελίδα: http://patt.gov.gr/site/index.php?option=com_content&view=article&id=6280&Ite mid=357 Ρύπανση του αέρα Ο εμπλουτισμός του αέρα με ρυπαντές, όπως τα αιωρούμενα σωματίδια και το τροποσφαιρικό όζον, με επιβεβαιωμένες αρνητικές επιδράσεις στην υγεία, απαιτεί ανάληψη δράσης από τους Επαγγελματίες Υγείας (ΕΥ) και πιο συγκεκριμένα είναι απαραίτητα τα εξής: - Συνεργασία με φορείς (εγκατάσταση συστημάτων παρακολούθησης της ρύ- πανσης του αέρα – όζον/αιωρούμενα σωματίδια). - Δράσεις σε χώρους του Τομέα Υγείας (ΤΥ) (προετοιμασία των εγκαταστάσεων και του προσωπικού). - Μέτρα αυτοπροστασίας (αποφυγή εξωτερικών δραστηριοτήτων, κλειστά πα- ράθυρα, άσκηση νωρίς το πρωί ή σε μέρες με χαμηλά επίπεδα ρύπανσης). Ασθένειες που μεταδίδονται μέσω διαβιβαστών Οι ασθένειες που μεταδίδονται μέσω διαβιβαστών, όπως η ελονοσία και ο δάγκειος πυρετός, επηρεάζονται τόσο εποχικά όσο και γεωγραφικά από τις κλιματικές αλλα- γές. Για τη συνεισφορά του τομέα της υγείας στην προσαρμογή στις νέες συνθήκες, απαιτούνται: - Συνεργασία με φορείς (εγκατάσταση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και παρακολούθησης της δραστηριότητας φορέων ασθενειών, όπως τα έντο- μα). - Δράσεις σε χώρους του τομέα της υγείας (προετοιμασία των εγκαταστάσεων και του προσωπικού). - Μέτρα αυτοπροστασίας (αποφυγή έκθεσης κατά το σούρουπο/αυγή, απομά- κρυνση στάσιμων υδάτων, κατάλληλη ενδυμασία, π.χ. μακριά παντελόνια κατά την πεζοπορία σε περιοχές με ψύλλους / τσιμπούρια). 62 Αυξημένα περιστατικά αλλεργιών λόγω της κλιματικής αλλαγής Η κλιματική αλλαγή επιδρά στη γυρεοφορία των φυτών με πιθανό αποτέλεσμα την αυξημένη έκθεση των ανθρώπων σε αλλεργιογόνα φυσικής προέλευσης. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού απαιτείται: - Συνεργασία με φορείς (ταυτοποίηση των ζωνών με υψηλά επίπεδα γύρης και παρακολούθηση της πιθανής αυξημένης γυρεοφορίας των φυτών εξαιτίας των νέων κλιματικών συνθηκών, εγκατάσταση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίη- σης, επιλογή κατάλληλων φυτών για τους πράσινους χώρους). - Δράσεις σε χώρους του τομέα της υγείας (προετοιμασία των εγκαταστάσεων και του προσωπικού). - Μέτρα αυτοπροστασίας (προσαρμογή των προσωπικών συνηθειών, όπως ελα- χιστοποίηση των εξωτερικών δραστηριοτήτων, κλείσιμο των παραθύρων, πλύ- σιμο μετά από τις εξωτερικές δραστηριότητες, κατάλληλος καθαρισμός εσωτε- ρικών χώρων). 4.12 Δομημένο περιβάλλον Οι πόλεις βρίσκονται στο μέτωπο των ταχύτερα εξελισσόμενων περιβαλλοντικών και κλιματικών αλλαγών. Αυτό οφείλεται στις αλλαγές των χρήσεων γης, σε πολεο- δομική ανάπτυξη που δεν βασίζεται σε περιβαλλοντικές αρχές, στην αστική επέκτα- ση αλλά και στην αυξημένη ανθρωπογενή δραστηριότητα που ενισχύει, χωρικά και χρονικά, τις πηγές θερμότητας, κ.λπ. Συνεπώς η δυνατότητα των πόλεων να προ- σαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή οφείλει να αποτελεί αντικείμενο μελέτης. Η σχέση των πόλεων με την κλιματική αλλαγή είναι πολύπλευρη: - Οι πόλεις καταναλώνουν περίπου το 60 έως 80% της παραγόμενης ενέργειας σε παγκόσμια κλίμακα και αποτελούν κύριες πηγές εκπομπών διοξειδίου του άν- θρακα. - Η κλιματική αλλαγή θέτει κινδύνους στις αστικές υποδομές και στην ποιότητα της ζωής εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, ακραίων καιρικών φαινομένων, ξηρασίας εδαφών και καυσώνων. - Οι κτιριακές υποδομές είναι ευάλωτες σε ακραία καιρικά φαινόμενα που ενδε- χομένως οφείλονται στην κλιματική αλλαγή. - Ο τρόπος με τον οποίο αναπτύσσονται και λειτουργούν οι πόλεις, επηρεάζει τη ζήτηση ενέργειας και κατά συνέπεια τις εκπομπές διοξειδίου άνθρακα. - Οι ροές ενέργειας στο αστικό περιβάλλον εξαρτώνται από τις χρήσεις/κάλυψη γης (land use and land cover). O ρυθμός θέρμανσης σε περιφερειακή ή τοπική κλίμακα, είναι δυνατόν να επιβραδυνθεί μέσα από την επιλογή χρήσε- ων/καλύψεων γης. Ειδικότερα, η συνεχής επέκταση των πόλεων και η ραγδαία αύξηση των ενεργεια- κών αναγκών ιδιαίτερα κατά την εποχή του καλοκαιριού έχουν συντελέσει στη δη- 63 μιουργία ενός εξαιρετικά επικίνδυνου ενεργειακού αποτυπώματος το οποίο έχει άμεσες επιπτώσεις στο κλίμα. Ένα μέτρο που αξίζει να επισημανθεί και διερευνηθεί η εφαρμογή του περαιτέρω είναι και αυτό των «πράσινων στεγών ή πράσινων δωμάτων». Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες πόλεις είναι η έλλειψη χώρων πρασίνου. Η κατάληψη του αστικού χώρου από το τσιμέντο έχει σημαντικές ενεργειακές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις αφού τα κτίρια ευθύνο- νται, σε μεγάλο ποσοστό, για την ενεργειακή κατανάλωση, αλλά και για την εκπο- μπή ρύπων και αερίων. Στην Ελλάδα, ειδικότερα, τα κτίρια ευθύνονται για το 40% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας και για το 45% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα. Παράλληλα, η έλλειψη πράσινων επιφανειών ε- πηρεάζει τη δημόσια υγεία, αλλά και επιβαρύνει τη συλλογική ψυχολογία των κα- τοίκων της πόλης εντείνοντας ένα αίσθημα δυσφορίας. Ήδη από το 2011 το ΥΠΕΚΑ εξέδωσε υπουργική απόφαση σχετικά με «Όρους, προ- ϋποθέσεις και διαδικασία κατασκευής φυτεμένων επιφανειών σε δώματα, στέγες και υπαίθριους χώρους κτιρίων» http://www.opengov.gr/minenv/wp-content/ uploads/downloads/2011/12/Y.A.-fytemenes-epifaneies.pdf Η αύξηση της ποσόστωσης των πράσινων επιφανειών συμβάλει στην αισθητική, μορφολογική και ποιοτική αναβάθμιση των πόλεων, αλλά και στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής μας. Oι φυτεμένες επιφάνειες βελτιώνουν το μικροκλίμα των αστικών περιοχών, μειώνουν τη σκόνη και το νέφος, ενισχύουν και προστατεύουν τη μόνωση των κτιρίων, αυξάνουν την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και δημι- ουργούν φυσικό περιβάλλον για την αστική χλωρίδα και πανίδα, τους λεγόμενους «πράσινους διαδρόμους». Επίσης, συμβάλλουν στην ισοκατανομή των χώρων πρα- σίνου και εξισορροπούν τις ανισότητες στις επιβαρημένες αστικές περιοχές. Ειδικά για τις υποβαθμισμένες αστικές περιοχές όπου παρατηρείται υπερδόμηση και στις οποίες κατοικούν τα πιο αδύναμα στρώματα του πληθυσμού, η δημιουργία πράσι- νων επιφανειών μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στη διαχείριση των πλημμυρικών φαινομένων. Και ο λόγος είναι πολύ συγκεκριμένος: επειδή το νερό της βροχής δεν βρίσκει γη για να απορροφηθεί, πέφτοντας στο τσιμέντο, κυλάει πιο ορμητικά και πλημμυρίζει υπόγεια και καταστήματα. Η Απόφαση αναφέρει επίσης ότι θα τηρείται Ειδικό Μητρώο Φυτεμένων Επιφα- νειών, δηλαδή δημιουργείται μια πρώτη τράπεζα δεδομένων που θα ενημερώνεται διαρκώς με τις γνωστοποιήσεις κατασκευής φυτεμένων επιφανειών που θα υπο- βάλλονται στα κατά τόπους υπηρεσίες δόμησης. Ειδικά για την περιοχή της Αθήνας και το Νομό Αττικής στο νέο Ρυθμιστικό σχέδιο (νόμος 4277/2014, ΦΕΚ 156 Α΄) περιγράφονται, μεταξύ άλλων, στόχοι και κατευ- θύνσεις σχετικά με το αστικό περιβάλλον και την προσαρμογή στην κλιματική αλλα- γή. Στην συνέχεια, αναφέρονται συγκεκριμένες δράσεις προσαρμογής : Δράση 1. Προσαρμογή του αστικού σχεδιασμού στην κλιματική αλλαγή και βελτίω- ση των θερμικού περιβάλλοντος στις πόλεις με την αλλαγή του μικροκλίματος του δομημένου περιβάλλοντος (αστικά κέντρα). 64 Μέτρο 1. Προσδιορισμός ολιστικής μεθοδολογίας για την εκτίμηση της τρω- τότητας των κτηριακών υποδομών στο χερσαίο και παράκτιο περιβάλλον. Μέτρο 2. Κατάλληλος αρχιτεκτονικός και πολεοδομικός επανασχεδιασμός των χώρων με κατάλληλη διάταξη και αξιοποίηση των ελεύθερων χώρων (με χρήση σκίασης, αερισμού, κ.λπ.) Μέτρο 3. Εξέταση αναγκαιότητας επικαιροποίησης του Κτιριοδομικού Κανο- νισμού και του Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων (ΚΕΝΑΚ) λαμβάνοντας υπόψη το μικροκλίμα των πόλεων και τις κλιματικές αλλαγές που παρατηρούνται ή εκτιμάται ότι θα προκύψουν. Μέτρο 4. Αύξηση του αστικού πρασίνου. Η σχέση δομημένου χώρου και πρασίνου θα πρέπει να αλλάξει για να εξισορροπήσει τις επερχόμενες κλιματικές αλλαγές. Αυτό θα συμπεριλάβει την αξιοποίηση αναξιοποίητων περιοχών, την ανα- κατανομή και αποκατάσταση του πρασίνου στο δομημένο περιβάλλον. Τέλος, όπως προαναφέρθηκε, η ενσωμάτωση του πράσινου σε υπάρχουσες κατασκευές (ορο- φές, κάθετες επιφάνειες κ.λπ.) θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα. Μέτρο 5. Χρήση καινοτόμων και ενεργειακά φιλικών υλικών, τόσο για την ανακαίνιση παλαιών κτηρίων όσο και για την δόμηση νέων (μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης) καθώς και αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Μορφών Ενέργειας και άλ- λων τεχνικών εξοικονόμησης που θα πρέπει να συμπεριληφθούν στη σύγχρονη νο- μοθεσία. Δράση 2.Μείωση των θερμικών και ενεργειακών αναγκών των κτηρίων προς την κατεύθυνση του μηδενικού ενεργειακού αποτυπώματος. Μέτρο 1. Συνδυασμένη χρήση τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας, απο- δοτικά συστήματα φωτισμού και χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Μέτρο 2. Αποδοτική αξιοποίηση του διαθέσιμου ανθρώπινου και υλικού δυ- ναμικού. Μέτρο 3. Εκπαίδευση χρηστών κτιρίων και βελτιωμένη απόδοση μέσω συ- μπεριφοριστικών αλλαγών. 4.13 Εξορυκτική βιομηχανία Η συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στην οικονομία της Ελλάδας, σε σχέση με το παρελθόν, έχει μειωθεί σημαντικά και ανέρχεται σε ένα ποσοστό μεταξύ 3-5% του ΑΕΠ, λαμβάνοντας υπόψη και το μεταποιητικό τομέα των ορυκτών υλών (Τζε- φέρης, 2009). Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές προοπτικές βελτίωσης, καθώς η χώρα διαθέτει αξιόλογο ορυκτό πλούτο. Σύμφωνα με στοιχεία της US Geological Survey (2015), η Ελλάδα, το 2014, ήταν η μεγαλύτερη παραγωγός περλίτη παγκοσμίως (40% της παγκόσμιας παραγωγής), η πρώτη σε μέγεθος παραγωγός μπεντονίτη στην Ε.Ε. και η δεύτερη παγκοσμίως (9% 65 της παγκόσμιας παραγωγής), η πρώτη παραγωγός βωξίτη στην Ε.Ε. και ενδέκατη παγκοσμίως, η δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγός λιγνίτη στην Ε.Ε. και η πέμπτη πα- γκοσμίως, η πρώτη χώρα σε παραγωγή νικελίου στην Ε.Ε. (40% της παραγωγής της Ε.Ε.), η πρώτη χώρα σε εξαγωγές λευκόλιθου – μαγνησίας στην Ε.Ε., η τρίτη χώρα σε εξαγωγές μαρμάρου στην Ε.Ε. (μετά από Ιταλία, Ισπανία) και ανάμεσα στις έξι πρώ- τες χώρες του κόσμου και η μοναδική χώρα παραγωγής χουντίτη. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι διαθέτει και σημαντικά κοιτάσματα χρυσού καθώς και σημαντικότα- το γεωθερμικό δυναμικό. Ο εξορυκτικός κλάδος θεωρείται εθνικής σημασίας, δεδομένου ότι συμβάλλει (ΣΜΕ, 2015, Δαμίγος, 2011, Οικονομόπουλος κ.ά., 2011): - στην εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου λόγω του έντονου εξαγωγικού χαρακτήρα (οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν πάνω από το 70% των πωλήσεών του), - στην ενεργειακή ασφάλεια και αυτοδυναμία της χώρας (είναι χαρακτηριστικό ότι το 50% και πλέον της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προέρχεται από τον εγχώριο λιγνίτη), - στην απασχόληση (περίπου 15.000 άμεσες θέσεις εργασίας στις επιχειρήσεις του κλάδου και σε συνεργαζόμενους υπεργολάβους), - στην ανάπτυξη εθνικών υποδομών. Εκτός των άλλων, ο κλάδος αποτελεί αναπτυξιακό μοχλό άλλων δραστηριοτήτων αφού είναι αλληλένδετος με άλλους κλάδους της οικονομίας, από τον κλάδο των κατασκευών μέχρι τον τριτογενή τομέα, όπως αποδεικνύεται και από τους πολλα- πλασιαστές εκροής (2-2,4), εισοδήματος (1,4-1,7) και απασχόλησης (1,8-4,2) (Menegaki & Damigos, 2012). Η εξορυκτική βιομηχανία, ωστόσο, όπως και άλλες οικονομικές δραστηριότητες που σχετίζονται με τους φυσικούς πόρους, θα αντιμετωπίσει ένα φάσμα προκλήσεων και προβλημάτων εξαιτίας των αλλαγών του κλίματος (π.χ. Pearce et al., 2009 & 2011, Ford et al., 2010 & 2011). Η μέχρι σήμερα ανταπόκριση της εξορυκτικής βιο- μηχανίας, σε διεθνές επίπεδο (και πολύ περισσότερο στην Ελλάδα), δεν φαίνεται να είναι αντίστοιχη των δυνητικών επιπτώσεων. Είναι χαρακτηριστικό πως λιγότερο από το 50% των Καναδικών μεταλλευτικών ε- ταιρειών λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την κλιματι- κή αλλαγή, αν και το 50% περίπου δηλώνει ότι ήδη επηρεάζεται από αυτή και το 60% εκτιμά πως στο μέλλον οι επιπτώσεις θα είναι αρνητικές (Ford et al., 2010). Οι δυνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον εξορυκτικό κλάδο αφορούν στις ‘εισροές’ της παραγωγικής διαδικασίας (π.χ. ενέργεια, νερό, εργατικό δυναμι- κό), στην εφοδιαστική αλυσίδα (π.χ. χερσαίες ή θαλάσσιες οδοί μεταφοράς πρώτων υλών και προϊόντων) και στην αγορά των Ορυκτών Πρώτων Υλών (ΟΠΥ) (π.χ. αλλα- γές στα καταναλωτικά πρότυπα μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση ζήτησης συγκεκρι- μένων ΟΠΥ). Αναμένεται δε να επηρεάσουν όλα τα στάδια της δραστηριότητας (π.χ. έρευνα και ανακάλυψη κοιτάσματος, ανάπτυξη μεταλλείου και κατασκευή των α- παραίτητων υποδομών, φάση λειτουργίας και αποκατάστασης του χώρου της εξο- ρυκτικής δραστηριότητας, κ.ά.) (Nelson, and Schuchard, 2011, ICMM, 2013). 66 Ενδεικτικά, οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να σχετίζονται με (Οικονομόπουλος κ.ά., 2011, BSR, 2011 Pitman et al., 2013): - καταστροφές υποδομών (π.χ. διάβρωση οδικού δικτύου, κατολισθήσεις πρανών εκμετάλλευσης και αποθέσεων, κ.λπ.) λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων, - μείωση διαθέσιμων υδατικών πόρων λόγω χαμηλότερων βροχοπτώσεων και αύ- ξηση της εξάτμισης, - απώλεια ημερών εργασίας λόγω ακραίων θερμοκρασιών, - ανάγκη ενίσχυσης μέτρων και δράσεων προστασίας και αποκατάστασης του πε- ριβάλλοντος, π.χ. συντήρηση των έργων αποκατάστασης λόγω διάβρωσης εδα- φικού καλύμματος και αυξημένων αναγκών άρδευσης, περαιτέρω αύξηση των συντελεστών ασφάλειας κατά το σχεδιασμό φραγμάτων τελμάτων κ.λπ., - αύξηση του λειτουργικού κόστους π.χ. λόγω αυξήσεων του κόστους ενέργειας, του κόστους των υποδομών, της αποκατάστασης ζημιών από ακραία καιρικά φαινόμενα, κ.λπ., - επιβάρυνση των σχέσεων μεταξύ εξορυκτικής δραστηριότητας και τοπικής κοι- νωνίας λόγω του «ανταγωνισμού» στη χρήση των πόρων (π.χ. των υδατικών α- ποθεμάτων της περιοχής), της μεγέθυνσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (π.χ. αύξηση εκπομπών αιωρούμενων σωματιδίων λόγω χαμηλότερης υγρασίας και υψηλότερης θερμοκρασίας), της πραγματικής ή εκλαμβανόμενης αύξησης των κινδύνων για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία (π.χ. αύξηση της ανησυχί- ας για ατυχήματα που σχετίζονται με χώρους απόθεσης τελμάτων και άλλων ε- ξορυκτικών αποβλήτων). Στη βάση των παραπάνω, το παρόν κείμενο επικεντρώνεται στους βασικούς άξονες των πολιτικών προσαρμογής που πρέπει να εφαρμοστούν από την εξορυκτική βιο- μηχανία και την Πολιτεία, ώστε να μετριαστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της κλιμα- τικής αλλαγής και να μην τεθεί σε κίνδυνο η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων του κλάδου. Η αντιμετώπιση των αναμενόμενων προβλημάτων προϋποθέτει το σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικών προσαρμογής στους ακόλουθους δύο άξονες: Δράση 1. Ενίσχυση της πληροφόρησης του κλάδου για την κλιματική αλλαγή. Μέτρο 1. Προετοιμασία αξιόπιστων κλιματικών μοντέλων κατάλληλης χωρι- κής και χρονικής κλίμακας. Μέτρο 2. Προετοιμασία μοντέλων «υποβάθρου» για την εκτίμηση των επι- πτώσεων στην εξορυκτική βιομηχανία (π.χ. εκτίμηση επιπτώσεων σε υδατικούς πό- ρους, αύξηση εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων, αύξηση δείκτη επικινδυ- νότητας δασικών πυρκαγιών, κ.λπ.). Μέτρο 3. Εκτίμηση των φυσικών και οικονομικών επιπτώσεων για την εξο- ρυκτική δραστηριότητα σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο βάσει των κλιματικών μοντέλων σε σχέση με (ενδεικτικά): - εκδήλωση ακραίων καιρικών φαινομένων, - διαθεσιμότητα υδατικών και άλλων πόρων, - εκδήλωση δασικών πυρκαγιών, 67 - αύξηση του ετήσιου αριθμού ημερών με δείκτη humidex>38oC, κ.ά. Δράση 2. Ενσωμάτωση της κλιματικής αλλαγής στο σχεδιασμό, στην παρακολούθη- ση και στη λειτουργία των εξορυκτικών δραστηριοτήτων. Η Δράση αυτή απαιτεί την υλοποίηση μέτρων προσαρμογής τόσο από την πλευρά των επιχειρήσεων του εξορυκτικού κλάδου όσο και από την πλευρά της Πολιτείας. Τέτοια ενδεικτικά μέτρα είναι: Μέτρο 1. Καθορισμός μέτρων προσαρμογής και ολοκληρωμένης διαχείρισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στο στρατηγικό και λειτουργικό προγραμ- ματισμό των επιχειρήσεων, π.χ.: - εθελοντικές δεσμεύσεις για λήψη μέτρων προσαρμογής, - προετοιμασία σχεδίων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιμα- τικής αλλαγής σε κρίσιμες ‘εισροές’ (π.χ. εξασφάλιση επαρκούς τροφοδο- σίας υδατικών πόρων με πολιτικές ορθής διαχείρισης, επαναχρησιμοποί- ησης, κ.λπ.), - προετοιμασία αναλύσεων εκτίμησης κινδύνου και σχεδίων έκτακτης ανά- γκης από επιπτώσεις που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, - διαφοροποίηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων (π.χ. δημιουργία ενός διευρυμένου portfolio ΟΠΥ για αντιμετώπιση της πτώσης ζήτησης) κ.ά. Μέτρο 2. Ενίσχυση των υποδομών και των έργων κατά τη διάρκεια της εκμε- τάλλευσης και μετά το πέρας αυτής (π.χ. υιοθετώντας κατάλληλους συντελεστές ασφάλειας, αυξάνοντας το χρονικό εύρος της ανάλυσης κατά τη φάση του σχεδια- σμού, κλπ) ώστε να λαμβάνονται υπόψη τυχόν μέτρα προσαρμογής για αντιμετώπι- ση ακραίων φαινομένων . Μέτρο 3. Επένδυση σε έρευνα και ανάπτυξη λύσεων που σχετίζονται με α- νανεώσιμες και εναλλακτικές πηγές ενέργειας, με σχέδια διαχείρισης από κοινού με την τοπική κοινωνία κρίσιμων πόρων της περιοχής (π.χ. υδατικών αποθεμάτων), κλπ. Μέτρο 4. Ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών και προτύπων για την κατα- γραφή, εκτίμηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στα εξο- ρυκτικά έργα. Μέτρο 5. Υποχρεωτική πληροφόρηση κοινού σε σχέση με τις αλληλεπιδρά- σεις των έργων και της κλιματικής αλλαγής τουλάχιστον για κρίσιμες παραμέτρους, όπως οι υδατικοί πόροι (π.χ. μέσω της ανάπτυξης κατάλληλων δεικτών παρακολού- θησης που θα ενσωματώνουν την κλιματική αλλαγή), κ.ά. Μέτρο 6. Αναφορά-σύνδεση με την Εθνική πολιτική για την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών (ΟΠΥ) που εξαγγέλθηκε από το Υπουργείο το 2012. http://www.ypeka.gr/Default.aspx?tabid=785&sni%5B524%5D=1658&language=el- GR 68 4.14 Πολιτιστική κληρονομιά Η πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας έχει μία ιδιαίτερα μεγάλη έκταση, τόσο σε χωρικό όσο και σε χρονικό επίπεδο. Καλύπτει μία περίοδο πλέον των 5.000 χρόνων με ιδιαίτερα μεγάλη χωρική πυκνότητα καθώς σε κάθε της περιοχή υπάρχουν προ- ϊόντα σημαντικής πολιτιστικής δραστηριότητας. Εκτός από εθνικό κεφάλαιο, ο μο- ναδικός πολιτιστικός χαρακτήρας της Ελλάδας και η εξαιρετική αρχιτεκτονική κλη- ρονομιά προσελκύουν εκατομμύρια τουριστών κάθε χρόνο και αποτελώντας σημα- ντικό κεφάλαιο και της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας. Η τρέχουσα κλιματική αλλαγή, οι αναμενόμενες μεταβολές στην ένταση και τη συ- χνότητα φυσικών φαινομένων καθώς και η συνέργεια όλων των παραπάνω, αναμέ- νεται να επηρεάσουν στοιχεία του περιβάλλοντος που αποτελούν τμήμα της πολιτι- στικής κληρονομιάς, ιστορικά μνημεία που είναι άμεσα εκτεθειμένα στο περιβάλ- λον αλλά και συλλογές που εκτίθενται σε χώρους μουσείων. Πλημμύρες, σεισμοί, πυρκαγιές, ισχυροί άνεμοι και η μακροπρόθεσμη επίδραση αντίξοων κλιματικών συνθηκών δύναται να καταστρέψουν, ακόμη και ολοσχερώς, χώρους και αντικείμε- να πολιτιστικής κληρονομιάς ενώ σε πολλές περιπτώσεις, κομμάτι αυτής της κατα- στροφής έγκειται σε κακοδιαχείριση της κρίσης. Έως σήμερα, δεν έχει υπάρξει σε εθνικό επίπεδο μία συνολική αντιμετώπιση του θέματος της προστασίας της πολιτι- στικής κληρονομιάς από τους φυσικούς κινδύνους και τις καταστροφές ενώ και σε ευρωπαϊκό επίπεδο τονίζεται η έλλειψη εναρμόνισης των επιμέρους συστάσεων (European Parliament, 2007). Ενδεικτικές δράσεις προσαρμογής Δράση 1. Γνώση και καταγραφή των κινδύνων από την κλιματική αλλαγή στην πολι- τιστική κληρονομιά (θεσμοθέτηση νέων και επικαιροποίηση υπαρχόντων συστημά- των καταγραφής παραμέτρων σχετικών με τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής). Μέτρο 1.1 Ενσωμάτωση στο εκπαιδευτικό υλικό της πρωτοβάθμιας και δευ- τεροβάθμιας εκπαίδευσης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στα μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Μέτρο 1.2 Βελτίωση της ποιότητας της πληροφορίας σχετικά με τις συνέπει- ες της κλιματικής αλλαγής στα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς με την εγκατά- σταση συστημάτων καταγραφής και παρακολούθησης περιβαλλοντικών και καιρι- κών φαινομένων. Μέτρο 1.3 Εκπόνηση, σε συνεργασία αρμόδιων Υπουργείων και φορέων, των κατά περίπτωση απαιτούμενων προγραμμάτων επενδύσεων σε έργα προστα- σίας από τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Δράση 2. Διαχείριση των κινδύνων από την κλιματική αλλαγή στην πολιτιστική κλη- ρονομιά. 69 Μέτρο 2.1 Εξέταση δυνατότητας δημιουργίας Υπηρεσίας Προστασίας της Πολιτιστικής Κληρονομιάς στην Ελλάδα. Μέτρο 2.2 Εκπόνηση μελετών και σχεδίων διαχείρισης για την πρόληψη κιν- δύνων από την κλιματική αλλαγή και αξιοποίησή τους από τις αρμόδιες Υπηρεσίες προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Μέτρο 2.3 Εφαρμογή μη-παρεμβατικών τεχνικών σε μνημεία που θα εξα- σφαλίζουν τη συνεχή καταγραφή της άμεσης παραμόρφωσης, φθοράς ή αλλοίωσης που προκαλούν οι συνεχόμενες περιβαλλοντικές αλλαγές. Μέτρο 2.4 Συνεργασία και συντονισμός υπό την αρμόδια υπηρεσία (βλ. μέ- τρο 2.1) όλων των εμπλεκόμενων φορέων και των Δ/νσεων και Υπηρεσιών του Υ- ΠΟΠΑΙΘ στο σχεδιασμό προγράμματος στρατηγικού πλαισίου πρόληψης και αντι- μετώπισης των επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά. Μέτρο 2.5 Σχεδιασμός προγραμμάτων δράσης αυξημένης ετοιμότητας σε περιπτώσεις έκτακτων αναγκών. Δράση 3. Ενσωμάτωση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς και των προ- σαρμοστικών πολιτικών σε ευρύτερες εθνικές πολιτικές. Μέτρο 3.1 Κυρώσεις ευρωπαϊκών και διεθνών συμβάσεων για την προστα- σία των μνημείων, την εκπόνηση Σχεδίων Διαχείρισης και Πρόληψης κινδύνων που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή. Μέτρο 3.2 Δημιουργία προϋποθέσεων για την εξασφάλιση διεπιστημονικής συνέργειας με στόχο τη διερεύνηση και πιλοτική εφαρμογή μεθοδολογιών για την ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών βιώσιμης προσαρμογής στα νέα απειλητι- κά καιρικά φαινόμενα. Μέτρο 3.3 Κατάρτιση βάσης δεδομένων αναφορικά με την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στα υλικά των μνημείων, η οποία μπορεί να αποτελέσει το υ- πόβαθρο για την υιοθέτηση αποτελεσματικών αποτρεπτικών πολιτικών. Δράση 4. Εκπαίδευση επαγγελματιών και ενημέρωση κοινού. Μέτρο 4.1 Επιμορφωτικά Σεμινάρια για την πρόληψη των κινδύνων σε στε- λέχη των αρμόδιων φορέων και Υπηρεσιών. Μέτρο 4.2 Ενημέρωση του κοινού για τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής μέσω προγραμμάτων και δράσεων σε μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους και σχολεί- α. 70 4.15 Ασφαλιστικός τομέας 4.15.1 Η ασφάλιση ως προσαρμογή Πρόσφατες εκτιμήσεις κλιματικών υποδειγμάτων τεκμηριώνουν την τάση αύξησης της συχνότητας, έντασης, χωρικής επίδρασης και διάρκειας των ακραίων καιρικών φαινομένων (ιδιαίτερα καυσώνων, έντονων βροχοπτώσεων, ξηρασιών και τροπικών κυκλώνων) (IPCC, 2012). Η ταυτόχρονη αύξηση της έκθεσης στα ακραία καιρικά φαινόμενα, και συνεπώς της τρωτότητας ευάλωτων πληθυσμών παγκοσμίως, θα οδηγήσει σε αυξημένες πιέσεις για μηχανισμούς αποφυγής, μετριασμού και αποκα- τάστασης των ζημιών και συνεπώς για πολιτικές μετακύλισης και επιμερισμού του κινδύνου. Οι πολιτικές αυτές ‘κλιματικής ασφάλισης κινδύνου’ (θα πρέπει να) βρί- σκονται στο επίκεντρο μιας σύγχρονης στρατηγικής για την προσαρμογή στην κλι- ματική αλλαγή. Ανεπίσημες μορφές αλληλεγγύης για τον μετριασμό των ζημιών ακραίων καιρικών φαινομένων είναι μεν ισχυρά ‘δίκτυα προστασίας’ για ευάλωτα κράτη και πληθυ- σμιακές ομάδες αλλά δεν παρέχουν την προστασία που παρέχει ένα οργανωμένο σύστημα ασφάλισης κατά των κλιματικών κινδύνων. Για τις ανάγκες της εθνικής στρατηγικής προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, ο ασφαλιστικός τομέας μπορεί να ιδωθεί από τρεις διαφορετικές οπτικές: ως αγορά, ως εργαλείο κλιματικής προσαρμογής και ως επενδυτής. Υπό τις ιδιότητες αυτές, ο ασφαλιστικός τομέας μπορεί να υποστηρίξει προσαρμοστικές πρακτικές α) βοηθώ- ντας την διαχείριση κλιματικών κινδύνων, β) εφαρμόζοντας κίνητρα για την πρόλη- ψη τους και γ) παρέχοντας πληροφορίες για τις οικονομικές διαστάσεις τόσο των κινδύνων όσο και των μέτρων αποφυγής/μετριασμού των. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διερευνά την επάρκεια και τη διαθεσιμότητα κατάλληλης κλιματικής ασφάλισης στα κράτη-μέλη ως συστατικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή με στόχο την «μεταστροφή προς μια γενική κουλτούρα πρόληψης και άμβλυνσης των επιπτώσεων από τους κινδύνους καταστροφών» (European Commission, 2013). Τα κενά στον τομέα αυτό είναι ήδη φανερά: παρά τον αυξημένο κίνδυνο πλημμυρών στην Ευρώπη μόνο το 1/3 των ευάλωτων νοικοκυριών είναι ασφαλισμένα. Ως συνέπεια, από το σύνολο των €4,3 δισ. της μέσης ετήσιας ζημιάς, μόνο τα €2,3 δισ. καλύπτονται από ασφαλι- στικά συμβόλαια. Γενικότερα, η ασφάλιση έναντι καταστροφών εμφανίζει σήμερα σε ορισμένα κράτη μέλη χαμηλό βαθμό διείσδυσης στην αγορά, με αποτέλεσμα οι αγορές ασφάλισης έναντι καταστροφών να μη δύνανται να ανταποκριθούν πλήρως στους υφιστάμενους κινδύνους (Κοινό Κέντρο Ερευνών, 2012 και αναθεώρηση, σελ.: http://www.eea.europa.eu/data-and-maps/indicators/direct-losses-from-weather- disasters-2/assessment). 4.15.2 Η ποσοτική διάσταση των ζημιών από ακραία καιρικά φαινόμενα Οι οικονομικές ζημιές από ακραία καιρικά φαινόμενα μετρώνται ως άμεσες απώ- λειες οικονομικών παγίων και υποδομών και έμμεσες απώλειες οικονομικών ροών (π.χ. ΑΕΠ). Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, κατά το διάστη- 71 μα 1980 – 2013, το οικονομικό τίμημα των φυσικών καταστροφών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση ανήλθε σε €368 δισ. (τιμές 2013) ενώ οι δαπάνες για αποζημιώ- σεις λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων αυξήθηκαν από €9 δισ. τη δεκαετία του 1980 σε περισσότερα από €13 δισ. τη δεκαετία του 2000 (τιμές 2013), (Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, 2012). Επισημαίνεται ότι για το ίδιο διάστημα (1980-2013) οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων ανέρχονται δυστυχώς στις 83.204. Οι περισσότεροι θάνατοι, περίπου 70.000, οφείλονται στο κύμα καύσωνα που σά- ρωσε την Ευρώπη το 2003. Από την ίδρυσή του το 2002 έως σήμερα, το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΤΑΕΕ) χρησιμοποιήθηκε σε 67 περιπτώσεις για την αντιμετώπιση κατα- στροφών, προσφέροντας βοήθεια πάνω από €3.7 δισ. σε 24 διαφορετικές ευρωπαϊ- κές χώρες. Παγκοσμίως, οι ετήσιες υλικές ζημιές από καιρικά και κλιματικά φαινό- μενα κατά τις δεκαετίες 1960 και 1990 αυξήθηκαν κατά οκτώ φορές, ενώ κατά το ίδιο διάστημα, οι ζημιές υπό ασφαλιστική κάλυψη αυξήθηκαν κατά δεκαεπτά φο- ρές (Mechler and Kundzewicz 2010). Στην Ελλάδα, οι συνολικές αποζημιώσεις της ασφαλιστικής αγοράς για τις ζημιές από τις βροχοπτώσεις της 24ης Οκτωβρίου 2014 στην Αττική ξεπέρασαν τα €4 εκ. σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος (ΕΑΕΕ). Ενδεικτικά αναφέρεται ότι για την περίοδο 1980-2013 στην Ελλάδα το ποσοστό α- σφαλισμένου κεφαλαίου ως προς τις ζημιές από προκλήθηκαν από τα ακραία καιρι- κά είναι περίπου 1% ενώ για την Ευρωπαϊκή Ένωση ο μέσος όρος κυμαίνεται περί- που στο 32%. 4.15.3 Δυνατότητες συμβολής του ελληνικού ασφαλιστικού τομέα στην κλιματική προσαρμογή Ο ελληνικός ασφαλιστικό τομέας καλείται να ακολουθήσει το παράδειγμα των α- σφαλιστικών κλάδων παγκοσμίως, προσφέροντας χρηματοοικονομικά προϊόντα ασφάλισης και διάχυσης κλιματικών κινδύνων στη βάση μιας βελτιστοποιημένης εκτίμησης και χρηματοδότησης των κλιματικών κινδύνων. Κεντρική παράμετρο της μελλοντικής δυναμικής του κλάδου αποτελεί η θεσμοθέ- τηση υποχρεωτικής ασφάλισης έναντι φυσικών καταστροφών, ζήτημα το οποίο ήδη έχει τεθεί και στην χώρα μας από την Οδηγία για την Περιβαλλοντική Ευθύνη (2004/35/ΕΚ). Θα ήταν χρήσιμο να εκτιμηθεί κατά πόσο ορισμένοι ιδιωτικοί φορείς και κλάδοι (όπως οι πάροχοι υπηρεσιών κοινής ωφελείας, οι διαχειριστές κρίσιμων υποδομών ενέργειας και συγκοινωνιών, κ.ά.) πρέπει να καλυφθούν από υποχρεωτι- κά τυποποιημένα ασφαλιστήρια συμβόλαια με όρους που να καλύπτουν τα καιρικά φαινόμενα. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν είναι δυνατή η ασφάλιση – π.χ. για κτιριακές εγκαταστάσεις σε περιοχές υψηλού κινδύνου – ενδέχεται να απαιτούνται ασφαλι- στικά συστήματα που τυγχάνουν της στήριξης του δημοσίου, υπό την μορφή χρη- ματοοικονομικών διευκολύνσεων και/ή πρόσβασης στην πληροφόρηση κλιματικών δεδομένων. 72 Λόγω του διασυνοριακού χαρακτήρα της αλλαγής του κλίματος, ενδέχεται να προ- κύπτουν οφέλη από την προαγωγή μιας ασφάλισης σε επίπεδο ΕΕ, σε αντιδιαστολή με τα εθνικά ή περιφερειακά συστήματα. Σε όλες τις στρατηγικές προσαρμογής πρέπει να ενθαρρύνεται η σύμπραξη δημοσί- ου και ιδιωτικού τομέα με προοπτική τον επιμερισμό των κινδύνων, των οφελών και των ευθυνών σε σχέση με τα μέτρα προσαρμογής των επιχειρήσεων. Η προοπτική της ανάπτυξης αποτελεσματικών κλιματικών ασφαλιστηρίων και αντί- στοιχων προϊόντων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην Ελλάδα μπορεί να περι- λαμβάνει (European Commission, 2013): - ομαδοποίηση ασφαλιστικών προϊόντων, - δημιουργία ομίλων ασφάλισης έναντι καταστροφών, - ανάληψη ρόλου (αντ-)ασφαλιστή και (αντ-)ασφαλιστή τελευταίου βαθμού από το ελληνικό Δημόσιο, - θεσμοθέτηση παραμετρικής ασφάλισης έναντι καιρικών φαινομένων βάσει δεικτών, - δημιουργία χρεογράφων συνδεδεμένων με ασφαλίσεις, - καθιέρωση αποτελεσματικής τιμολόγησης βασισμένης στο μέγεθος του κινδύ- νου και προσαρμοσμένης στην αυτόνομη ανάληψη μέτρων προφύλαξης των ασφαλισμένων, - σχεδιασμό μακροχρόνιων συμβάσεων ασφάλισης έναντι καταστροφών, - μείωση των κενών πληροφόρησης και ενημέρωση του κοινού για την πρόληψη και τον μετριασμό των επιπτώσεων των κλιματικών κινδύνων. 73 5. Η προσαρμογή στην πράξη 5.1 Ιεράρχηση και αξιολόγηση μέτρων προσαρμογής Η πολιτική για την κλιματική αλλαγή τον 21ο αιώνα χαρακτηρίζεται από μια συνεχή απαίτηση για αποκεντρωμένες, αποτελεσματικές και αποδοτικές πολιτικές. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, στο πλαίσιο της πολιτικής δημοσίων επενδύσεων και άλλων χρηματοδοτικών προγραμμάτων, θα απαιτηθεί ένας τεράστιος όγκος πλη- ροφόρησης έτσι ώστε να επιτευχθούν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα με το χαμη- λότερο δυνατό κόστος, την υψηλότερη δυνατή συναίνεση και –στο μεγαλύτερο δυ- νατό βαθμό– συμβατότητα με τους υπόλοιπους στόχους της δημόσιας πολιτικής. Η ανάγκη τεκμηρίωσης της σκοπιμότητας ανάληψης δημοσίων επενδύσεων για την κλιματική προσαρμογή –ιδιαίτερα σε περιόδους χρηματοπιστωτικής στενότητας και ύφεσης– φέρνει επιτακτικά στο προσκήνιο το ζήτημα της αξιόπιστης στάθμισης των συνεπειών τους και, συνεπώς, του ορισμού μετρήσιμων δεικτών απόδοσης των α- ναλαμβανόμενων επενδύσεων. Η απαίτηση αυτή παγκοσμίως αντανακλά τη σημε- ρινή αναβάθμιση της περιβαλλοντικής και κλιματικής αξιολόγησης επενδύσεων σε ένα ευρύτερο σύστημα ‘επίδοσης βιωσιμότητας’ (sustainability performance) και προέρχεται από την αυξανόμενη επιθυμία των διεθνών donors για τεκμηρίωση και επιβεβαίωση των αγοραίων, περιβαλλοντικών και κοινωνικών συνεπειών της χρή- σης των κεφαλαίων τους. Σε θέματα περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου διαθέτουμε μια ξεκάθαρη και παγκόσμια αποδεκτή φυσική μονάδα μέτρησης (ισοδύναμο τόνο μεί- ωσης CO2), γεγονός το οποίο κάνει δυνατή μια σαφή ποσοτικοποίηση της αποτελε- σματικότητας των μέτρων μείωσης των εκπομπών και του συνεπαγόμενου κό- στους/οφέλους. Στην περίπτωση της κλιματικής προσαρμογής αντιθέτως, δεν ισχύει κάτι παρόμοιο: σε αντίθεση με το μετριασμό, στην προσαρμογή το φυσικό αποτέ- λεσμα μπορεί να ποικίλει ανά τομέα, τοποθεσία και τεχνολογία προσαρμογής. Συ- νεπώς, ενώ τα αποτελέσματα εναλλακτικών μέτρων και τεχνολογιών προσαρμογής σε ένα συγκεκριμένο τομέα θα έπρεπε να είναι συγκρίσιμα, στην πραγματικότητα αυτά εκφράζονται σε μια πλειάδα μετρικών μονάδων οι οποίες δυσχεραίνουν την συγκρισιμότητα και συνεπώς την ιεράρχηση και την επιλογή τους. Επισημαίνοντας ότι χρειάζονται επειγόντως περισσότερες ποσοτικοποιημένες πλη- ροφορίες για το κόστος και τα οφέλη της προσαρμογής, η Λευκή Βίβλος (COM(2009)39) τονίζει τα ειδικότερα προβλήματα ιεράρχησης και αξιολόγησης μέ- τρων προσαρμογής τα οποία συνεπάγεται η φύση του προβλήματος και τα κενά πληροφόρησής μας: - ο έλεγχος του λόγου κόστους/αποδοτικότητας των μέτρων, - το πρόβλημα της ‘κακής’ προσαρμογής (maladaptation), - η ένταξη των μέτρων προσαρμογής στην ευρύτερη οικονομική πολιτική, - η συσχέτιση πολιτικών περιορισμού των εκπομπών CO2 και προσαρμογής, - οι διατομεακές επιπτώσεις της προσαρμογής, - το πρόβλημα της χρηματοδότησης των νέων επενδύσεων. 74 Το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο ιεράρχησης περιβαλλοντικών επενδύσεων αρχίζει να σχηματοποιείται στις Κοινοτικές Οδηγίες για τη Διαχείριση των Υδάτινων Πόρων (2000/60 ΕΚ) και Θαλάσσιας Στρατηγικής (2008/56/ΕΚ). Στοχεύοντας στην εκτίμηση καταλληλότητας των προτεινόμενων «προγραμμάτων μέτρων» (programme of measures) ανάκτησης και διατήρησης της “Καλής Οικολογικής Κατάστασης”, και οι δύο Οδηγίες-Πλαίσιο απαιτούν από τα κράτη-μέλη τη χρήση οικονομικών προσεγ- γίσεων αξιολόγησης και ιεράρχησης (κόστους/αποτελεσματικότητας και κό- στους/οφέλους). Μέρος αυτού του θεσμικού πλαισίου αποτελούν οι οδηγίες διεκ- περαίωσης αναλύσεων κόστους/οφέλους στο πλαίσιο των χρηματοδοτικών απαιτή- σεων της ευρωπαϊκής πολιτικής συνοχής (EC Guide to Cost Benefit Analysis of Investment Projects, DG REGIO, 2008), οι οδηγίες προς τα κράτη-μέλη για την εκτί- μηση κινδύνου και τη διαχείριση φυσικών καταστροφών (Staff Working Paper on Risk Assessment and Mapping Guidelines for Disaster Management, 2010), οι οδηγί- ες στο Non-paper “Guidelines for Project Managers: Making vulnerable investments climate resilient” καθώς και οι οδηγίες για την ενσωμάτωση της κλιματικής αλλαγής και της βιοποικιλότητας στις μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων (Guidance for Integrating Climate Change and Biodiversity into Environmental Impact Assessment). Σε παρόμοιες καταστάσεις αβεβαιότητας και πολύ μεγάλων χρονικών οριζόντων, η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) προβάλλει την “ανάλυση επικινδυνότητας” (risk analysis) ενώ στη βιβλιογραφία προτείνονται, ολοένα και πε- ρισσότερο, προσεγγίσεις από τον χώρο των χρηματιστηριακών αναλύσεων [Ανάλυ- ση Πραγματικών Δικαιωμάτων Προαίρεσης (Real Options)]. Υπό το πρίσμα των πα- ραπάνω, η ‘κλιματική αξιολόγηση’ (climate proofing) έργων και πολιτικών αποτελεί μια ευρύτερη ομάδα εργαλείων και εννοιών σχετικών με τον ex ante προσδιορισμό, μέτρηση και συγκριτική ιεράρχηση των κλιματικών επιπτώσεων τους. 5.2 Ιδιαιτερότητες και κατηγορίες προσαρμοστικών επενδύσεων Οι δράσεις προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τρία – εν μέρει αλληλεπικαλυπτόμενα – ζεύγη: - ‘Σκληρές’ επεμβάσεις μηχανολογικού εξοπλισμού με σχετικά μεγάλο αλλά εύ- κολα μετρήσιμο κόστος έναντι χαλαρότερων επεμβάσεων αύξησης της προ- σαρμοστικής ικανότητας με σχετικά μικρό αλλά δύσκολα μετρήσιμο κόστος. - Εκ των υστέρων προστιθέμενα χαρακτηριστικά προσαρμογής (end-of-pipe) με ορατό και εύκολα υπολογίσιμο κόστος έναντι εκ των προτέρων ενσωματωμέ- νων στην παραγωγική διαδικασία χαρακτηριστικών προσαρμογής (integrated) με σχετικά δύσκολα επιμεριζόμενο κόστος. - Επεμβάσεις εκσυγχρονισμού σε υπάρχουσες τεχνολογίες (retrofit) (π.χ. μόνωση κατοικιών) έναντι σχεδιασμού νέων τεχνολογιών προσαρμοσμένων στις απαι- τήσεις της κλιματικής αλλαγής (π.χ. νέοι κατασκευαστικοί κανονισμοί για καλύ- τερη μόνωση κατοικιών). Αμφότερες οι επενδύσεις έχουν εύκολα υπολογίσιμο κόστος. Για όλες τις παραπάνω κατηγορίες, η κλιματική αλλαγή αναμένεται να αλλάξει δρα- στικά τη δομή των κεφαλαιακών επενδύσεων όπως διαφαίνεται στη συνεχή επί- κληση της ανάγκης για “κλιματικά ανθεκτικές επενδύσεις” (climate resilient investments). Στη σημερινή συγκυρία ύφεσης και δημοσιονομικής στενότητας όμως 75 δεν μπορεί να δικαιολογηθεί μια αυτόνομη πολιτική επενδύσεων προσαρμογής. Οι “κλιματικά ανθεκτικές επενδύσεις” θα ενσωματώνονται όλο και περισσότερο στις επιμέρους κλαδικές πολιτικές (mainstreaming). Αυτό συνεπάγεται βαθιές αλλαγές στον τρόπο λήψης επενδυτικών αποφάσεων, ιδιαίτερα σε επεμβάσεις στις υποδο- μές παραγωγής και διανομής ενέργειας και πόσιμου νερού, τομείς όπου τα κεφα- λαιακά αγαθά τείνουν να έχουν αναμενόμενη οικονομική και φυσική ζωή πολλών ετών (>50). Στην περίπτωση των δημόσιων υποδομών, η ανάπτυξη συστήματος προδιαγραφών κατασκευής και λειτουργίας, προσανατολισμένων στην πρόληψη και απομείωση των επιπτώσεων των κλιματικών αλλαγών, διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό την αξιολόγηση αντίστοιχων επενδυτικών σχεδίων. Στις περιπτώσεις όμως προτάσεων δημόσιας χρηματοδότησης ιδιωτικών, Δημοτικών ή Περιφερειακών φο- ρέων, τότε οι ιδιαιτερότητες των προσαρμοστικών επενδύσεων, όπως αναλύονται παρακάτω, θέτουν σοβαρά ζητήματα τεχνογνωσίας και πληροφόρησης. Ο μεγάλος βαθμός αβεβαιότητας είναι μια βασική ιδιαιτερότητα των προσαρμοστι- κών επενδύσεων. Οι αβεβαιότητες για το χρόνο εμφάνισης και τη σοβαρότητα των κλιματικών επιπτώσεων δυσχεραίνουν ουσιαστικά την αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων προσαρμογής και των πηγών χρηματοδότησής τους. Μέχρι πρόσφατα, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή εθεωρείτο αποκλειστικά ένα ζητούμενο των μελλοντικών επιχειρηματικών αποφάσεων: με βάση μία κατά φάσεις διαχείριση του κινδύνου (iterative risk management), προέκυπτε ένα “προσαρμοστικό” σχέδιο κλι- ματικής προσαρμογής (‘adaptive’ adaptation framework), συνήθως για τη χρονική περίοδο 2030-2050. Σε αντίθεση με την παραπάνω αντίληψη, η κλιματική αλλαγή θεωρείται σήμερα – μετά και από τη δημοσίευση της 5ης τεχνικής αναφοράς του IPCC - ένας δυναμικά εξελισσόμενος παράγοντας κινδύνου: γίνεται αισθητός μέσω της τρέχουσας κλιματικής μεταβλητότητας και μεταλλάσσεται σταδιακά προς μια αβέβαιη βεντάλια μελλοντικών επιπτώσεων. Αντίστοιχα, η επιλογή του χρόνου και του είδους των επενδύσεων προσαρμογής δεν αφορά μόνο το ερώτημα: τι είδους επένδυση και πότε; αλλά επικεντρώνεται σε ένα χαρτοφυλάκιο επενδύσεων για ένα μεγαλύτερο χρονικό φάσμα ξεκινώντας από σήμερα μέχρι τους ορίζοντες 2030- 2050. Το πρόβλημα επιλογής επενδύσεων προσαρμογής γίνεται ταυτόχρονα ένα σημερινό πρόβλημα της επιχειρηματικής στρατηγικής και του Προγράμματος Δημο- σίων Επενδύσεων. Συνεπώς, το σύνολο των επενδυτικών επιλογών οφείλει να ε- μπλουτίζεται με μέτρα χαμηλής ή και μηδενικής πιθανότητας να χαρακτηριστούν εκ των υστέρων ως λανθασμένες επιλογές (low/no regret measures). Λόγω του μεγέθους τους, οι περισσότερες επενδύσεις προσαρμογής υπόσχονται ένα διπλό μέρισμα: πέρα από τα οφέλη που παράγουν στο συγκεκριμένο τομέα και για τη συγκεκριμένη επίπτωση για την οποία προορίζονται, πολλές φορές παράγουν δευτερογενείς επιπτώσεις σε παραπλήσιους («γειτονικούς») τομείς ως «εξωτερικό- τητες» (Skourtos et al. 2014), όπως για παράδειγμα η κατασκευή προβόλων για την προστασία των ακτών από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας μπορεί να έχει θε- τική επίδραση στην αλιεία (μέσω της δημιουργίας τεχνητών οικοτόπων για τα α- λιεύματα) ή/και στον τουρισμό (λόγω αισθητικών παρεμβάσεων) ενώ οι διατομεα- κές αυτές επιπτώσεις μπορεί να είναι αρνητικές αν π.χ. η αισθητική των προβόλων μειώνει την ελκυστικότητα των ακτών για τους τουρίστες. Σε κάθε περίπτωση, οι διατομεακές επιπτώσεις των προσαρμοστικών επενδύσεων σπάνια λαμβάνονται υπόψη στη διαδικασία κοστολόγησης, αξιολόγησης και τελικά ιεράρχησης των προ- 76 τεινόμενων επενδυτικών σχεδίων προσαρμογής. Εάν οι διατομεακές επιπτώσεις ε- νός έργου μπορούν εύκολα να εκφραστούν σε χρηματικούς όρους, τότε το πρόβλη- μα μπορεί να ξεπεραστεί προσθέτοντας (ή αφαιρώντας) κάθε θετική (ή αρνητική) διατομεακή επίπτωση από το συνολικό κόστος του έργου. Αυτό όμως δεν είναι πά- ντα δυνατό με συνέπεια να απομένει μόνο η οδός της ποιοτικής (υποκειμενική) ε- κτίμησης των αντίστοιχων μεγεθών. Ο προσδιορισμός του κόστους και του οφέλους των προσαρμοστικών επενδύσεων στηρίζεται συνήθως στην εκτίμηση των αντίστοιχων χρηματοοικονομικών ροών (Watkiss et al. 2015). Σε συνάρτηση με το χρονικό ορίζοντα του έργου, το επενδυτι- κό κόστος εκφράζεται ως Καθαρή Παρούσα Αξία (ΚΠΑ) και/ή ως ετήσια ισοδύναμα (annuities). Ο υπολογισμός τόσο της ΚΠΑ όσο και των ετησίων ισοδυνάμων προϋ- ποθέτει την επιλογή επιτοκίων προεξόφλησης. Η επιλογή ενός κατάλληλου (κοινω- νικού) επιτοκίου προεξόφλησης είναι ζωτικής σημασίας για παρόμοιες μακροχρόνι- ες εκτιμήσεις. Η οικονομική θεωρία και πρακτική δεν είναι σε θέση να δώσουν μια τελική απάντηση σχετικά με την επιλογή του κατάλληλου (κοινωνικού) επιτοκίου προεξόφλησης καθότι, στην ουσία του, το θέμα αντανακλά την ηθική μας στάση απέναντι στις μελλοντικές γενεές. Για παράδειγμα, ο ΟΟΣΑ προτείνει για τις μακρο- χρόνιες επενδύσεις επιτόκιο προεξόφλησης μεταξύ 3 και 12% (OECD, 2007). Η ΕΕ συνιστά τη χρήση ενός επιτοκίου προεξόφλησης ύψους 5% σε πραγματικές τιμές ως ενδεικτική τιμή αναφοράς για τα έργα δημόσιων επενδύσεων που συγχρηματοδο- τούνται από τα Ταμεία (Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, Γενική Γραμματεία Επενδύσεων και Ανάπτυξης 2009) αλλά δέχεται και χαμηλότερα επιτόκια σε περι- πτώσεις πολύ μακρινών οριζόντων, όπως αυτή της κλιματικής αλλαγής (European Commission, 2005). Σε συμφωνία με τη διεθνή πρακτική στις αντίστοιχες μελέτες διεθνώς θεωρούμε ένα επιτόκιο προεξόφλησης 1% έως 3% ως το πλέον κατάλληλο για τις επενδύσεις κλιματικής προσαρμογής. Επίσης, λόγω του μεγέθους τους, οι περισσότερες επενδύσεις προσαρμογής είναι λογικό να δημιουργούν σε πολλές περιπτώσεις αισθητά ζητήματα ευθυδικίας και περιφερειακών/κοινωνικών ανισοτήτων. Η ανταπόκριση των πολιτών στις επιπτώ- σεις της κλιματικής αλλαγής και οι από αυτούς ενεργοποιούμενες στρατηγικές αντι- μετώπισής τους καθορίζονται από το κυρίαρχο πολιτισμικό πλαίσιο. Συνεπώς, η δι- ερεύνηση των επιπτώσεων των επενδύσεων κλιματικής προσαρμογής στην κοινω- νία (επιπτώσεις στη φτώχεια και στον κοινωνικό αποκλεισμό) και η ενσωμάτωση των επιπτώσεων αυτών στις προσεγγίσεις ιεράρχησης και αξιολόγησης που θα προ- κριθούν, είναι ζητήματα που πρέπει να στηρίζονται σε ευρεία και συστηματική δια- βούλευση με τους θιγόμενους κοινωνικούς εταίρους. Μέσα από τη διαβούλευση θα προκύψουν τα κριτήρια προσδιορισμού της κοινωνικής αποδοχής των μέτρων και του βαθμού συμβολής τους στην ευρύτερη κοινωνικό-οικονομική ανάπτυξη του το- μέα/περιφέρειας. 77 5.3 Μέθοδοι αξιολόγησης και ιεράρχησης των επενδύσεων Η αξιολόγηση και ιεράρχηση των επενδύσεων κλιματικής προσαρμογής αποτελεί, σύμφωνα με τα παραπάνω, ένα σύνθετο πρόβλημα. Βασικές μέθοδοι αξιολόγησης και ιεράρχησης είναι η ανάλυση κόστους-οφέλους, η ανάλυση κόστους- αποτελεσματικότητας, η ανάλυση κινδύνου, η πολυκριτηριακή ανάλυση αποφάσε- ων, η ανάλυση πραγματικών δικαιωμάτων προαίρεσης ενώ οι παραδοσιακές ανα- λυτικές τεχνικές εμπλουτίζονται με εργαλεία ποσοτικοποίησης της αβεβαιότητας, των διατομεακών και κοινωνικών επιπτώσεων κ.ά. Επισημαίνεται, ότι από καθαρά αναλυτική άποψη, οι μέθοδοι πρέπει να διακρίνονται από συστηματικότητα. Τα ερ- γαλεία και οι υποθέσεις εργασίας της μεθόδου πρέπει να διακρίνονται για τη συ- στηματικότητα τους και άρα να μπορούν να εφαρμοσθούν σε παρόμοιες περιπτώ- σεις. Αυτό εξασφαλίζει την τυποποίηση και τη ‘μεταφορά’ των αποτελεσμάτων προηγουμένων μελετών σε ανάλογες περιπτώσεις, εάν αυτό απαιτούν οι χρονικοί και χρηματοδοτικοί περιορισμοί. Η συσσώρευση μελετητικής εμπειρίας, σε συνδυ- ασμό με την ανάπτυξη του μεθοδολογικού εργαλείου της μετά-ανάλυσης των ε- μπειρικών πρωτογενών δεδομένων, καθιστά σήμερα τη μεταφορά και προσαρμογή παλαιότερων δεδομένων σε νέες, αντίστοιχες περιπτώσεις αξιολόγησης (data transfer), μια αξιόπιστη εναλλακτική χαμηλού κόστους. Οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι πρέπει επίσης να διακρίνονται από πρακτικότητα: Σε σχέση με τις μη οικονομικές, η εφαρμογή των οικονομικών μεθόδων μπορεί να είναι χρονοβόρα και απαιτητική σε χρηματοδοτικά μέσα, ιδιαίτερα εάν περιλαμβά- νουν τη διακίνηση ερωτηματολογίων σε δείγματα του πληθυσμού. Ταυτόχρονα ό- μως, η ποσοτική έκφραση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης σε ένα χρηματικό μέγεθος προσιδιάζει περισσότερο στη ‘γλώσσα’ του κοινού και των ληπτών αποφά- σεων, καθιστώντας δυνατή τη σύγκριση κόστους/οφέλους του έργου. Συχνά βέβαια η εκτίμηση του κόστους και του οφέλους ενός έργου εκφράζεται με ένα εύρος τι- μών. Ένα μειονέκτημα όμως των οικονομικών μεθόδων είναι η παράλειψη μιας σει- ράς ‘μη απτών’ επιπτώσεων (π.χ. κοινωνικών) για τις οποίες ίσως μόνο ποιοτικές εκτιμήσεις θα ήταν δυνατές. Στην περίπτωση αυτή οι πολυκριτηριακές προσεγγίσεις μπορούν να δράσουν συμπληρωματικά των μεθόδων κόστους οφέλους. Με την παρούσα, ελλιπή κατάσταση της διαθέσιμης πληροφορίας μας για πολλές πτυχές του περιβάλλοντος, μια τέτοια ‘μίξη’ οικονομικών μεγεθών και φυσικών δει- κτών ίσως αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη μορφή παρουσίασης των αποτελεσμά- των της κλιματικής αξιολόγησης στους λήπτες αποφάσεων. Οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι πρέπει επίσης να διακρίνονται από συμβατικότητα με στρατηγικές επιλογές. Η διαδεδομένη αντίληψη στο θέμα αυτό είναι ότι οι οικο- νομικές μέθοδοι δεν προωθούν όσο θα έπρεπε το στρατηγικό στόχο της βιώσιμης ανάπτυξης και ότι η εμμονή σ’ αυτές μπορεί να οδηγήσει σε μία καθυστέρηση όσον αφορά τη περιβαλλοντική και κλιματική πολιτική. Αδυνατώντας να συμπεριλάβουν όλο το φάσμα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων στη διαδικασία αξιολόγησης, και στηριζόμενοι αποκλειστικά στο κριτήριο της οικονομικής αποτελεσματικότητας, οι μέθοδοι αυτοί μπορεί να αποκλείσουν προσαρμοστικές επενδύσεις, οι οποίες στη βάση μιας πολυκριτηριακής ανάλυσης ίσως γινόταν αποδεκτές. 78 Σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σύγχρονης πρακτικής της αξιολόγησης επενδύσεων, ο χρήστης είναι αναγκασμένος να επιλέξει μεταξύ των διαθέσιμων μεθόδων, στη βάση δύο κρίσιμων μεταβλητών: α) της φύσης και του αριθμού των κριτηρίων αξιο- λόγησης και β) του είδους της διαθέσιμης πληροφορίας. Τα κριτήρια μπορούν να αφορούν στην οικονομική αποτελεσματικότητα, στην κοινωνική ισότητα, στην άρση περιφερειακών ανισοτήτων, κ.λπ. Η διαθέσιμη πληροφορία μπορεί να είναι ποσοτι- κή ή ποιοτική. Παράλληλα, παράγοντες όπως η φύση του υπό αξιολόγηση έργου, οι χρονικοί και χρηματοδοτικοί περιορισμοί, οι νομικές και διοικητικές απαιτήσεις συ- νεπηρεάζουν την επιλογή της μεθόδου. Τα αποτελέσματα των μελετών ιεράρχησης και αξιολόγησης μπορούν να διαφέρουν ως προς το εύρος τους, δηλαδή να αφορούν σε σχέδια ευρύτερης παρέμβασης ή σε συγκεκριμένα έργα. Παρά τη διάκριση ως προς το εύρος, θα πρέπει να ακολουθούν παρόμοια μεθοδολογία και να εντάσσονται σε ιεραρχικό σύστημα μελετών σκοπι- μότητας προσαρμογής: α) μελέτες στρατηγικού χαρακτήρα με μακροοικονομικό πε- ριεχόμενο (πρώτο επίπεδο), β) μελέτες σε περιφερειακό επίπεδο ή σε κλαδικό επί- πεδο (δεύτερο επίπεδο), γ) μελέτες συγκεκριμένων παρεμβάσεων (τρίτο επίπεδο). Η ιεραρχική δομή θα διασφαλίζει συνεκτικότητα και ολοκλήρωση των μελετών στο πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής για την προσαρμογή. Οι μελέτες θα αναφέρο- νται χωριστά και με διαφορετική λεπτομέρεια ως προς τη μεθοδολογία στις δύο κα- τηγορίες πολιτικών προσαρμογής, δηλαδή στις πολιτικές που εντάσσονται σε τρέ- χουσες πολιτικές και σε εκείνες που έχουν κύριο στόχο την προσαρμογή και έχουν αυτόνομο χαρακτήρα. Επίσης, οι μελέτες θα περιλαμβάνουν εκτίμηση των οικονο- μικών πόρων, την προέλευση των πόρων, τις επιπτώσεις σε κλάδους, οικονομικούς παράγοντες και τη δραστηριότητα, τις τυχόν αρνητικές επιπτώσεις από διαφορετική χρήση των πόρων, καθώς και την οικονομική αποτίμηση της αποφυγής κινδύνων και ζημιών από την κλιματική αλλαγή. Οι μελέτες θα πρέπει να συγκρίνουν εναλλα- κτικές λύσεις ενώ επίσης θα αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την υιοθέτηση πολιτικών και μέτρων προσαρμογής και θα τίθενται σε δημόσια διαβούλευση. Οι μελέτες περιλαμβάνουν και εκπόνηση στρατηγικών σχεδίων πορείας (roadmaps) είτε κατά τομέα είτε συνολικά, τόσο για την προσαρμογή όσο και για το συνδυασμό προσαρμογής και μετριασμού. Η εκπόνηση σχεδίων μακροχρόνιου σχεδιασμού εί- ναι πιο αποδοτική και συνεκτική όταν χρησιμοποιούνται μαθηματικά μοντέλα οικο- νομικού περιεχομένου για τη συστημική ανάλυση και την ανάλυση επιπτώσεων. Τα μαθηματικά μοντέλα υπολογίζουν ποσοτικά προβλέψεις εξέλιξης των συστημάτων (οικονομίας, πληθυσμού, υποδομών κλπ) στο πλαίσιο σεναρίων εξέλιξης που ενσω- ματώνουν εναλλακτικές πολιτικές. Από τη σύγκριση των σεναρίων προκύπτουν πο- σοτικές εκτιμήσεις των επιπτώσεων, αρνητικών και θετικών. Οι εκτιμήσεις αυτές τροφοδοτούν την ανάλυση κόστους-οφέλους. Το βασικό μοντέλο, στο οποίο ενσω- ματώνονται κατάλληλα μοντέλα κατά τομέα, είναι το μοντέλο γενικής οικονομικής ισορροπίας, το οποίο περιλαμβάνει πολλούς τομείς της οικονομίας, τη διαμόρφωση των εισροών στους παραγωγικούς τομείς κατά συντελεστή παραγωγής (με έμφαση στο κεφάλαιο και την εργασία), τη διαμόρφωση της κατανάλωσης και των επενδύ- σεων καθώς και τα δημοσιονομικά στοιχεία και τα εργαλεία πολιτικής. Η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή θα απαιτήσει πολλαπλές επενδύσεις σε δια- φορετικούς τομείς, με συχνά συμπληρωματικούς στόχους υπό το καθεστώς έντονης αβεβαιότητας για κρίσιμες παραμέτρους του προβλήματος. 79 Όπου οι επενδύσεις αφορούν επεμβάσεις σε κτιριακό ή μηχανολογικό εξοπλισμό, οι οποίες πρέπει να συμμορφώνονται σε τεχνικούς ‘κανονισμούς’ και προδιαγραφές, η ιεράρχηση και αξιολόγηση των εναλλακτικών επιλογών διευκολύνεται τα μέγιστα και, ίσως, η διαδικασία που περιγράφεται στην ενότητα αυτή να καθίσταται μη α- ναγκαία. Στις περισσότερες των περιπτώσεων όμως, οι επενδύσεις για την κλιματική προ- σαρμογή θα απαιτήσουν στο μέλλον μια διεξοδική συγκέντρωση τεχνοοικονομικών δεδομένων με στόχο την ιεράρχηση και αξιολόγησή τους. Ιδιωτικοί και δημόσιοι φορείς αξιολόγησης επενδυτικών προτάσεων θα πρέπει να επιλέξουν και να εφαρ- μόσουν μία από τις μεθόδους παίρνοντας υπόψη μια σειρά παραμέτρων κόστους και αποτελέσματος. Μία εκτίμηση των βασικών προσεγγίσεων αναφορικά με τις απαιτήσεις σε πληρο- φορία και τεχνογνωσία δίνεται στον παρακάτω πίνακα. Διαχείριση Εστίαση σε Απαιτήσεις Απαιτήσεις Διαχείριση Συμβατότητα θεμάτων Μέθοδος οικονομικά σε τεχνο- σε αβεβαιότη- με διοικητική ευθυδικίας μεγέθη γνωσία δεδομένα τας πρακτική και ισότητας Ανάλυση κόστους – +++ +++ +++ + + ++ οφέλους Ανάλυση κόστους – αποτελε- ++ ++ ++ + - +++ σματικότητας Ανάλυση κινδύνου + +++ +++ +++ - + Πολυκριτηριακή Ανάλυση Αποφάσε- + ++ ++ + +++ +++ ων Ανάλυση πραγματι- κών δικαιωμάτων ++ +++ +++ +++ - + προαίρεσης Πίνακας τυποποίησης μεθόδων αξιολόγησης αναφορικά με τις απαιτήσεις σε πληροφορία και τεχνογνωσία. 5.4 Ενσωμάτωση προσαρμοστικών πολιτικών σε ευρύτερες πολιτικές Οι προσαρμοστικές πολιτικές πρέπει να ενσωματώνονται σε ευρύτερες πολιτικές όπως: πολιτικές διαχείρισης φυσικών καταστροφών, πολιτικές τροφίμων, πολιτικές υποδομών, ενεργειακή πολιτική, πολιτική για τις μεταφορές, πολιτική για τον του- ρισμό, πολιτική για την ποιότητα ζωής στις πόλεις, κλπ. (π.χ. η ΕΣΠΚΑ οφείλει να ε- νισχύει και συνδράμει την υλοποίηση των εθνικών στόχων για προστασία της βιο- ποικιλότητας και των φυσικών ενδιαιτημάτων όπως αυτοί εκφράζονται στην Εθνική Στρατηγική και Σχέδιο Δράσης για τη Βιοποικιλότητα). Η βασική οδός για την υλοποίηση της παραπάνω απαίτησης είναι η ενσωμάτωση του κριτηρίου «κλιματικά ασφαλής επένδυση» σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφά- σεων για αδειοδότηση και χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων. 80 Οικιστικές περιοχές, περιοχές τουρισμού, καθώς και ενεργειακές, συγκοινωνιακές, εγγειοβελτιωτικές, υδρολογικές, κλπ. υποδομές αποτελούν επί μέρους τομείς για τους οποίους εφαρμόζεται το κριτήριο της «κλιματικά ασφαλούς επένδυσης» ενώ απαιτείται και εξειδίκευση του κριτηρίου κατά τομέα επένδυσης στη νομοθεσία και τις κανονιστικές διατάξεις. Επιπλέον, λόγω του μεγάλου χρόνου ζωής των υποδο- μών και της εντάσεως κεφαλαίων που απαιτούνται, είναι αναγκαίο η ενσωμάτωση να γίνει έγκαιρα. Η πολιτική της προσαρμογής συνδυάζεται με την πολιτική του μετριασμού, δηλαδή της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, με έμφαση στη μείωση της χρή- σης ορυκτών καυσίμων. Η πολιτική του μετριασμού συνίσταται κυρίως σε επενδύ- σεις, όπως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σύγχρονες υποδομές δικτύων, παρεμβά- σεις εξοικονόμησης στο οικιστικό περιβάλλον, εξηλεκτρισμός των μεταφορών, πα- ραγωγή βιο-καυσίμων, κ.λπ. Όλες αυτές οι παρεμβάσεις είναι εντάσεως κεφαλαίου και επομένως είναι αναγκαίο και αυτές να ικανοποιούν το κριτήριο της ‘κλιματικά ασφαλούς επένδυσης’. Ο μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμός είναι εκ των πραγμάτων άμεσα συνυφα- σμένος με τη στρατηγική της προσαρμογής. Επίσης, ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στην πολιτική της χωροταξίας, κυρίως για τις οικιστικές περιοχές, αλλά και τις τουριστι- κές και βιομηχανικές περιοχές. Αναμένεται οι οικιστικές περιοχές να επιβαρυνθούν λόγω ανόδου θερμοκρασίας και του δυσμενούς μικροκλίματος στις πόλεις ενώ αυ- ξημένοι είναι και οι κίνδυνοι για πλημμύρες και ακραία φαινόμενα. Παράλληλα, η στρατηγική μετριασμού περιλαμβάνει σημαντικές παρεμβάσεις εξοι- κονόμησης ενέργειας στα κτίρια και ήπιας/πράσινης ανάπτυξης στις πόλεις. Οι πα- ρεμβάσεις προσαρμογής και μετριασμού, ιδίως στις πόλεις, έχουν επομένως συνέρ- γειες αλλά και ζητήματα συμβατότητας και επομένως πρέπει να σχεδιασθούν από κοινού. Αντίστοιχες συνέργειες και συμβατότητες υφίστανται για τις πολιτικές αυτές και για τη χωροταξία σχετικά με τουριστικές και βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Συμπερασματικά, είναι επιθυμητή η εκπόνηση τομεακών στρατηγικών σχεδίων και κανονιστικών κειμένων ώστε να εξειδικευθεί η εφαρμογή του κριτηρίου της κλιμα- τικά ασφαλούς επένδυσης σε κάθε τομέα επενδύσεων και υποδομών. Σε ένα γενικότερο επίπεδο, η υλοποίηση της ΕΣΠΚΑ προϋποθέτει την ενσωμάτωση των στόχων της στα ευρύτερα πλαίσια μιας στρατηγικής μετασχηματισμού για και- νοτόμο και κυκλική ελληνική οικονομία. Αν και η κοινοτική στρατηγική για μια κυ- κλική οικονομία αφορά πρωτίστως την διαχείριση και ανακύκλωση των αποβλήτων (βλ. EC 2015), η ΕΣΠΚΑ φιλοδοξεί να συνδέσει την έννοια της κυκλικότητας των πα- ραγωγικών και καταναλωτικών μας επιλογών με ζητήματα κλιματικής προσαρμο- γής. Το ίδιο ισχύει και για τις δυνατές συνέργειες της ΕΣΠΚΑ με την Οδηγία-πλαίσιο 2008/56/ΕΚ για τη θαλάσσια στρατηγική (http://www.ypeka.gr/Default.aspx? tabid=254&language=el-GR). Βάσει των ανωτέρω, και τα ΠεΣΠΚΑ θα πρέπει να λά- βουν υπόψη τις δυνατότητες της ΕΣΠΚΑ για οριζόντιες συνέργειες με ευρύτερες, αναπτυξιακές και περιβαλλοντικές πολιτικές. 81 5.5 Η διεθνής (διασυνοριακή) διάσταση της προσαρμογής Η βάση της διεθνούς κλιματικής πολιτικής, αναφορικά με το συμβατικό της χαρα- κτήρα, αποτελείται από την Σύμβαση-Πλαίσιο των ΗΕ για τη Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC – UN Framework Convention on Climate Change) και το επισυναπτόμενο αυτής Πρωτόκολλο του Κιότο. Η Σύμβαση-Πλαίσιο τέθηκε σε ισχύ δύο χρόνια μετά την υπογραφή της και σήμερα αριθμεί 194 συμβαλλόμενα μέρη (http://unfccc.int/). Το άρθρο 2 της Σύμβασης-Πλαίσιο αναφέρεται στην υποχρέωση των συμβαλλομέ- νων μερών να σταθεροποιήσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, έτσι ώστε να αποφευχθεί η επικίνδυνη ανθρωπογενής παρέμβαση στο κλιματικό σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να διασφαλίσουν πως η προκληθείσα από τον άνθρωπο κλιματική αλλαγή δεν θα περιορίσει την ικα- νότητα προσαρμογής των οικοσυστημάτων και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων (Sands, 1995). Συνεπακόλουθα, η Σύμβαση-Πλαίσιο σε αυτό το σημείο εγκαθιδρύει τους δύο πυ- λώνες της διεθνούς κλιματικής πολιτικής: το μετριασμό των εκπομπών και την προ- σαρμογή. Τα επόμενα δύο άρθρα της αναφέρονται εμμέσως στην προσαρμογή. Το άρθρο 3, στην τρίτη και τέταρτη παράγραφο, κάνει μνεία στην υποχρέωση των με- ρών, ιδίως των αναπτυγμένων, να συνεργαστούν και να μοιραστούν από κοινού το κόστος της υιοθέτησης των μέτρων προσαρμογής. Ειδικότερα, το 3.1 αναφέρει ότι τα Μέρη του Πρώτου παραρτήματος θα πρέπει να αναλάβουν τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολέμηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και στο 3.2. ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ιδιαίτερες αδυναμίες των αναπτυσσόμενων χωρών. Οι στόχοι που θέτει το άρθρο 4 είναι περισσότερο ποιοτικοί και όχι ποσοτικοί. Η μόνη δέσμευση που υπάρχει αφορά στον ορισμό έτους βάσης ως αναφορά για τη μείωση των εκπομπών (1990)4. Το άρθρο 4.1 είναι κεντρικής σημασίας για τον πυ- λώνα της προσαρμογής, επειδή αναφέρει ότι τα Μέρη θα πρέπει να σχεδιάζουν, εφαρμόζουν, δημοσιοποιούν και επικαιροποιούν εθνικά προγράμματα για την α- ντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής συμπεριλαμβανομένων μέτρων επαρκούς προσαρμογής5. Στην πέμπτη παράγραφο του άρθρου 4.1 επισημαίνεται ότι η προ- σαρμογή είναι ζήτημα διεθνούς συνεργασίας και υποδεικνύει τα μέτρα που θα πρέπει να αναλάβουν τα μέρη, όπως ολοκληρωμένη διαχείριση παράκτιας ζώνης, ορθολογική διαχείριση υδάτινων πόρων, βιώσιμη γεωργία κλπ. 4 Προς αυτή την κατεύθυνση η γενική δέσμευση εξειδικεύεται μόνο στην υποχρέωση των συμβαλλόμενων μερών να τηρούν αρχείο (inventory) των πηγών των εκπομπών τους, καθώς και των φυσικών ταμιευτήρων τους. Επίσης, η χρήση της λέξης «επαρκούς» για τον προσδιορισμό της προ- σαρμογής είναι προβληματική, καθώς δεν υπάρχει ξεκάθαρη ερμηνεία για το πώς καθορίζεται η ε- παρκής προσαρμογή. 5 Βλ. Άρθρο 4.1. όπου ορίζεται μεταξύ άλλων, ότι «τα συμβαλλόμενα μέρη προωθούν και συνεργάζονται για την ανάπτυξη, την εφαρμογή και τη διάδοση, συμπεριλαμβανομένης της μεταφο- ράς τεχνολογιών, πρακτικών και διαδικασιών που ελέγχουν ή μειώνουν ή αποτρέπουν τις ανθρωπο- γενείς εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που δεν ελέγχονται από το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, σε όλους τους σχετικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων των τομέων της ενέργειας, των μεταφορών, της βιομηχανίας, της γεωργίας, της δασοκομίας και της διαχείρισης των αποβλήτων». 82 Στην αμέσως επόμενη παράγραφο του άρθρου 4.1, το κείμενο της Σύμβασης- Πλαίσιο καλεί τα Μέρη να σχεδιάσουν προσεκτικά τις δράσεις τους, καθώς ελλο- χεύει πάντα ο κίνδυνος αντί να βελτιώσουν την κατάσταση να προκαλέσουν περισ- σότερα προβλήματα και δυσλειτουργίες, κάτι το οποίο είναι ευρύτερα γνωστό ως κακή προσαρμογή (maladaptation). Πολλές και σημαντικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έχουν περιφερειακό και διασυνοριακό χαρακτήρα. Οι άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις δημιουργούν αλληλε- ξαρτήσεις μεταξύ κρατών, όπως για παράδειγμα στα θέματα των υδάτων οι υδρο- λογικές αλλά και κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις, και επομένως θα πρέπει να βρεθεί τρόπος από κοινού διαχείρισης. Καθώς η Ελλάδα μοιράζεται τόσο σημαντι- κούς υδάτινους πόρους όσο και ορεινούς όγκους με σημαντικές δασικές εκτάσεις με τις βόρειες γείτονες χώρες είναι απαραίτητο να υφίστανται δίαυλοι επικοινωνίας τόσο για την ανταλλαγή δεδομένων, όσο και διαδικασιών και πολιτικών προσαρμο- γής στις διασυνοριακές περιοχές (π.χ. το Διασυνοριακό Πάρκο των Πρεσπών απέκτησε θεσμική υπόσταση τον Φεβρουάριο 2010 με την διεθνή συμφωνία που υπεγράφη από την Ελλάδα, Αλβανία και ΠΓΔΜ, αλλά και υπό την «ομπρέλα» της Ε.Ε. Δράσεις σε διασυνοριακό επίπεδο: - αναγνώριση και καταγραφή των διασυνοριακών θεμάτων προσαρμογής, αρχι- κά σε γενικό επίπεδο (υδάτινοι όγκοι, δάση, βιοποικιλότητα, γεωργία, αλιεία) και κατόπιν σε επίπεδο παραδείγματος (Έβρος ποταμός), - δημιουργία διαύλων επικοινωνίας με τις γείτονες χώρες για την ανταλλαγή δε- δομένων και πληροφοριών αρχικά, και κατόπιν για τη διαμόρφωση κοινών δράσεων και στρατηγικών, - δημιουργία κοινών σταθμών συλλογής δεδομένων όπου η παρούσα υποδομή δεν υπάρχει ή δεν επαρκεί, - πληροφόρηση όλων των εμπλεκόμενων στις διασυνοριακές περιοχές υψηλής τρωτότητας και παροχή της απαραίτητης εκπαίδευσης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, - προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων θεσμικών οργάνων των χω- ρών με τις οποίες μοιραζόμαστε τα ίδια προβλήματα, με απώτερο σκοπό τη σύ- ναψη συμφωνιών για τη διαχείρισή τους. Δράσεις σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο: - συμμετοχή και συνεργασία για τη διαμόρφωση στρατηγικών προσαρμογής σε πε- ριοχές με παρόμοια προβλήματα (υδρολογικά προβλήματα στην λεκάνη της Με- σογείου), - συμμετοχή, συνεργασία και προώθηση της διεθνούς συνεργασίας για την κατανό- ηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και την αντιμετώπισή τους. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί η πιο σημαντική διεθνής διάσταση του θέ- ματος που αφορά την “Συμφωνία των Παρισίων”. 83 Τον Δεκέμβριο του 2015, κατά την διάρκεια της 21ης Διάσκεψης των Ηνωμένων Ε- θνών για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC, COP21) που διεξήχθη στο Παρίσι εγκρίθη- κε η ιστορική πλέον “Συμφωνία των Παρισίων” που αποτελεί μια νέα παγκόσμια και νομικά δεσμευτική συμφωνία, στόχος της οποίας είναι να τηρηθεί μια άνοδος της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας για αυτόν τον αιώνα, κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου και να οδηγήσει τις προσπάθειες για τον περιορισμό της αύξησης της θερ- μοκρασίας ακόμη περισσότερο -ει δυνατόν-στους 1,5 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα. Τόσο στα κείμενα της Συμφωνίας των Παρισίων όσο και της Απόφασης COP21 υπάρχουν πολλές αναφορές και υποχρεώσεις των κρατών σε θέματα Κλιματικής Προσαρμογής (βλέπε την ιστοσελίδα του ΥΠΕΝ: http://www.ypeka.gr/Default.aspx?tabid=447&language=el-GR με τα αποτελέσματα της Διάσκεψης COP21 και της Συμφωνίας των Παρισίων). Επισημαίνεται ότι και στην “Ατζέντα 2030 για την Αειφόρο Ανάπτυξη” των Ηνωμέ- νων Εθνών τα κράτη μέλη έχουν δεσμευτεί για την προστασία του πλανήτη από την υποβάθμιση και οφείλουν να αναλάβουν επειγόντως δράση για την κλιματική αλ- λαγή. Έχουν αναπτυχθεί 17 ειδικοί στόχοι Αειφόρου Ανάπτυξης και 169 δράσεις που δείχνουν το μέγεθος και τη φιλοδοξία της νέας αυτής παγκόσμιας πρωτοβουλίας (https://sustainabledevelopment.un.org/post2015/transformingourworld ) Στο πλαίσιο αυτό, σχετικός με θέματα προσαρμογής είναι ο 13ος στόχος της Αειφό- ρου Ανάπτυξης (https://sustainabledevelopment.un.org/topics/climatechange) που συνδέεται με τους προηγούμενους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας (Mil- lennium Development Goals) και εστιάζει στο να “αναληφθεί επείγουσα δράση για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της”, αναγνωρίζο- ντας παράλληλα ότι η Σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος θα είναι το κύριο διεθνές, διακυβερνητικό φόρουμ διαπραγμάτευσης της παγκόσμιας απάντηση στην κλιματική αλλαγή. 5.6 Ενδυνάμωση της προσαρμοστικής ικανότητας: Έρευνα, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση Η ιδιαιτερότητα και κρισιμότητα των κλιματικών φαινομένων απαιτεί θεσμούς και πολίτες ενημερωμένους και ικανούς να σχεδιάσουν το μέλλον τους με ορίζοντα δε- καετιών. Η υπάρχουσα ικανότητά μας όμως να ανταποκρινόμαστε σε ακραίες κλι- ματικές καταστάσεις και στις σταδιακές, μη αντιστρεπτές αλλαγές που αυτές ανα- μένεται να επιφέρουν στον τρόπο ζωής μας, είναι περιορισμένη. Η επιτυχία της Ε- ΣΠΚΑ στηρίζεται ουσιαστικά στην ενδυνάμωση της προσαρμοστικής ικανότητάς μας στις αλλαγές του κλίματος έτσι ώστε να αποφευχθούν όσο γίνεται οι συνέπειές τους στην κοινωνία και την οικονομία της χώρας μας. Η ενδυνάμωση της προσαρμοστικής ικανότητας είναι μια πολυδιάστατη έννοια και περιλαμβάνει τόσο άυλες (π.χ. εκπαίδευση και επιμόρφωση) όσο και υλικές (π.χ. κτιριακές προσαρμογές) παρεμβάσεις. 84 Γενικά, η προσαρμοστική ικανότητα θεωρείται στενά συνδεδεμένη με τη δυνατότη- τα πρόσβασης (ατόμων και θεσμών) σε χρηματο-οικονομικούς πόρους και πληρο- φόρηση. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι από τη φύση της, η ενδυνάμωση της προσαρμοστικής ικανότητας πρέπει να είναι μια δράση εκ των προτέρων και όχι μια ανάδραση στα ήδη συμβαίνοντα καιρικά και κλιματικά φαινόμενα. Η ΕΣΠΚΑ μπορεί να παίξει έναν καθοδηγητικό ρόλο στις δράσεις ενδυνάμωσης της προσαρμοστικής ικανότητας, συνδέοντάς τις με την ευρύτερη στοχοθεσία της. Η εκπαίδευση αποτελεί βασικό μοχλό για τη δημιουργία «κλιματικής συνείδησης και προσαρμοστικής ικανότητας», ιδιαίτερα δε όταν αυτή απευθύνεται στις νεαρό- τερες ηλικίες. Σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει η πρωτοβάθμια και η δευτερο- βάθμια εκπαίδευση να ενισχυθούν με προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, σε θεματολογία σχετιζόμενη με σύγχρονα περιβαλλοντικά προβλήματα. Σε ό,τι α- φορά την ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση, πρέπει να δοθεί έμφαση σε ανάλογα θέματα διδασκαλίας και έρευνας με τη δομική ενίσχυση από φορείς οι οποίοι ερευ- νούν τις κλιματικές αλλαγές, την ατμόσφαιρα και το περιβάλλον γενικότερα. Ο επαγγελματικός προσανατολισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει και στόχους για θέσεις σταδιοδρομίας που σχετίζονται με την πράσινη οικονομία. Έμφαση σε νέες θέσεις στην πολιτική προστασία, στην προστασία των υποδομών κλπ. Τρόποι ενδυνάμωσης της προσαρμοστικής ικανότητας επαγγελματικών ομάδων, κρατικών φορέων και ομάδων ενδιαφέροντος μπορεί να είναι: 1. συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης 2. διάχυση της πληροφορίας και προσβασιμότητα στα κλιματικά δεδομένα 3. σύνδεση και συμπράξεις της επιστημονικής κοινότητας και του ιδιωτικού τομέα 4. επιμόρφωση και δια βίου μάθηση Η πρόοδος στην ενίσχυση της προσαρμοστικής ικανότητας θα πρέπει να παρακο- λουθείται με κατάλληλους δείκτες οι οποίοι ακολουθούν τα έξι (6) στάδια της προ- σαρμοστικής διαχείρισης (adaptive management): Στάδιο 1 - αξιολόγηση του προβλήματος: προσδιορισμός των στόχων διαχείρισης, δείκτες επιτυχίας, επιλογές για δράση, παραδοχές, σημαντικές αβεβαιότητες και εναλλακτικές υποθέσεις Στάδιο 2 - σχεδιασμός δράσεων για έλεγχο παραδοχών – πρόβλεψη αποτελεσμάτων βάσει υφιστάμενου γνωστικού επιπέδου Στάδιο 3 - υλοποίηση των σχεδιαζόμενων δράσεων Στάδιο 4 - παρακολούθηση εφαρμογής και αποτελεσματικότητας: αν υπάρχουν α- ποκλίσεις από το σχέδιο, και που επετεύχθησαν οι στόχοι Στάδιο 5 - αξιολόγηση των αποτελεσμάτων: ποιες ενέργειες ήταν πιο αποτελεσματι- κές, και ποιες παραδοχές πρέπει να γίνουν αποδεκτές (ή να απορριφθούν) Στάδιο 6 - ρύθμιση και αναθεώρηση των αβεβαιοτήτων και παραδοχών και επανά- ληψη διαδικασιών. Παροχή των ευρημάτων σε όλους τους εμπλεκόμενους φο- ρείς. 85 Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της προσαρμοστικής ικανότητας μέσω της βελ- τίωσης της αντοχής των κοινωνικών, οικονομικών και φυσικών συστημάτων έτσι ώστε να μπορούν να αντεπεξέλθουν στην κλιματική αλλαγή χωρίς να καταρρεύ- σουν, θα είναι ουσιαστικής σημασίας για την επιτυχή προσαρμογή της ΕΣΠΚΑ. 5.6.1 Εθελοντισμός Ο εθελοντισμός είναι πλέον ένας διεθνώς καθιερωμένος θεσμός, που συμβάλλει στην αντιμετώπιση, μεταξύ άλλων, διαφόρων κοινωνικών, οικονομικών και περι- βαλλοντικών προβλημάτων και αναπληρώνει τα κενά που υφίστανται λόγω αδυνα- μίας των κρατικών μηχανισμών. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχουν κάνει την εμφάνισή τους πολλές ομάδες και ΜΚΟ (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις) με πληθώ- ρα εθελοντικών δράσεων, με κύρια πεδία εφαρμογής το περιβάλλον, τον πολιτισμό, τις κοινωνικές υπηρεσίες κλπ. Ανεξαρτήτως πεδίου εφαρμογής, οι ΜΚΟ στηρίζουν τη δράση τους στην εθελοντική προσφορά των μελών τους. Ο εθελοντισμός δεν είναι απλά ένας όρος, είναι στάση ζωής και δρα εποικοδομητι- κά στο κοινωνικό στερέωμα, καθώς αφορά όλους, ανεξάρτητα από κοινωνικές και οικονομικές διακρίσεις, προάγει την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στην προάσπι- ση των θεμελιωδών τους δικαιωμάτων και ενδυναμώνει την κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή. Έτσι, σε μια εποχή ολοένα αυξανόμενων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών, η έννοια του εθελοντισμού αποκτά εξέχουσα σημασία, υπογραμμίζοντας την ανά- γκη για κοινωνική αλληλεγγύη και ανιδιοτελή προσφορά στον τομέα της πολιτικής προστασίας, όπου η άμεση παροχή βοήθειας κατά την εκδήλωση τέτοιων φαινομέ- νων είναι επιτακτική. Οι ανάγκες της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή παρέχουν ένα ευρύ πεδίο προσφοράς για τους εθελοντές και τις ΜΚΟ, τόσο όσον αφορά στις απαιτήσεις για βοήθεια σε συγκεκριμένες δράσεις/ενέργειες, όσο και στην ενημέρωση και ευαι- σθητοποίηση των πολιτών. Στο πλαίσιο αυτό, ενδείκνυται η οργάνωση και ο συντο- νισμός των εθελοντικών ΜΚΟ –σε περιφερειακό επίπεδο– ώστε να βελτιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητά τους αναλόγως των συνθηκών της προσαρμογής. Με το Νόμο 3013/2002 περί Αναβάθμισης της Πολιτικής Προστασίας (δες http://www.civilprotection.gr/) θεσμοθετήθηκε το Σύστημα Εθελοντισμού Πολιτικής Προστασίας για την αντιμετώπιση φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών, το ο- ποίο λειτουργούσε πιλοτικά ήδη από το 2001. Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας αποτελεί τον εθνικό φορέα ένταξης Ε- θελοντικών Οργανώσεων (ΕΟ) και Ειδικευμένων Εθελοντών σε Μητρώο που τηρεί για την υλοποίηση του παραπάνω σκοπού. Οι ΕΟ και οι Ειδικευμένοι Εθελοντές πε- ριλαμβάνονται στο δυναμικό της πολιτικής προστασίας αναλαμβάνοντας την υπο- στήριξη δράσεων πρόληψης, αντιμετώπισης και αποκατάστασης καταστροφών. 86 5.7 Διαβούλευση κοινωνικών εταίρων για την προσαρμογή Στην Ευρωπαϊκή Ένωση του 21ου αιώνα η διαβούλευση κρίσιμων εθνικών επιλογών με τους κοινωνικούς εταίρους αποτελεί τεκμήριο δημοκρατικότητας και παράγο- ντας επιτυχούς εφαρμογής. Οι επιλογές τις οποίες καλούμαστε να αναλάβουμε μέσω της ΕΣΠΚΑ αποτελούν ζη- τήματα ζωτικής σημασίας για την σημερινή και μελλοντική ευημερία των πολιτών. Η ΕΣΠΚΑ, η περαιτέρω εξειδίκευση με τα ΠεΣΠΚΑ, η υλοποίησή τους, η παρακολού- θηση εφαρμογής τους, οι διαδικασίες επικαιροποίησής τους καθώς και κάθε τι άλλο σχετικό, απαιτούν ενημερωμένους πολίτες και φορείς με ισχυρή προσαρμοστική ικανότητα (βλ. ενότητα 5.6). Η δημόσια διαβούλευση σε όλα τα στάδια υλοποίησης της ΕΣΠΚΑ και των ΠεΣΠΚΑ και η εξασφάλιση συμμετοχικών διαδικασιών από το σύνολο της δημόσια διοίκη- σης, της επιστημονικής κοινότητας, των παραγωγικών τάξεων, των ενεργών πολι- τών, κλπ είναι ουσιαστικοί παράγοντες που εγγυώνται την επιτυχή εφαρμογή. Στο πλαίσιο της ανοικτής διακυβέρνησης και με σκοπό να εξασφαλιστεί η πληροφό- ρηση και συμμετοχή τόσο των πολιτών όσο και των φορέων στη διαδικασία δια- μόρφωσης των αποφάσεων, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας παρέχει τη δυνατότητα ηλεκτρονικής διαβούλευσης των σχεδίων νόμων και αποφάσεων του Υπουργείου. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΣΠΚΑ αναρτήθηκε για διαβούλευση στην ιστοσελίδα του Υ- πουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. 5.8 Πρόληψη και Διαχείριση Κινδύνων Σε ότι αφορά στην πρόληψη και διαχείριση κινδύνων που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή, επισημαίνεται ότι ήδη από το 1995, έχει θεσπιστεί ο θεσμός της Πολιτικής Προστασίας (Νόμος 3013/2002), με σκοπό την « προστασία της ζωής, υ- γείας και περιουσίας των πολιτών από φυσικές, τεχνολογικές και λοιπές καταστρο- φές που προκαλούν καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, κατά τη διάρκεια ειρηνικής πε- ριόδου, ο οποίος αποτελεί το βασικό νομοθέτημα της Πολιτικής Προστασίας. Μέσα για την επίτευξη του σκοπού αυτού αποτελούν κυρίως «η εκπόνηση σχεδίων και προγραμμάτων πρόληψης, ανά κατηγορία κινδύνου, η λήψη μέτρων ετοιμότη- τας και η ανάληψη δράσεων πρόληψης, ετοιμότητας, αντιμετώπισης και αποκατά- στασης...» (άρθ. 2, παρ.2). 87 Σύμφωνα με το Γενικό Σχέδιο Πολιτικής Προστασίας με τη συνθηματική λέξη «Ξενο- κράτης» (Υ.Α. 1299/2003), καθορίστηκαν οι θεμελιώδεις αρχές για τον Σχεδιασμό Έκτακτης Ανάγκης, τα επίπεδα ελέγχου και συντονισμού επιχειρήσεων, αλλά και οι υπόχρεοι κατάρτισης σχεδίων Πολιτικής Προστασίας, στους οποίους περιλαμβάνο- νται τόσο φορείς της Κεντρικής Διοίκησης όσο και της Αυτοδιοίκησης. Το Σχέδιο αυ- τό εκτιμά και αξιολογεί τους κινδύνους και επισημαίνει τις ευπαθείς περιοχές, με σκοπό την πληρέστατη σχεδίαση και αποτελεσματικότερη δράση των αρμόδιων υ- πηρεσιών. Επίσης, με το σχέδιο αυτό, καθορίστηκαν αναλυτικά οι αρμοδιότητες των Περιφε- ρειών και των Δήμων/ Κοινοτήτων, καθώς και οι υποχρεώσεις σχεδιασμού για ό- λους τους φορείς (κεντρικούς, περιφερειακούς και τοπικούς). Με το Σχέδιο αυτό επιδιώκεται η διαμόρφωση ενός συστήματος αποτελεσματικής αντιμετώπισης κα- ταστροφικών φαινομένων, με σκοπό την προστασία της ζωής, της υγείας και περι- ουσίας των πολιτών και του φυσικού περιβάλλοντος. Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας έχει συντάξει το Γενικό Σχέδιο ΞΕΝΟ- ΚΡΑΤΗΣ (ΦΕΚ 423/10-4-2003/Β) και εγκρίνει τα ειδικά σχέδια που συντάσσονται από τα αρμόδια υπουργεία και τις περιφέρειες για την αντιμετώπιση των κατα- στροφικών φαινομένων. Περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα: Σχεδιασμός, Διεξαγωγή και Αποτίμη- ση Ασκήσεων Π.Π. στα πλαίσια του Γενικού Σχεδίου Πολιτικής Προστασίας "ΞΕΝΟ- ΚΡΑΤΗΣ" Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας έχει οριστεί ως Συντονιστής για την α- ντιμετώπιση των καταστροφών σε εθνικό επίπεδο, ενώ για τις καταστροφές σε το- πικό και περιφερειακό επίπεδο ορίζονται οι ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού αντίστοιχα. Η αρχή της επικουρικότητας είναι σημαντική στην πολιτική προστασία, γιατί καθο- ρίζει τα κριτήρια ενεργοποίησης του κάθε επιπέδου διοίκησης και την κατανομή αρμοδιοτήτων για όλες τις φάσεις του κύκλου διαχείρισης έκτακτων αναγκών, μετα- ξύ κεντρικής διοίκησης, αποκεντρωμένης διοίκησης, περιφερειακής αυτοδιοίκησης και δήμων. Οι αλλαγές που δρομολογήθηκαν με το πρόγραμμα «Καλλικράτης», δημιούργησαν ένα διαφορετικό πλαίσιο για την πολιτική προστασία σε τοπικό / περιφερειακό επί- πεδο, ανοίγοντας νέες προκλήσεις όσον αφορά στις δομές, τον σχεδιασμό, το προ- σωπικό, τις αρμοδιότητές του και τον εξοπλισμό που θα διαθέτουν οι νέες Περιφέ- ρειες και οι νέοι Δήμοι. Η Γενική Γραμματεία Προστασίας έχει προβεί εδώ από το 2009 στη σύνταξη σχεδί- ων έκτακτης ανάγκης ανά φυσική καταστροφή (πλημμύρες κλπ) της κάθε Περιφέ- ρειας και Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και έχει εκδώσει σχετικό εγχειρίδιο. Το εγχειρίδιο ευρίσκεται στην ιστοσελίδα : http://civilprotection.gr/sites/default/gscp_uploads/EgxiridioSxedionEA_PerifNA2 009_el_GR_1.pdf. Έχει επίσης εκδοθεί εγχειρίδιο σύνταξης και εναρμόνισης ειδικών σχεδίων ανά φυ- σική καταστροφή σε επίπεδο Υπουργείου ή άλλου κεντρικού φορέα. 88 Η αντιμετώπιση των νέων αυτών προκλήσεων, τόσο σε περιφερειακό/τοπικό, στο πλαίσιο της διοικητικής μεταρρύθμισης του Προγράμματος «Καλλικράτης» όσο και σε κεντρικό επίπεδο, στο πλαίσιο του αναμορφωμένου Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας της Ε.Ε., λαμβάνοντας υπόψη και όλα τα νέα δεδομένα από τις επιπτώ- σεις της Κλιματικής Αλλαγής, αποτελούν μια από τις σημαντικές προκλήσεις της νέ- ας Προγραμματικής Περιόδου. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην πρωτοβουλία “Sendai framework for disaster risk reduction” (http://www.unisdr.org/we/coordinate/sendai-framework) Το “Sendai framework” για τη Μείωση του Κινδύνου Καταστροφών 2015-2030 (α- ναφέρεται και ως “Πλαίσιο-Σεντάι”) είναι η πρώτη μεγάλη διεθνής συμφωνία για την “Ανάπτυξη μετά το 2015”, με επτά στόχους και τέσσερις προτεραιότητες για δράσεις. Εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ μετά την 3η Παγκόσμια Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών το 2015 για τη μείωση των κινδύνων καταστροφών (WCDRR). Το “Sendai framework” είναι μια 15ετής, εθελοντική, μη δεσμευτική συμφωνία που αναγνωρίζει ότι το κράτος έχει τον πρωτεύοντα ρόλο για τη μείωση του κινδύνου καταστροφών, αλλά ότι η ευθύνη θα πρέπει να διαμοιραστεί με άλλα ενδιαφερόμε- να μέρη, συμπεριλαμβανομένων : του ιδιωτικού τομέα, της τοπικής αυτοδιοίκησης, και άλλων ενδιαφερόμενων φορέων. Το “Sendai framework” είναι το όργανο που διαδέχεται το “πλαίσιο δράσης του Hyogo” (http://www.unisdr.org/we/coordinate/hfa) για την περίοδο 2005-2015 για βελτίωση της ανθεκτικότητας των εθνών και κοινοτήτων στις καταστροφές. Είναι το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων που άρχισε τον Μάρτιο του 2012 και με διακυβερ- νητικές διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν από τον Ιούλιο 2014-Μάρτιος 2015, οι οποίες υποστηρίζονται από το UNISDR κατόπιν αιτήματος της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΣΠΚΑ προσφέρει στην Πολιτική Προστασία ένα οδηγό τόσο των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής όσο και εναλλακτικών πιθανής αντιμετώ- πισης στα θέματα της προσαρμογής. 5.9 Οι ευρωπαϊκές προσπάθειες για την προσαρμογή στην κλιματική αλ- λαγή Η Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή Το 2013, συμφωνήθηκε η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για την προσαρ- μογή στην κλιματική αλλαγή. Τον Ιούνιο του 2013 υιοθετήθηκαν τα σχετικά Συμπε- ράσματα Συμβουλίου (στην ελληνική γλώσσα): http://register.consilium.europa.eu/doc/srv?l=EL&f=ST%2011151%202013%20INIT 89 Η κοινοτική στρατηγική (που παρουσιάζεται αναλυτικά στην ιστοσελίδα: http://ec.europa.eu/clima/policies/adaptation/what/documentation_en.htm) υπο- στήριξε την ένταξη της διάστασης της προσαρμογής (η διαδικασία σύμφωνα με την οποία οι ανησυχίες προσαρμογής ενσωματώνονται στις υφιστάμενες τομεακές πο- λιτικές της ΕΕ) και χρηματοδοτεί τις δράσεις προσαρμογής στις χώρες. Ενίσχυσε ε- πίσης την έρευνα και την ανταλλαγή πληροφοριών. Το Ευρωπαϊκό Θεματικό Κέντρο για την Κλιματική Αλλαγή και την Προσαρμογή Το Ευρωπαϊκό Θεματικό Κέντρο για την Κλιματική Αλλαγή, τις επιπτώσεις, την ευ- πάθεια και την προσαρμογή (European Topic Centre for Climate Change & Adaptation - ETC/CCA) http://cca.eionet.europa.eu/ είναι μια κοινοπραξία ευρωπαϊ- κών οργανώσεων υπό την ομπρέλα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) για την εκτέλεση ειδικών καθηκόντων – όπως αυτά προσδιορίζονται στο ετή- σιο σχέδιο δράσης του ETC/CCA (AP) – κατά τρόπο συνεπή με τη στρατηγική για το Πολυετές Πρόγραμμα Εργασιών και ειδικά το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του ΕΟΠ στον τομέα των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, την ευπάθεια και την προσαρ- μογή για όλη την Ευρώπη. Συγκεκριμένα, το 2014-2018 η κοινοπραξία ETC/CCA αποτελείται από 14 οργανώ- σεις/εταίρους από χώρες μέλη του ΕΟΠ με επικεφαλής το Iταλικό Eυρωμεσογειακό Κέντρο για την Κλιματική Αλλαγή (CMCC), που συνδυάζουν τη θεματική εμπειρο- γνωμοσύνη τους στον τομέα των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, της τρωτότη- τας και της προσαρμογής (Climate Change Impacts, Vulnerability and Adaptation - CCIVA): http://www.cmcc.it/ Ως εκ τούτου, το ETC/CCA αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ευρωπαϊκού δικτύου πληροφοριών και παρατηρήσεων σχετικά με το περιβάλλον (Eionet), το δίκτυο συ- νεργασίας για τον ΕΟΠ, το οποίο είναι ζωτικής σημασίας για τη συλλογή και οργά- νωση των δεδομένων και την ανάπτυξη και διάδοση των πληροφοριών. Ειδικότερα, το ETC/CCA υποστηρίζει την ανάπτυξη και την εφαρμογή της στρατηγι- κής της ΕΕ για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή, βοηθώντας τον ΕΟΠ στη διατήρηση μιας διαδικτυακής πλατφόρμας που υποστηρίζει μια ευρωπαϊκή προ- σαρμογή στην κλιματική αλλαγή (Κλίμα-ADAPT): http://climate- adapt.eea.europa.eu/ Από τον Ιούνιο του 2014, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες υιοθέτησαν εθνικές στρατηγι- κές προσαρμογής, ενώ πάνω από δέκα είχαν επίσης αναπτύξει ένα εθνικό σχέδιο δράσης (EEA, 2014n). Παρατίθενται ιστοσελίδες με πληροφορίες από ενδεικτικές Ευρωπαϊκές στρατηγικές προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή (στην αγγλική γλώσσα): - Αυστρία: Austrian Strategy for Climate Change Adaptation (May 2013) http://www.lebensministerium.at/dms/lmat/umwelt/klimaschutz/klimapolitik_natio nal/anpassungsstrategie/strategie- kontext/AustrianAdaptationStrategy_Context_FINAL_25092013_v02_online.pdf 90 - Βέλγιο: Belgian Strategy for Climate Change Adaptation (Dec. 2010) http://www.lne.be/themas/klimaatverandering/adaptatie/nationale-adaptatie- strategie/Belgian%20National%20Adaptation%20Strategy.pdf - Γερμανία : German Strategy for Climate Change Adaptation (Dec. 2008) http://www.bmub.bund.de/fileadmin/bmu- import/files/english/pdf/application/pdf/das_gesamt_en_bf.pdf - Κύπρος: Ανάπτυξη Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή http://cypadapt.uest.gr/wp- content/uploads/20141222/MESIMERIS_presentation%201.pdf - Ιρλανδία: Irish Strategy for Climate Change Adaptation (Dec. 2012) http://www.environ.ie/en/Publications/Environment/ClimateChange/FileDownLoad, 32076,en.pdf - Ηνωμένο Βασίλειο: United Kingdom Climate Change Risk Assessment (Jan. 2012) https://www.gov.uk/government/uploads/system/uploads/attachment_data/file/69 487/pb13698-climate-risk-assessment.pdf - Φινλανδία: Finnish Strategy for Climate Change Adaptation (2005) http://www.mmm.fi/attachments/ymparisto/5kghLfz0d/MMMjulkaisu2005_1a.pdf Εκτιμήσεις σχετικά με τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής ή την ευπάθεια είναι διαθέσιμες για τουλάχιστον 21 χώρες, αλλά στις περισσότερες δεν υπάρχουν πλη- ροφορίες όσον αφορά το κόστος σε συνδυασμό με τα τυχόν οφέλη της προσαρμο- γής. Υπάρχει επίσης έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τις επιπτώσεις των ενεργειών διαχείρισης της προσαρμογής στη βιοποικιλότητα, καθώς οι εμπειρικές μελέτες εί- ναι αρκετά σπάνιες (Bonn et al., 2014). Στο σημείο αυτό, πρέπει να επισημανθεί και το “Σύμφωνο των Δημάρχων” (Cove- nant of Mayors) http://www.covenantofmayors.eu/The-Covenant-of-Mayors-for-Climate.html που είναι ένα παράδειγμα προς ένα μοντέλο πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, για την επιτυχή εφαρμογή των τοπικών πολιτικών για την κλιματική αλλαγή. Παρέχει ένα σαφές αλλά ευέλικτο πλαίσιο για την ανάληψη δράσης από την δέσμευση και την προετοιμασία έως και την υλοποίηση των σχεδίων δράσης που επιτρέπει στις τοπι- κές αρχές για την παρακολούθηση και δημοσιοποίηση των στοιχείων τους με ένα δομημένο και συστηματικό τρόπο. Επίσης, η πρωτοβουλία “Δημάρχων για την Προσαρμογή” (Mayors-Adapt) http://mayors-adapt.eu/ που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του Συμφώνου των Δημάρ- χων, εστιάζει συγκεκριμένα στην προσαρμογή των υποδομών και των πολιτικών για την οικοδόμηση πιο βιώσιμων πόλεων. Το Σύμφωνο αναμένεται ότι θα επεκταθεί και πέραν των συνόρων της Ευρώπης. 91 Τέλος, η προώθηση συνεργειών μεταξύ προσαρμογής και μείωσης του κινδύνου καταστροφών είναι επίσης σημαντική. Στην ΕΕ, ο Μηχανισμός Πολιτικής Προστασί- ας περιλαμβάνει συστηματικά την προσαρμογή ως μέρος της κατάρτισης του προ- σωπικού πολιτικής προστασίας και της οικονομικής βοήθειας που παρέχεται για την υποστήριξη δράσεων των κρατών μελών της ΕΕ όσον αφορά την πρόληψη, την ε- τοιμότητα και την ανταπόκριση σε καταστροφές. http://ec.europa.eu/echo/what/civil-protection/mechanism_en 5.10 Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και διεθνής ασφάλεια Τα πρόσφατα κύματα προσφύγων από την Συρία και οι δραματικές εξελίξεις που διαδραματίζονται τόσο στα Ελληνικά νησιά που βρίσκονται στο ανατολικό Αιγαίο όσο και σε αρκετές χώρες της ΕΕ έχουν συγκεντρώσει το ενδιαφέρον της παγκόσμι- ας κοινής γνώμης. Προ ετών, η μαζική έξοδος των ανθρώπων από τη Σομαλία, την Κένυα και την Αιθι- οπία (στα τέλη του 2010 και το 2011), ωθούμενη από τις αλληλένδετες επιπτώσεις της σοβαρής ξηρασίας και του συνεχιζόμενου εμφύλιου πολέμου, ώθησε τα Ηνω- μένα Έθνη και το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρό- σφυγες (UNHCR, 2012) να μελετήσουν τις μακροπρόθεσμες αρνητικές επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή στην Ανατολή και το Κέρας της Αφρικής. Η Ανατολή και το Κέρας της Αφρικής αναμένεται να είναι μία από τις περιοχές που θα είναι ιδιαί- τερα εκτεθειμένες στις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η γεωργική παραγωγή και η ασφάλεια των τροφίμων είναι πιθανό να υπονομευτεί σοβαρά. Οι πολίτες των χωρών τόσο της Ανατολικής όσο και του Κέρατος της Αφρι- κής έχουν ιδιαίτερα χαμηλές ικανότητες για να αντεπεξέλθουν και να προσαρμο- στούν στις προβλεπόμενες τάσεις, καθώς αυτές αντιμετωπίζουν ήδη υψηλά επίπε- δα φτώχειας και είναι κατ’ επανάληψη θύματα των βίαιων συγκρούσεων. Το γεγο- νός ότι τα κράτη της περιοχής συχνά δεν διαθέτουν τους πόρους για να συνδράμουν τους πολίτες σε περιόδους κρίσης τα καθιστά ακόμα πιο ευάλωτα. Αυτό έχει ως α- ποτέλεσμα τις μετακινήσεις πληθυσμών. Η ανθρώπινη κινητικότητα είναι μια σημαντική διαδικασία που έχει χρησιμοποιηθεί για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Οι κλιματικές τάσεις και γεγονότα όχι μόνο έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη γεωργική παραγωγή και την ασφάλεια των τροφίμων, αλλά επίσης, οδηγούν σε επιδείνωση της κοινωνικής συνοχής με εμφά- νιση τοπικών συγκρούσεων για τη νομή και χρήση των φυσικών πόρων. Παράλληλα με τις διαδικασίες υλοποίησης της παγκόσμιας συμφωνίας για το κλίμα, η διεθνής κοινότητα πρέπει επίσης να ενισχύσει την ανθεκτικότητα των κοινωνιών και των μελών τους που είναι ευάλωτες ή/και εκτεθειμένες σε κινδύνους που α- πορρέουν από την κλιματική αλλαγή (Vitel 2015). 92 6. Σύνοψη και συμπεράσματα Η Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠΚΑ) έχει ως κύριο στόχο την τεκμηρίωση της αναγκαιότητας διαμόρφωσης ενός κατάλληλου θεσμικού και οικονομικού πλαισίου για την υποστήριξη των δημόσιων και ιδιωτι- κών δράσεων προσαρμογής στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η διεθνής εμπειρία και η διαθέσιμη πληροφόρηση από τα κράτη-μέλη της ΕΕ μας παρέχουν ικανή πληροφόρηση για τον προβληματισμό πάνω στους βασικούς πυλώ- νες της ΕΣΠΚΑ: την ανάλυση κλιματικής επικινδυνότητας και τρωτότητας της ελληνι- κής επικράτειας, την κριτική ανασκόπηση των εναλλακτικών μέτρων προσαρμογής σε 15 τομείς ενδιαφέροντος, τη παρουσίαση των κυριότερων εργαλείων αξιολόγη- σης προσαρμοστικών επενδύσεων και πολιτικών, τα εργαλεία ενσωμάτωσης της προσαρμοστικής πολιτικής σε ευρύτερες πολιτικές, τη διεθνή διάσταση της προ- σαρμογής, την ενδυνάμωση της προσαρμοστικής ικανότητας, την διαβούλευση κοι- νωνικών εταίρων για την προσαρμογή και τέλος την παρακολούθηση και αναθεώ- ρηση των προσαρμοστικών πολιτικών. Το γενικό πλαίσιο της ΕΣΠΚΑ πρέπει να καταστεί λειτουργικό για τους φορείς υλο- ποίησης του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Η λειτουργικότητα συνεπάγεται εξειδί- κευση, η οποία με τη σειρά της απαιτεί λεπτομερή πληροφόρηση σε χωρική κλίμα- κα και στοχευμένη διαβούλευση με συγκεκριμένους κοινωνικούς εταίρους. Ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η συνεχής παρακολούθηση της εφαρμογής της στρα- τηγικής με τη δημιουργία παρατηρητηρίου παρακολούθησης και ειδικού μηχανι- σμού επιστημονικής υποστήριξης εθνικών/περιφερειακών/τοπικών προσπα- θειών και δράσεων προσαρμογής με την κατάρτιση κατάλληλων δεικτών και ερ- γαλείων. Εκτός από το παρατηρητήριο παρακολούθησης και τον μηχανισμό υποστήριξης, τα επόμενα βήματα προς την υλοποίηση της ΕΣΠΚΑ πρέπει να εστιάζονται: - στην επέκταση της γνωστικής και πληροφοριακής μας βάσης σε θέματα κλιματι- κών επιπτώσεων, - στη σύνδεση της ΕΣΠΚΑ με το υπάρχον πλαίσιο διαχείρισης φυσικών καταστρο- φών, - στην αξιολόγηση και ιεράρχηση των προτεινόμενων από τους φορείς μέτρων, - στη διερεύνηση των δυνατοτήτων χρηματοδότησης των μέτρων από εθνικές και διεθνείς πηγές, - στην κατάρτιση εξειδικευμένων σεναρίων της Ελληνικής οικονομίας και των πλέ- ον τρωτών κλάδων της, - στην ενσωμάτωση των παραπάνω σε εξειδικευμένα περιφερειακά σχέδια δρά- σης και οδικούς χάρτες σε συγκεκριμένους τομείς ενδιαφέροντος, - στη διερεύνηση συγκεκριμένων μέτρων για την ενδυνάμωση της προσαρμοστι- κής ικανότητας φορέων και πολιτών, - στην κατάρτιση σχεδίου αναθεώρησης και προσαρμογής της ΕΣΠΚΑ. 93 Βιβλιογραφία Alexandrakis G., Karditsa A., Poulos S., Ghionis G., Kampanis N.A., 2010. An assess- ment of the vulnerability to erosion of the coastal zone due to a potential rise of sea level: The case of the Hellenic Aegean coast. In Environmental Systems, [Ed. Achim Sydow], in Encyclopedia of Life Support Systems (EOLSS), Developed under the Aus- pices of the UNESCO, Eolss Publishers, Oxford, UK. Alexandrakis, G. and Poulos S.E., 2014. An holistic approach to beach erosion vulner- ability assessment. Sci. Rep. 4, 6078; DOI:10.1038/srep06078. Alexandrakis, G., Ghionis, G., Poulos, S.E., and Kampanis N.A., 2013. GREECE, in Coastal erosion and Protection in Europe: A Comprehensive Overview, E. Pranzini, A. T. Williams (Eds.), EARTHSCAN Ltd, London, UK, 355-377. Alexandrakis, G., Manasakis, C., and Kampanis, N.A., 2015. Valuating the effects of beach erosion to tourism revenue. A management perspective. Ocean & Coastal Management Vol 111 pp 1-11 Asimakopoulos, D.A., M. Santamouris, I. Farrou, M. Laskari, M. Saliari, G. Zanis, G. Giannakidis, K. Tigas, J. Kapsomenakis, C. Douvis, S.C. Zerefos, T. Antonakaki, C. Giannakopoulos (2012): “Modelling the energy demand projection of the building sector in Greece in the 21st century” Energy and Buildings, Volume 49, June 2012, Pages 488-498. Berry, P.M., S. Brown, M. Chen, A. Kontogianni, O. Rowlands, G. Simpson, M. Skourtos (2015), “Cross-sectoral interactions of mitigation and adaptation measures”, Climatic Change 128: 381-393. Bonn, A., N. Macgregor, J. Stadler, H. Korn, S. Stiffel, K. Wolf and N. van Dijk (2014), “Helping ecosystems in Europe to adapt to climate change”, BfN-Skripten 375, Avail- able at: http://www.bfn.de/0502_skripten.html. Climate Change, International Security and the way to Paris 2015, Draft Special Re- port, Philippe VITEL, 9 Sept. 2015, Available at: http://www.actu-environnement.com/media/pdf/news-25462-rapport-philippe- vittel.pdf CoMPi project 2015 (EU Horizon 2020) “Coastal and shallow-water monitoring through innovative low-cost technologies for blue growth in the Mediterranean” για παρακολούθηση και εκτίμηση μετακίνησης ακτογραμμών χαμηλού κόστους Costello, A., M. Abbas, A. Allen, S. Ball, S. Bell, R. Bellamy, S. Friel, N. Groce, A. John- son, M. Kett, M. Lee, C. Levy, M. Maslin, D. McCoy, B. McGuire, H. Montgomery, D. Napier, C. Pagel, J. Patel, J.,A., P. de Oliveira, N. Redclift, H. Rees, D. Rogger, J. Scott, J. Stephenson, J. Twigg, J. Wolff and C. Patterson (2009), “Managing the health ef- fects of climate change”, Lancet 2009; 373. 1693–733. Available at: https://www.ucl.ac.uk/global-health/project-pages/lancet1/ucl-lancet-climate- change.pdf 94 Diakoulaki, D., P. Georgiou, C. Tourkolias, E. Georgopoulou, D. Lalas, S. Mirasgedis, Y. Sarafidis (2007), “A multicriteria approach to identify investment opportunities for the exploitation of the clean development mechanism”. Dobes, L. (2010), “Notes on Applying ‘Real Options’ to Climate Change Adaptation Measures, with Examples from Vietnam”. EC (2015). Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions. Closing the loop - An EU action plan for the Circular Economy. COM(2015) 614/2 Economic Commission for Europe Convention on the Protection and Use of Trans- boundary Watercourses and International Lakes (2009), “Guidance on Water and Adaptation to Climate Change”, Available at: http://www.unece.org/fileadmin/DAM/env/documents/2009/Wat/mp_wat/ECE_M P.WAT_30_E.pdf Erhard-Cassegrain, A., J. Margat (1979), L’eau, matière première. Resources, Utilisa- tions, Besoins et Demandes, Coût et Prix, Prélèvements et Consommations. Aide- mémoire terminologique, B.R.G.M. 78 SGN 674 HYD, Orléans. European Commission (2008), Guide to COST-BENEFIT ANALYSIS of investment pro- jects. European Commission (2009), “Towards a comprehensive climate change agreement in Copenhagen”, COM (2009) 39 final , Brussels, 28.1.2009. European Commission (2010), “Risk Assessment and Mapping Guidelines for Disaster Management”, COMMISSION STAFF WORKING PAPER, SEC(2010) 1626 final, Brus- sels, 21.12.2010. European Commission (2013), “Οn the insurance of natural and man-made disas- ters”, COM (2013) 213 final, GREEN PAPER, Strasbourg, 16.4.2013. European Commission (2013), “Guidance on Integrating Climate Change and Biodi- versity into Environmental Impact Assessment”. European Commission (2013), “Non-paper Guidelines for Project Managers: Making vulnerable investments climate resilient”, DIRECTORATE-GENERAL CLIMATE ACTION. European Environmental Agency 2014. National adaptation policy processes in Euro- pean countries — 2014. EEA Report no. 4/2014, Luxembourg 2014 European Parliament (2007), “Protecting the cultural heritage from natural disas- ters”, Available at: www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/etudes/join/2007/369029/IPOL- CULT_ET(2007)369029_EN.pdf EUROSION, 2001. Coastal erosion – Evaluation of the need for action. Directorate General Environment, European Commission Fabricius, C., Collins S. (2007), “Community-based natural resource management: governing the commons”, Water Policy, 9, Supplement 2, p. 83-97. 95 Finley, T. and R. Schuchard (2009), “Adapting to climate change: A guide for the min- ing industry”, BSR industry series. Available at: http://www.bsr.org/reports/BSR_Climate_Adaptation_Issue_Brief_Mining.pdf Ford, J., T. Pearce, J. Prno, F. Duerden, F. Berrang, L. Beaumier, and T. Smith (2009), “Perceptions of climate change risks in primary resource use industries: a survey of the Canadian mining sector”, Regional Environmental Change, 10(1), pp. 65-81, DOI: 10.1007/s10113-009-0094-8. Ford, J., T. Pearce, J. Prno, F. Duerden, F. Berrang, L. Smith and M. Beaumier (2011), “Canary in a coal mine: perceptions of climate change risks and response options among Canadian mine operations”, Climatic Change, pp. 1-17. doi:10.1007/s10584- 011-0029-5. Georgiou, P., C. Tourkolias, D. Diakoulaki (2008), “A roadmap for selecting host coun- tries of wind energy projects in the framework of the clean development mecha- nism” Available at: http://www.who.int/globalchange/publications/climatefootprint_report.pdf?ua=1 Hammar-Klose E.S. and Thieler E.R., 2001. Coastal Vulnerability to Sea-Level Rise, A Preliminary Database for the U.S. Atlantic, Pacific, and Gulf of Mexico Coasts: U.S. Geological Survey, Digital Data Series, DDS-68 Heller, N. E. and E. S. Zavaleta (2009), “Biodiversity management in the face of cli- mate change: A review of 22 years of recommendations”, Biological Conservation, 142, pp. 14-32 ICMM (2013), “Adapting to a changing climate: Implications for the mining and met- als industry”, International Council on Mining and Metals (ICMM), Available at: https://www.icmm.com/document/5173 [πρόσβαση: Ιούλιος 2015]. International Convention for the Protection of the Dunabe River ( ICPDR) http://www.icpdr.org/main/ IPCC (2012), “Managing the Risks of Extreme Events and Disasters to Advance Cli- mate Change Adaptation”, A Special Report of Working Groups I and II of the Inter- governmental Panel on Climate Change [C.B., V. Barros, T.F. Stocker, D. Qin, D.J. Dok- ken, K.L. Ebi, M.D. Mastrandrea, K.J. Mach, G.-K. Plattner, S.K. Allen, M. Tignor, and P.M. Midgley (eds.)]. Cambridge University Press, Cambridge, UK, NY, USA, 582 pp. IPCC (2014), Climate Change2014, «Synthesis Report». Kontogianni, A., M. Skourtos, Ch. Tourkolias, D. Damigos (2014), “Assessing sea level rise costs and adaptation benefits under uncertainty”, Environmental Science and Policy 37. 61-78. Mc Granahan, G., Satterthwaite D. (2006), Governance and setting the private sector to provide better water and sanitation services to the urban poor, International Insti- tute for Environment and Development (IIED) ISBN (new): 978- 1-84369-585-1. Mechler, R. and Z. W. Kundzewicz (2010), “Assessing adaptation to extreme weather events in Europe”—Editorial. Mitig Adapt Strateg Glob Change 15. 611–620. 96 Menegaki, M. and Damigos, D. (2012), “An Input-Output analysis of Greek mining sector at macroeconomic level”, 21st International Symposium on Mine Planning and Equipment Selection (MPES 2012), November 28-30, New Delhi, India. Monioudi, I.N., Karditsa, A., Chatzipavlis, A., Alexandrakis, G., Andreadis, O.P., Vele- grakis, A.F, Poulos, S.E., Ghionis, G., Petrakis, S., Sifnioti, D., Hasiotis, Th., Lipakis, M., Kampanis, N., Karambas, Th. and Marinos, E. (2014) Assessment of the vulnerability of the eastern Cretan beaches (Greece) to sea level rise. Special issue in Regional En- vironmental Change. DOI 10.1007/s10113-014-0730-9. Pearce, Τ., Ford J. Prno J., Duerden F., Pittman J., Beaumier M., Berrang-Ford L. and Smit B. (2011), “Climate change and mining in Canada, Mitigation and Adaptation Strategies for Global Change”, 16(3), pp. 347-368(22). Pearce, Τ., Ford J., Duerden F., Prno J. (2009), “Climate change impacts and adapta- tions in the Canadian mining sector”, Report for the David Suzuki Foundation. Pittman, J., Pearce T. and Ford J. (2013), “Adaptation to climate change and potash mining in Saskatchewan: Case study from the Qu’Appelle River Watershed”, Ottawa, ON: Report submitted to Climate Change Impacts and Adaptation Division, Natural Resources Canada, 19p. Portier, CJ., Thigpen T. K., Carter S.R., Dilworth C.H., A.E. Grambsch, J. Gohlke (2010), “A Human Health Perspective On Climate Change: A Report Outlining the Research Needs on the Human Health Effects of Climate Change”, The Interagency Working Group on Climate Change and Health, Environmental Health Perspectives and the National Institute of Environmental Health Sciences. Sands, P. (1995), “Principles of International Environmental Law, Frameworks, Standards and Implementation”, Manchester University Press, p. 274. Santamouris, M. (2014), “Cooling the Cities – A Review of Reflective and Green Roof Mitigation Technologies to Fight Heat Island and Improve Comfort in Urban Envi- ronments”, Solar Energy, 103 (2014) 682–703. Santamouris, M. (2014), “On The Energy Impact of Urban Heat Island and Global Warming on Buildings”, Energy and Buildings, Volume 82, Oct. 2014, Pages 100-113. Santamouris, M. (2015), “Regulating the damaged thermostat of the Cities – Status, Impacts and Mitigation Strategies”, Energy and Buildings, Energy and Buildings 91 (2015) 43–56. Santamouris, M., Cartalis C., Synnefa A. (2015), “Local urban warming, possible im- pacts and a resilience plan to climate change for the historical center of Athens”, Greece, Sustainable Cities and Society, In Press, Corrected Proof, Available online 19 February 2015. Schiano-Phan, R., F. Weber, M. Santamouris (2015), “The Mitigative Potential of Ur- ban Environments and their Microclimates”, Buildings, In Press, 2015. Skourtos, M., Ch. Tourkolias, D. Damigos, A. Kontogianni, P.A. Harrison and P. Berry (2014), “Incorporating cross-sectoral effects into the cost-effectiveness analysis of climate change adaptation measures”, Climatic Change 128: 307-321. 97 Stournaras, G. (2006), “Integrated transboundary groundwater resources manage- ment”, International Conference AQUA 2006, Water Science and Technology, Inte- grated Management of Water Resources, Athens. Stournaras, G. (2010.2), “Towards Engineering Harmony between Water, Ecosystem and Society”, Inter Academy Pannel (IAP) Water Programme, 3RD European Regional Workshop, Zakopane (Poland), September 10-12. Stournaras, G. (2010.3), “Water and Geology in the Mediterranean”, (G. Holst- War- haft, T. Steenhuis Eds), Losing Paradise. The Water Crisis in Mediterranean, Ashgate Eds. UK Adaptation Report for the Healthcare System (2015), Executive Summary, Public Health England, NHS England, Available at: http://www.sduhealth.org.uk/areas-of-focus/community-resilience/adaptation- report.aspx United Nations (1992), “Framework Convention on Climate Change”, Available at: http://unfccc.int/resource/docs/convkp/conveng.pdf, Στην Ελλάδα κυρώθηκε με το Ν. 2205 / 94, ΦΕΚ Α/60. United Nations (UNU-EHS) (2012), “Climate change, vulnerability and human mobili- ty: Perspectives of refugees from the East and Horn of Africa”, Report no1, Available at: http://reliefweb.int/sites/reliefweb.int/files/resources/East%20and%20Horn%20of% 20Africa_final_web.pdf United Nations Economic Commission For Europe (2009), “Transboundary Flood Risk Management: Experiences from the UNECE Region”, Available at: http://www.unece.org/fileadmin/DAM/publications/oes/Transboundary_Flood_Risk _Management_Final.pdf US Geological Survey (2015), “Mineral Commodity Summaries”, US Geological Sur- vey. Available at: http://minerals.usgs.gov/minerals/pubs/mcs/index.html [πρόσβα- ση: Ιούλιος 2015]. US Policy Statement on Climate Change Adaptation, (2015), U.S. Department of Agri- culture (USDA), Available at: http://www.usda.gov/oce/climate_change/adaptation/DR1070_001USDAPolicyState ment_062015.pdf Watkiss, P., A. Hunt, J. Rouillard, J. Troeltzsch, M. Lago, M. Skourtos, A. Kontogianni, A. Chiabai, I. Galarraga, A. Markandya, ES. de Murieta, F. Bosello, et al, “The Costs and Benefits of Adaptation”, Results from the ECONADAPT project, ECONADAPT Pol- icy Report 1. World Bank (1987) Water Resources Management in South Eastern Europe, Volume I, Issues and Directions. World Health Organization (WHO)(2009), “Addressing climate change in health care setting”, HEALTHY HOSPITALS, HEALTHY PLANET, HEALTHY PEOPLE. Health Care Without Harm (HCWH). Available at: https://practicegreenhealth.org/pubs/toolkit/reports/ClimateChange.pdf 98 Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας (2014), «Οδηγίες Προστασίας από Κατα- στροφές», διαθέσιμο στο: http://civilprotection.gr/sites/default/gscp_uploads/teliko_gia_istoselida_9.9mb.pdf Δακορώνια, Ε. (2010), “Το δικαίωμα στο νερό: Νομικό Πλαίσιο Προστασίας”, AQUA 2010, Ειδική Συνεδρία: Το Νερό και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο πλαίσιο της εκ- παίδευσης για την Αειφόρα Ανάπτυξη. Δαμίγος, Δ. (2011), “Εκτίμηση των Μελλοντικών Επιπτώσεων της Κλιματικής Μετα- βολής στην Εξορυκτική Βιομηχανία”, Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλ- λαγής, Τράπεζα της Ελλάδος, 313 σελ. Δικτυακός Τόπος για τη Φύση και τη Βιοποικιλότητα: http://www.biodiversity- info.gr/ Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων - Περιφέρεια Αττικής (2014), “Εκτίμηση τρω- τότητας υγροτόπων της Αττικής στην κλιματική Αλλαγή & Σχέδιο Δράσης”, Αθήνα. Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2000), ΟΔΗΓΙΑ 2000/60/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥ- ΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα πολιτικής των υδάτων. Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2008), ΟΔΗΓΙΑ 2008/56/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥ- ΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 17ης Ιουνίου 2008 περί πλαι- σίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδη- γία- πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική). Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) (2011), «Οι περιβαλ- λοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλά- δα», Τράπεζα της Ελλάδος, Διαθέσιμο στο: http://www.bankofgreece.gr/BogEkdoseis/%CE%A0%CE%BB%CE%B7%CF%81%CE% B7%CF%82_%CE%95%CE%BA%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B7.pdf Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) (2014), «Ελληνικός τουρισμός και κλιματική αλλαγή: πολιτικές προσαρμογής και νέα στρατηγική ανά- πτυξης», Τράπεζα της Ελλάδος, Διαθέσιμο στο: http://www.bankofgreece.gr/BoGDocuments/EMEKA_tourismos_2014_.pdf Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2013), «Για την ασφάλιση έναντι φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών», GREEN PAPER, COM(2013) 213. Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (2012), «Κλιματική αλλαγή, επιπτώσεις και τρωτότητα στην Ευρώπη», Έκθεση βάσει δεικτών, Έκθεση ΕΟΧ αριθ. 12/2012. Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (2014), ΕΕΑ Report No 4/2014 : National adaptation policy processes in European countries — 2014, διαθέσιμο στο: http://www.roikos.gr/wp-content/uploads/FEK/SOER-Synthesis2015-EL.pdf Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (2014), EEA Report No 8/2014 (10-12- 2014): Adaptation of transport to climate change in Europe, διαθέσιμο στο: http://www.eea.europa.eu/publications/adaptation-of-transport-to-climate 99 Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (2015), EEA Technical report No 5/2015 (12 -5-2015): Overview of climate change adaptation platforms in Europe, διαθέσιμο στο: http://www.eea.europa.eu/publications/overview-of-climate-change- adaptation Ιστοσελίδα του προγράμματος CRETAPLANT «Πιλοτικό Δίκτυο Μίκρο-Αποθεμάτων Φυτών στη Δυτική Κρήτη» LIFE04NAT_GR_000104 διαθέσιμο στο: http://cretaplant.biol.uoa.gr/el/pmr.html Κοινό Κέντρο Ερευνών, Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2012), «Φυσικές καταστροφές: Σχέση με τον κίνδυνο και ασφαλιστική κάλυψη στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Κοντογιάννη, Α., Μ. Σκούρτος, Α. Παπανδρέου (2005), «Προϋποθέσεις και Περιορι- σμοί Εφαρμογής Οικονομικών Μεθόδων για την ενσωμάτωση της Κοινοτικής Οδη- γίας 2004/35/ΕΚ στην ελληνική έννομη τάξη», Περιβάλλον και Δίκαιο 3. 392-396. Οικονομόπουλος, Ι., Δ. Δαμίγος, Μ. Σταματάκης και Εμ. Μπαλτατζής (2011), «Οι Ε- πιπτώσεις της Κλιματικής Μεταβολής στην Εξορυκτική Βιομηχανία», Έκθεση: «Οι Περιβαλλοντικές, Κοινωνικές και Οικονομικές Επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στην Ελλάδα», Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής, Τράπεζα της Ελλάδος, σελ. 310 – 326. Πράσινη Βίβλος (2007), “Η προσαρμογή της Ευρώπης στην αλλαγή του κλίματος - επιλογές δράσης για την ΕΕ”, 354 τελικό, της 29ης Ιουνίου 2007,. ΣΜΕ (2015), Έκθεση Δραστηριοτήτων 2014, Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Δραστηριο- τήτων, Αθήνα, Διαθέσιμο στη διεύθυνση: http://www.sme.gr/ektheseis [πρόσβαση: Ιούλιος 2015]. Στουρνάρας, Γ. (2007.1), Νερό. Περιβαλλοντική Διάσταση και διαδρομή, Εκδόσεις Τζιόλα, Θεσσαλονίκη. Στουρνάρας, Γ. (2013), Θέματα Υδατικής και Οικολογικής Πολιτικής. Υδροσχιζοφρέ- νεια, Υδροηγεμονία, Υδροδιπλωματία, Εκδόσεις Δίαυλος. Τζεφέρης, Π. (2009), “Η Εξορυκτική/Μεταλλουργική Δραστηριότητα στην Ελλάδα” – Στατιστικά Δεδομένα 2007-2008, Ορυκτός Πλούτος, 153, σελ. 1-16. Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, Γενική Γραμματεία Επενδύσεων και Ανά- πτυξης (2009). Οδηγίες σχετικά με τη Χρηματοοικονομική Ανάλυση Για τα έργα των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ που παράγουν έσοδα [Άρθρο 55 του Καν. (ΕΚ) 1083/2006]. Αθήνα 2009. Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής. Εθνική Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα, Ιανουάριος 2014. http://www.ypeka.gr/Default.aspx?tabid=237&language=el-GR#biodiv 100 Παραρτήματα ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1: Μέλη επιστημονικής συγγραφικής ομάδας (ΕΜΕΚΑ & ΤτΕ) Επισπεύδοντες: Αρετή Κοντογιάννη, Αν. Καθηγήτρια Διαχείρισης Περιβαλλοντικών Πόρων, Τμήμα Μηχανο- λόγων Μηχανικών, Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας Μιχαήλ Σκούρτος, Καθηγητής Οικονομικών του Περιβάλλοντος, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Συγγραφική ομάδα: Θεοδώρα Αντωνακάκη, Αρχιτέκτων-Mηχανικός, Eπιστημονική Γραμματέας ΕΜΕΚΑ, Τράπεζα της Ελλάδος Mαργαρίτα Αριανούτσου-Φαραγγιτάκη, Καθηγήτρια Οικολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημοσθένης Ασημακοπουλος, Καθηγητής Φυσικής Περιβάλλοντος, Εθνικό και Καποδιστρια- κό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μαργαρίτα Νίκη Ασημακοπούλου, Επίκουρη Καθηγήτρια, Τμήμα Φυσικής, Τομέας Φυσικής Περιβάλλοντος – Μετεωρολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δρ. Χρήστος Γιαννακόπουλος, Διευθυντής Ερευνών, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών Δρ. Γεώργιος Γιαννόπουλος, Ομ. Καθηγητής Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Αντ. Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών Δημήτρης Δαμίγος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Γεώργιος Ζέρβας, Καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Χρήστος Ζερεφός, Συντονιστής ΕΜΕΚΑ, Επόπτης του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμο- σφαίρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών Παντελής Κάπρος, Καθηγητής Ενεργειακής Οικονομίας, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Ανδρέας Καραμάνος, Ομότιμος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Δρ. Ιωάννης Καψωμενάκης, Επιστημονικός συνεργάτης του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών Χάρης Κοκκώσης, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Έλενα Κόρκα, Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Βασιλική Μανούση, Ερευνήτρια, Ερευνητικό ίδρυμα Fondazione Eni Enrico Mattei (FEEM) Δρ. Σταύρος Μαυρογένης, Ερευνητής Ευρωπαϊκού Κέντρου Περιβαλλοντικής Έρευνας και Κατάρτισης Ευάγγελος Μητσάκης, Δρ Πολιτικός Μηχανικός – Συγκοινωνιολόγος, Ερευνητής Γ΄, Ινστιτού- το Βιώσιμης Κινητικότητας και Δικτύων Μεταφορών, Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογι- κής Ανάπτυξης Αναστάσιος Σ. Νάστης, Ομότιμος Καθηγητής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Αρι- στοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Παναγιώτης Νάστος, Καθηγητής Κλιματολογίας, Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών 101 Πολυξένη Νικολοπούλου-Σταμάτη, Καθηγήτρια Περιβαλλοντικής Παθολογικής Ανατομίας, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Αναστάσιος Ξεπαπαδέας, Καθηγητής Οικονομικής Θεωρίας και Πολιτικής, Κοσμήτορας Σχο- λής Οικονομικών Επιστημών, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μαρία Παπαϊωάννου, Μαθηματικός-Ερευνήτρια, Εργαστήριο Υποδειγμάτων Ενέργειας- Οικονομίας & Περιβάλλοντος, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Δρ. Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, Ιχθυολόγος, πρώην Δ/ντής του Ινστιτούτου Θαλασ- σίων Βιολογικών Πόρων, Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών Ανδρέας Παπανδρέου, Αναπληρωτής Καθηγητής, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημήτριος Ι. Παπανικολαου, Καθηγητής Γεωλογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Σωφρόνιος Παπουτσόγλου, Ομότιμος Καθηγητής, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Αικατερίνη-Σοφία Παρτσινεβέλου, M.Sc. Γεωλόγος – Γεωπεριβαλλοντολόγος, Υποψήφια Δι- δάκτωρ, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Σεραφείμ Ε. Πούλος, Καθηγητής Ωκεανογραφίας και Φυσικής Γεωγραφίας, Εθνικό και Κα- ποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Αγγελική Πούλου, Αρχαιολόγος, Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονο- μιάς, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Ματθαίος Σανταμούρης, Καθηγητής, Τμήμα Φυσικής, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπι- στήμιο Αθηνών Ισαάκ Δ. Σαμπεθάι, Σύμβουλος Διοίκησης, Τράπεζα της Ελλάδος Ευτύχιος Σαρτζετάκης, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Χαράλαμπος Σκουληκάρης, Επιστημονικός Συνεργάτης-Γραμματέας Έδρας UNESCO/Διεθνές Δίκτυο Κέντρων Υδάτων-Περιβάλλοντος για τα Βαλκάνια (ΔιΔιΚΥ ΠεΒ), Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Σοφία Σπυροπούλου, Αρχαιολόγος, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Ηρακλής Στάμος, Συγκοινωνιολόγος Μηχανικός, Ερευνητικός Συνεργάτης ΕΚΕΤΑ-ΙΜΕΤ Βενετία-Μαρία Σταυράκη, Οικονομολόγος, Εργαστήριο Υποδειγμάτων Ενέργειας-Οικονομίας & Περιβάλλοντος, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Γεώργιος Στουρνάρας, Ομότιμος Καθηγητής, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθη- νών Γρηγόριος Ι. Τσάλτας, Πρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επι- στημών, Διευθυντής Ευρωπαϊκού Κέντρου Περιβαλλοντικής Έρευνας και Κατάρτισης Βασιλική Τσιαούση, Υπεύθυνη Τομέα "Βιοτικοί Πόροι και Διαχείριση Προστατευόμενων Πε- ριοχών", Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας - Ελληνικό Κέντρο Βιοτό- πων Υγροτόπων Μαρία Α. Τσίμα, Εργαστήριο Υποδειγμάτων Ενέργειας-Οικονομίας & Περιβάλλοντος, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Δρ. Χρήστος Τουρκολιάς, Χημικός Μηχανικός Νικόλαος Μ. Φύλλας, Ερευνητής, Τμήμα Βιολογίας, Τμήμα Οικολογιας και Ταξινομικής, Ε- θνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Αναστασία Χριστοπούλου, Βιολόγος, PhD, Τμήμα Βιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πα- νεπιστήμιο Αθηνών 102 Υπάλληλοι Δ/νσης Κλιματικής Αλλαγής & Ποιότητας της Ατμόσφαιρας ΥΠΕΝ Μπατμάνογλου Ρεβέκκα, Προϊσταμένη Δ/νσης Ψύχας Κυριάκος, Προϊστάμενος Τμήματος Κλιματικής Αλλαγής Νιαβής Δημήτρης, υπάλληλος Τμήματος Κλιματικής Αλλαγής ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2: Το κόστος της κλιματικής αλλαγής και της προσαρμογής, σε πίνακες και διαγράμματα (Πηγή: ΕΜΕΚΑ, 2011) 2.1 Ετήσιες επιπτώσεις στο ΑΕΠ και την ευημερία εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής Ένταση κλιματικής αλλαγής Ένταση κλιματικής αλλαγής του 2050 του 2100 Β1 Β2 Α1Β Α2 Β1 Β2 Α1Β Α2 Επιπτώσεις στο έτος βάσης Εκατοστιαία μετα- -0,90 -1,56 -1,77 -2,03 -2,69 -4,03 -4,77 -6,50 βολή του ΑΕΠ Ισοδύναμη μεταβο- λή της ευημερίας, -1.696 -2.831 -3.072 -3.409 -4.888 -7.638 -9.404 -14.207 σε εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση Επιπτώσεις στο τελικό έτος της δυναμικής προσομοίωσης Εκατοστιαία μετα- -0,90 -1,53 -1,74 -2,00 -2,67 -3,92 -4,57 -6,01 βολή του ΑΕΠ Ισοδύναμη μεταβο- λή της ευημερίας, -2.963 -4.803 -5.144 -5.666 -8.391 -13.002 -16.018 -24.435 σε εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση 103 2.2 Συνολικό σωρευτικό κόστος της κλιματικής αλλαγής Σωρευτικό κόστος (δισ. ευρώ του 2008) Σενάριο Μετρια- B1 B2 A1B A2 ο σμού (2 C) Προεξοφλητικό επιτόκιο ίσο με 0% Περίοδος 2011 - 2050 17 59 67 78 13 Περίοδος 2051 - 2100 251 311 358 438 203 Περίοδος 2011 - 2100 268 371 425 516 216 Προεξοφλητικό επιτόκιο ίσο με 2% Περίοδος 2011 - 2050 9 34 38 45 6 Περίοδος 2051 - 2100 66 81 93 112 55 Περίοδος 2011 - 2100 75 115 131 157 61 2.3 Συγκεντρωτικός πίνακας εκτιμήσεων του άμεσου κόστους των μέτρων προσαρμογής (Σε εκατ. ευρώ του 2010, εκτός εάν αναφέρεται διαφορετικά) η η 1 φάση προ- 2 φάση προ- Εναπομένουσες επιπτώσεις από την Τομείς Μέτρα προσαρμογής σαρμογής, σαρμογής, κλιματική αλλαγή 2025-2050 2050-2070 Δαπάνες για μετακίνηση μέρους του οδικού και σιδη- Δεν αποφεύγεται το κόστος συντή- ροδρομικού δικτύου σε με- 3.300 - ρησης του οδικού δικτύου λόγω ανό- γαλύτερη απόσταση από την δου της θερμοκρασίας. ακτογραμμή Αποφεύγεται το κόστος που προκα- Μεταφορές λείται από την άνοδο της Δαπάνες για προστασία του στάθμης της θάλασσας και 184 276 χερσαίου δικτύου μεταφο- από τα ακραία καιρικά φαι- σε ετήσια βάση σε ετήσια βάση ρών από τις πλημμύρες νόμενα. Δαπάνες για προστασία των παράκτιων συστημάτων 1.864 1.482 Αποφεύγεται το 60-70% των επιπτώ- Παράκτια συ- (εκτός των λιμένων) σεων από την κλιματική αλ- στήματα λαγή. Δαπάνες για την ανύψωση 600 κρηπιδωμάτων στα λιμάνια Δαπάνες σε έργα και παρεμ- 1 Υδάτινα απο- βάσεις για αποκατάσταση 70 42 Αποφεύγεται συνολικό κόστος €390 θέματα αποθεμάτων και ορθολογική σε ετήσια βάση σε ετήσια βάση εκατομμυρίων. χρήση Το μεγαλύτερο μέρος των επιπτώσε- 50 30 Δάση Επιπλέον κόστος διαχείρισης ων στα δασικά οικοσυστήμα- σε ετήσια βάση σε ετήσια βάση τα αποφεύγεται. 104 Δαπάνες για βελτίωση της 80 46 δασοπυρόσβεσης σε ετήσια βάση σε ετήσια βάση Κόστος έργων προστασίας 4.700 2.800 Εκατοστιαία αύξηση του κόστους παροχής των τουρι- Αποφεύγεται το 20-30% των απω- Τουρισμός στικών υπηρεσιών, αφαι- 10% 10% λειών των τουριστικών εσό- ρουμένου του κόστους ερ- δων. γασίας Δαπάνες για αρδευτικά έργα 72 42 Το μεγαλύτερο μέρος των επιπτώσε- και έργα προστασίας σε ετήσια βάση σε ετήσια βάση ων στην αλιεία αποφεύγεται. Η μείωση της παραγωγικότητας του Γεωργία και Κόστος για την προώθηση γεωργικού τομέα διαμορφώ- αλιεία βελτιωμένων πρακτικών νεται στο 6% το 2050 (βελτί- 100 60 παραγωγής και για την προ- ωση κατά 30%) και στο 15% σε ετήσια βάση σε ετήσια βάση στασία των υγροτοπικών το 2100 (βελτίωση κατά 21%). συστημάτων Κόστος ενεργειακής ανα- Μείωση της κατανάλωσης ενέργειας Δομημένο πε- βάθμισης κτηριακού αποθέ- για κλιματισμό κατά 20% συ- 20.000 ριβάλλον ματος και ανάπτυξης πράσι- γκριτικά με το Σενάριο Μη νων νησίδων Δράσης. Στην ανάλυση για τον τομέα των υδάτινων αποθεμάτων επισημαίνεται ότι το κόστος αυτό δεν αντανακλά το πλήρες κόστος υλοποίησης της συγκεκριμένης πολιτικής. Ωστόσο, ελλείψει περισσότερων στοιχείων, στην παρούσα ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το μερικό αυτό κόστος. 2.4 Συνολικό κόστος του Σεναρίου Προσαρμογής για την ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του προτύπου γενικής ισορροπίας GEM-E3 Ένταση Ένταση Ένταση κλιματικής κλιματικής κλιματικής αλλαγής αλλαγής αλλαγής του 2050 του 2070 του 2100 Εκατοστιαία μεταβολή του ΑΕΠ Εφαρμογή μόνο των μέτρων αρχικό έτος προσομοίωσης -0,92 -0,55 -0,07 προσαρμογής τελικό έτος προσομοίωσης -1,10 -0,66 -0,08 Εναπομένουσες επιπτώσεις αρχικό έτος προσομοίωσης -0,96 -2,16 -3,96 λόγω κλιματικής αλλαγής τελικό έτος προσομοίωσης -0,97 -1,99 -3,59 Συνδυασμός μέτρων προ- αρχικό έτος προσομοίωσης -2,11 -3,02 -4,03 σαρμογής και κλιματικών επιπτώσεων τελικό έτος προσομοίωσης -2,30 -2,96 -3,67 Μεταβολή του μεγέθους του ΑΕΠ έτους βάσης, σε εκατ. ευρώ του 2008 ετησίως Εφαρμογή μόνο των μέτρων αρχικό έτος προσομοίωσης -2.177 -1.303 -174 προσαρμογής τελικό έτος προσομοίωσης -3.249 -1.952 -250 Εναπομένουσες επιπτώσεις αρχικό έτος προσομοίωσης -2.272 -5.125 -9.393 λόγω κλιματικής αλλαγής τελικό έτος προσομοίωσης -2.863 -5.897 -10.646 105 Συνδυασμός μέτρων προ- αρχικό έτος προσομοίωσης -4.989 -7.156 -9.553 σαρμογής και κλιματικών επιπτώσεων τελικό έτος προσομοίωσης -6.804 -8.764 -10.883 Ισοδύναμη μεταβολή της ευημερίας του έτους βάσης, σε εκατ. ευρώ του 2008 ετησίως Εφαρμογή μόνο των μέτρων αρχικό έτος προσομοίωσης -857 -513 -72 προσαρμογής τελικό έτος προσομοίωσης -1.689 -1.013 -135 Εναπομένουσες επιπτώσεις αρχικό έτος προσομοίωσης -1.132 -3.618 -7.246 λόγω κλιματικής αλλαγής τελικό έτος προσομοίωσης -1.922 -6.136 -12.504 Συνδυασμός μέτρων προ- αρχικό έτος προσομοίωσης -2.278 -4.431 -7.311 σαρμογής και κλιματικών επιπτώσεων τελικό έτος προσομοίωσης -4.056 -7.656 -12.627 106 2.5 Συνολικό ετήσιο κόστος για την ελληνική οικονομία βάσει του Σεναρίου Προ- σαρμογής και του Σεναρίου Μη Δράσης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του προτύπου γενικής ισορροπίας GEM-E3 (Ετήσιο συνολικό κόστος σε δισ. ευρώ του 2008, εκφρασμένο ως προς το μέγεθος ΑΕΠ του έτους βάσης) 2.6 Σωρευτικό κόστος για την ελληνική οικονομία βάσει του Σεναρίου Προσαρμογής και του Σεναρίου Μη Δράσης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του Πρότυπου Γενικής Ισορροπίας GEM-E3 σε δισ. ευρώ του 2008 Διαφορά κόστους Α2 χωρίς προσαρμογή Α2 με προσαρμογή της Προσαρμογής (Μη Δράση) (Σενάριο Προσαρμογής) από τη Μη Δράση προεξοφλητικό επιτόκιο ίσο με 0% Περίοδος 2011-2050 78,9 85,7 -6,8 Περίοδος 2051-2070 182,3 177,5 4,7 Περίοδος 2071-2100 439,4 314,4 125 Περίοδος 2011-2100 700,5 577,7 122,8 προεξοφλητικό επιτόκιο ίσο με 2% Περίοδος 2011-2050 40,5 43,6 -3 Περίοδος 2051-2070 65 63,8 1,2 Περίοδος 2071-2100 96,1 70 26,1 Περίοδος 2011-2100 201,6 177,3 24,3 107 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3: Κλιματικά δεδομένα και αποτελέσματα προσομοιώσεων Στο παράρτημα αυτό παρουσιάζεται η κλιματική παράμετρος της θερμοκρασίας, όπως μελετήθηκε από το Κέντρο Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και Κλιματολο- γίας της Ακαδημίας Αθηνών, για τους σκοπούς της σύνταξης της Εθνικής Στρατηγι- κής Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή. Τα Σχήματα 3.1 (έτος), 3.2 (χειμώνας) και 3.3 (θέρος) που ακολουθούν στις επόμε- νες σελίδες παρουσιάζουν τη μέση ετήσια, χειμερινή και θερινή θερμοκρασία αέρος στα 2 μέτρα από την επιφάνεια του εδάφους και σε βαθμούς Κελσίου (°C), για τη χρονική περίοδο 1961-2010 (περίοδος αναφοράς διαιρεμένη στις αντίστοιχες δεκα- ετίες) καθώς και για τις μελλοντικές δεκαετίες: 2011-2020, 2021-2030 … 2091-2100. Τα αποτελέσματα βασίζονται σε ένα σύνολο 12 προσομοιώσεων με Περιοχικά Κλι- ματικά Πρότυπα Προσομοίωσης (RCMs) του Ευρωπαϊκού Προγράμματος ENSEMBLES (http://ensemblesrt3.dmi.dk/), με βάση το σενάριο εκπομπών αερίων του Θερμο-κηπίου Α1Β και σε χωρική ανάλυση 25 km x 25 km. Πιο συγκεκριμένα αναλύονται τα αποτελέσματα των ακόλουθων 12 προσομοιώσεων RCMs-AOGCMs: RCA3 (HadCM3Q), RM5.1 (ARPEGE), HIRHAM5 (ARPEGE), HIRHAM5 (ECHAM5), HIRHAM5 (BCM), CLM (Hadcm3Q0), RegCM3 (ECHAM5), RACMO2 (ECHAM5), REMO (ECHAM5), RCA (BCM), RCA (ECHAM5), RCA (HadCM3Q3). Σημειώνεται ότι στην πα- ρένθεση αναφέρεται το όνομα του Μοντέλου Γενικής Κυκλοφορίας GCM του οποί- ου οι υπολογισμοί χρησιμοποιούνται ως δεδομένα εισόδου κατά την προσομοίωση καθενός από τα RCMs. Στον Πίνακα 3.1 υπάρχουν πληροφορίες για τα RCMs του προγράμματος ENSEMBLES που επελέγησαν στην παρούσα μελέτη. Οι περιφέρειες που μελετήθηκαν είναι: - Ήπειρος - Δυτική Μακεδονία - Κεντρική Μακεδονία - Ανατολική Μακεδονία - Θράκη - Δυτική Ελλάδα - Θεσσαλία - Στερεά Ελλάδα - Αττική - Πελοπόννησος - Ιόνιο - Βόρειο Αιγαίο - Νότιο Αιγαίο - Κρήτη Βασικά συμπεράσματα: - η μέση ετήσια θερμοκρασία θα ανέβει έως και κατά 4,0 οC την περίοδο 2091- 2100 (σε σύγκριση με την περίοδο 1961-1990), - μεγαλύτερη προβλέπεται η άνοδος της θερμοκρασίας στις ηπειρωτικές σε σύ- γκριση με τις νησιωτικές περιφέρειες της Ελλάδος, - μεγαλύτερη προβλέπεται η άνοδος της θερμοκρασίας το θέρος και το φθινό- πωρο και μικρότερη την άνοιξη και το χειμώνα. 108 Πίνακας 3.1: Τα Περιοχικά Κλιματικά Μοντέλα του προγράμματος ENSEMBLES. Ακρωνύμιο του Ινστιτούτο Ανάπτυξης Χωρική Κατακόρυφα RCM του RCM Ανάλυση Επίπεδα SMHI (Swedish Mete- orological and Hydro- C4IRCA3 0.22° x 0.22° 31 logical Institute, Swe- den) CNRM (Centre National de Recherches CNRM-RM5.1 0.22° x 0.22° 31 Météorologiques, France) DMI (Danish Meteoro- DMI-HIRHAM5 logical Institute, Den- 0.22° x 0.22° 19 mark) ETHZ (Swiss Federal ETHZ-CLM Institute of Technolo- 0.22° x 0.22° 32 gy, Zurich, Switzerland) ICTP (The Abdus Salam International Centre ICTP-REGCM3 0.22° x 0.22° 18 for Theoretical Physics, Italy) KNMI (Royal Nether- lands Meteorological KNMI-RACMO2 0.22° x 0.22° 40 Institute, the Nether- lands) MPI (Max-Planck- MPI-M-REMO Institute for Meteorol- 0.22° x 0.22° 27 ogy, Germany) SMHI (Swedish Mete- orological and Hydro- SMHIRCA 0.22° x 0.22° 24 logical Institute, Swe- den) 109 3.1 Μέση Ετήσια Θερμοκρασία 110 Σχήμα 3.1: Εκτίμηση της χρονικής εξέλιξη της μέσης έτησιας θερμοκρασίας ανά δε- καετία για κάθε μια από της 13 περιφέρειες της Ελλάδας και για την Ελλάδα ως σύ- νολο για την περίοδο 1961-2100 (μέση τιμή -ράβδοι- και τυπική απόκλιση -error bars- 12 RCMs του προγράμματος ENSEMBLES, με βάση το σενάριο εκπομπών Α1Β). 111 3.2 Μέση Χειμερινή Θερμοκρασία 112 Σχήμα 3.2: Εκτίμηση της χρονικής εξέλιξης της μέσης χειμερινής θερμοκρασίας ανά δεκαετία για κάθε μια από της 13 περιφέρειες της Ελλάδας και για την Ελλάδα ως σύνολο για την περίοδο 1961-2100 (μέση τιμή -ράβδοι- και τυπική απόκλιση -error bars- 12 RCMs του προγράμματος ENSEMBLES, με βάση το σενάριο εκπομπών Α1Β). 113 3.3 Μέση Θερινή Θερμοκρασία 114 Σχήμα 3.3: Εκτίμηση της χρονικής εξέλιξης της μέσης θερινής θερμοκρασίας ανά δε- καετία για κάθε μια από της 13 περιφέρειες της Ελλάδας και για την Ελλάδα ως σύ- νολο για την περίοδο 1961-2100 (μέση τιμή -ράβδοι- και τυπική απόκλιση -error bars- 12 RCMs του προγράμματος ENSEMBLES, με βάση το σενάριο εκπομπών Α1Β). 115